Κεφάλαιο XI

2K 173 10
                                    

Πρωτοχρονιά του 2012 ώρα 11:30 το βράδυ .

Το εσωτερικό του σπιτιού του ήταν το όσο μαγευτικό με το εξωτερικό . Όλα έρχονταν σε απολυτότητα αρμονία με την αρχιτεκτονική του σπιτιού . Ήταν ολα τόσο απλά Μα επιβλητικά . Μαύρα έπιπλα και λευκοί τοίχοι ισσοροπουσαν τα πάντα . Το μεγάλο σαλόνι διακοσμημένο με ένα μεγλαο χριστουγεννιάτικο δέντρο έδινε κια χροστουγενιατικη ατμόσφαιρα στο σπίτι .
Ο καθένας θα το χαρακτήριζε ψυχρό , Μα για την Αριάδνη αυτό το μέρος  εξέπεμπε μαι απίστευτη ζεστασιά που την γαληνευε .
Περπατούσε μπροστά με ανάλαφρα βήματα ενώ ο Αλεξ στέκονταν πίσω της χαζεύοντας την με ένα απαλό μειδίαμα στο πρόσωπο του . Ήταν τόσο διαφορετική από κάθε άλλη γυναίκα που είχε συναντήσει . Όμως η Αριάδνη δνε ήταν γυναίκα , ήταν ακόμη ένα παιδί , ένα πληγωμένο παιδί που του θύμιζε τον εαυτό του στην ηλικία της .
«Μήπως πεινάς ;» Την ρώτησε  πιάνοντας νευρικά το λαιμο του .
«Όχι ...έχω ήδη φάει»  του αντιγυρισε σχεδόν αμέσως . Όχι δεν είχε φάει , για τη ακριβεία το ψυγείο στο σπίτι τους ήταν τελείως αδειο , όπως συνέβαινε συνήθως . Όμως η Αριάδνη είχε μάθει να μην δείχνει τις αδυναμίες της . Δεν ζητούσε την λύπηση του , μόνο τηβ συντροφιά του για αυτή τη μοναδική μέρα .
Το βλέμμα της έπεσε πάνω στο μεγάλο ρολόι τοίχου , μόλις μισή ώρα πριν αλλάξει ο χρόνος . Λευκές νυφαδες χιονιού είχαν αρχίσει να πέφτουν χορεύοντας από τον ουρανό , πέφτοντας στους δρόμους , τα δέντρα και τα σπίτια του Λονδίνου .
Κάθισε στο πάτωμα δίπλα στην μεγάλη τζαμαρία και χάζευε το μαγευτικό θέαμα  όταν ένιωσε την παρουσία του δίπλα της . Γύρισε να τον κοιτάξει χαμογελαστη , κα το γοητευτικό του χαμόγελο που της ανταπέδωσε σχεδόν απευθείας έκανε τηβ ανάσα της να κοπεί .
Μην ξέροντας τι να του κατάπιε νευρικά και έστρεψε την προσοχή της στην αυλή του σπιτιού .
«Σε ..σε ευχαριστώ» του ψιθύρισε ύστερα από λίγα λεπτά σιωπής .
«Με ευχαριστείς για πιο πράγμα Βεατρίκη ;»
«Που ..που με έφερες εδώ , και δέχθηκες να περάσεις αυτή τη μέρα μαζί μου .»
«Δεν θα μπορούσα να κάνω αλλιώς . Αξίζεις να περάσεις όμορφα φέτος .»
«Κανένας άλλος δεν το έχει κάνει αυτό για εμένα.» Ξεστόμισε ειλικρινά προκαλώντας την έκπληξη του . Πως ήταν  δυνατόν κανένας να μην προκαλεί χαρά σε αυτόν τον επίγειο άγγελο ; Το είχε άραγε περάσει στη ζωή της .
«Δεν γίνεται να ισχύει αυτό που λες ...μιλάς λες και δεν έχεις γιορτάσει ποτε σου τις γιορτές .»
«Πως τις έχω γιορτάσει , πολύ παλιά πρέπει να είμαι τώρα 13 χρόνια πριν . Όσο η μητέρα μου ήταν ζωντανή , επισκεπτόμουν τον πατέρα μου κάθε Χριστούγεννα και περνούσαμε υπέροχα . Από ότι θυμάμαι δηλαδή .»
«Και τι άλλαξε  μετά Βεατρίκη ;»
«Η μητέρα μου ήταν ναρκομανής , υπερβολική δόση μας είπαν όταν την πήγαμε νεκρή στο νοσοκομείο . Αν και ήταν χωρισμένη με τον πατέρα μου εκείνος την αγαπούσε πολύ . Ο θάνατος της του στοίχισε . Άρχισε να κατηγορεί τον εαυτό του που δεν κατάφερε να την προστατέψει . Μετά στράφηκε στο ποτό , εγώ πλέον δεν είχα καμία σημασία . Όσο λιγότερο τον ενοχλουσα τόσο το καλύτερο . Ευτυχώς ηταν και ο αδερφός μου . Όμως από εκείνη τηβ ημέρα που η μητέρα μου πέθανε δεν έχουμε γιορτάσει τίποτα μέσα στο σπίτι .» Του εξήγησε σηκώνοντας δήθεν αδιάφορα τους ώμους της , ο Αλεξ ωστόσο κατάλαβε  πως όλο αυτό την πλήγωνε . Δίχως δισταγμό άπλωσε το χέρι του ακουμπώντας το δικό της . Η κίνηση του την ξάφνιασε Μα το άγγιγμα των δαχτύλων του πάνω στα δικά της ξυπνούσε μέσα της συναισθήματα πρωτόγνωρα που δεν ήθελε να κατασβησει. Έτσι τον άφησε να τηβ αγγίξει , να πιάσει γερά το χέρι της και να την τραβήξει απλά πιο κοντά του ώστε να μπορεί να την κλισει στην αγκαλιά του .
«Δεν θα ξανά περάσεις μόνη σου τις γιορτές μικρή . Θα έχεις εμένα από εδώ και πέρα»
«Μου λες αλήθεια ;»
Ο Αλεξ κούνησε καταφατικά το κεφάλι του χαμογελώντας της πλατιά .
«Φυσικά και σου λέω Bella . Λοιπόν .. για πες μου τι θέλεις να κάνουμε ;»
«Πάντα ήθελα ...ήθελα να φτιάξω έναν χιονανθρωπο . Ο πατέρας μου το θεωρούσε χαζό ... δεν είχα ποτε την ευκαιρία να το κάνω .» Τελείωσε την πρόταση της με ένα παράπονο να χρωματίζει την φωνή της .
Εκείνος την σήκωσε πάνω μαζί με τον εαυτό του και εξαφανιστηκε για λίγο από κοντά της . Η Αριάδνη περίμενε απορημένη να ξαναεμφανιστεί μπροστά της . Ένιωθε πως ήδη της έλειπε η αγκαλιά του , όσο περίεργο κι αν ήταν .
Λίγα λεπτά αργότερα εκείνος κατέβαινε τα σκαλιά του επάνω ορόφου κρατώντας ζεστά σκούφια και γάντια στα χέρια του . Έδωσε ένα ζευγάρι στην Αριάδνη και φόρεσε το άλλο , στη συναιχεια μπλέκοντας τα δάχτυλα του την οδήγησε στην αυλή που είχε γίνει κατάλευκη από το πυκνό χιόνι .
Πέρασαν την υπόλοιπη ώρα φτιάχνοντας ευλαβικά έναν πανέμορφο χιονάνθρωπο, γελώντας και πετώντας χιόνι μπάλες ο ένας στον άλλο .
Πυροτεχνήματα διαφόρων σχεδίων και χρωμάτων άρχισαν να φωτίζουν τον νυχτερινό ουρανό αποσπώντας τους την προσοχή .
Σημάδι πως ο παλιός χρόνος έφυγε φέρνοντας έναν νέο στις ζωές όλων των ανθρώπων .
Η Αριάδνη κοιτούσε σαν μικρό παιδί τα λαμπερά χρώματα στον ουρανό , ενώ ο Αλεξ μαγεμένος από την ομορφιά της χάζευε της αθωότητα και την γοητευτικότητα της . Ήταν τόσο διαφορετική πράγματι από κάθε τι είχε γνωρίσει .
Η κοπέλα αριχσε να στροβιλίζεται χαρούμενη γελώντας ηχηρά ενώ τα φώτα του ουρανού δεν έλεγαν να σταματήσουν .
Η επιθυμία του Αλεξ για να καλύψει τα χείλη του με τα δικά της γινόταν ολοένα και εντονότερη. Κάθε σημείο του κορμιού και της καρδιά της τον φώναζε να φτάσει κοντά της .
Μην έχοντας άλλο την δύναμη να συγκρατήσει τον εαυτό της έφτασε δρασκελιζοντας δίπλα της και με τα χάρισα του σταμάτησε το κορμί της που συνέχιζε να χορεύει ανέμελο κάτω από τις χιονονυφαδες .
Την έστρεψε προς το μέρος του έτσι ώστε εκείνος να μπορεί να χώσει το βλέμμα του στα μοβ της μάτια , και η Αριάδνη να χαθεί στις σκούρες ίριδες των δικών του . Οι χτύποι της καρδιά τους ανέπτυξαν ταχύτητα και πλέον χτυπούσαν δίχως ελενχο Μα συγχρονισμένα .
Το βλέμμα του Αλεξ πλανηθηκε από τα μάτια της στα ζουμερά της χείλη που τον καλούσαν για Μα τα συνθλίψει με τα δικά του .
Η αγωνία την Αριάδνης έφτανε στην κορύφωση καθώς τον παρατηρούσε που την κοίταζε με λαγνεία . Έμοιαζαν με δυο παράνομους εραστές ξεχασμένους από έναν άλλο αιώνα , παγιδευμένους σς έναν φαύλο κύκλο που κατέληγε στηβ καταδίκη τους .
Ήθελε να τον φιλήσει Μα κάτι τέτοιο θα ήταν απαγορευμένο . Ήταν πολύ μικρότερη του αυτη είναι η αλήθεια . Θα έμπλεκαν και πι δυο σε κάτι επικίνδυνο εάν άφηναν τα συναισθήματα τους να ανακτήσουν τον έλεγχο του μυαλού της . Ήταν λογικός άνθρωπος , το γνώριζε πως ένα φιλί , ακόμη και το πιο αθώο θα ήταν καταστροφή .
Το είχαν μας και οι δυο τόση πολύ ανάγκη . Δίχως να σκεφτεί τίποτα άλλο , ο Αλεξ έσκυψε προς το μέρος της , εννοώντας απαλά τα χείλη του με τα δικά της . Μέσω αυτής της επαφής , χόρευαν μαζί στο χορό  του έρωτα με μάρτυρες τα πυροτεχνήματα και τις χινονυφαδες .
Η Αριάδνη έκανε μια ανέλπιστη προσπάθεια να απομακρυνθεί από κοντά του , γνωρίζοντας πως όλο αυτό ήταν ένα λάθος . Τα δικά της αισθήματα όμως δεν την άφησαν να παλέψει αρκετά και τελικά παραδόθηκε στο φιλί του , χάθηκε στη μαγεία μιας έξαψης που γεννιωταν σήμερα ...

Συμβόλαιο θανάτου #TYS18Donde viven las historias. Descúbrelo ahora