Πλησιαζαν Χριστούγεννα... Εκεί πάνω στο στερέωμα, στον τόπο που οι άνθρωποι αποφάσισαν να αποκαλούν παράδεισο, υπήρχε αναβρασμός. Οι άγγελοι με τις μεταξενιες φτερούγες και τα λαμπερά πρόσωπα είχαν σύναξη. Τέτοιες μέρες πάντα συναθροίζονται για να αναλάβουν ο καθένας τη νέα του αποστολή: έναν καινούργιο άνθρωπο να φυλάνε. Είναι πολλοί οι άνθρωποι που έχουν την ανάγκη τους, γιατί η θλίψη, ο πόνος, ο φόβος παραπληθυναν στη γη. Είναι, επίσης, η εποχή που καλούν εκείνους τους αγγέλους, που ζουν ανάμεσα στους θνητούς στη γη, πίσω στον παράδεισο. Γιατί υπάρχουν άγγελοι που επιλέγουν τη θνητοτητα για κάποιο διάστημα...ειναι εκείνοι οι άνθρωποι που τους βλέπεις και λες "δεν γίνεται να έχουν τόση δύναμη, δεν γίνεται να κουβαλούν τόση καλοσύνη, να μοιράζουν τόσο απλόχερα Αγάπη".
Κάθε χρόνο ο Αρχάγγελος επισκέπτεται αυτά τα πλάσματα στη γη και τους ρωτά αν είναι έτοιμοι να επιστρέψουν πίσω, να αναλάβουν νέα καθήκοντα.
-Ποιους θα καλέσω φέτος; ρώτησε ο Αρχάγγελος τον γραμματέα του και πήρε στα χέρια του ένα χρυσό συναξάρι. Κοίταξε με προσοχή τα ονόματα κι ακούμπησε τα κρινοδαχτυλα πάνω σε ένα "Αλέξανδρος".
Εκείνο το βράδυ ο μικρός κοιμόταν, όσο του επέτρεπε η αρρώστια του, στο κρεβάτι του νοσοκομείου. Οι τελευταίες μέρες ήταν πολύ δύσκολες. Ένιωσε ξάφνου μια λάμψη και ένα φως να πλημμυρίζουν την ψυχούλα του και είδε τη θεία μορφή.
- Ποιος εισαι εσύ; απορησε βλέποντάς τη. Τι όμορφα φτερά!
- Με ξέχασες, Αλέξανδρε, κιόλας; Θα μου πεις έχεις χρόνια που έφυγες από τον Παράδεισο.
- Αρχαγγελε! φώναξε όλο χαρά το αγόρι και πήδηξε από το κρεβάτι, να αγκαλιάσει τον μέντορα του. Κοίταξε εκληκτο τα πόδια και τα χέρια του που ήταν δυνατά και δεν είχαν κανένα σημάδι, καμία ουλή...
- Έφτασε η ώρα; ρώτησε ο Αλέξανδρος
- Αν είσαι ετοιμος κι εσύ... απάντησε χαϊδεύοντας τα κάστανα μαλλιά - ω ναι είχε πάλι μαλλιά - του αγοριού. Έδειξες στους ανθρώπους τι σημαίνει αγώνας, θέληση για ζωή, ανιδιοτέλεια. Αν νομίζεις ότι τελείωσες σε περιμένει κάποιος.
Ο Αρχάγγελος άνοιξε τότε την πόρτα κι ένα καφέ πουλάρι με λευκά μπαλωματα εμφανίστηκε.
- Το αλογάκι μου, χαμογέλασε ο μικρός και χάιδεψε τη μεταξένια του χαίτη. Μου έλειψες πολύ, φίλε, γι' αυτό σε ζωγράφιζα στις κονκάρδες μου. Για να κάνεις παρέα όχι μόνο σε μένα αλλά και στα άλλα παιδιά. Το καφετι άτι χλιμίντρισε ανυπόμονα και χτύπησε την οπλη του στο κρύο μάρμαρο.
- Ήρεμα αγόρι μου... Θα καλπασουμε σε λιγάκι μαζί.
Ο Αλέξανδρος έτριψε το πρόσωπο του στη μουσούδα του αλόγου και επέστρεψε στο κρεβάτι του. Ο Αρχάγγελος και το πουλάρι εξαφανίστηκαν και το αγόρι πήρε πάλι την θνητή του μορφή.
Σε λίγες ώρες οι γιατροί έπρεπε να εκτελέσουν για άλλη μια φορά το δύσκολο καθήκον της αναγγελιας του θανάτου ενός παιδιού. Ο Αλέξανδρος ροδαλος και δυνατός με δυο υπέροχα φτερά στην πλάτη του αιωρούνταν καβάλα στο πουλάρι του πανω από τα κρεβάτια του νοσοκομείου. Έστελνε τη θεία πλέον πνοή του σε ολα εκείνα τα αδυναμα παιδικά κεφαλακια που υπέφεραν από την αρρώστια - κάποιους ήξερε θα τους συναντούσε ξανά στον παράδεισο. Στάθηκε για λίγο πάνω από τους γονείς του.
- Είμαι περήφανος για σας. Πολύ περήφανος. Και σας αγαπώ....Έπειτα καλπασε με δύναμη προς τον ουρανό και χάθηκε στον χειμωνιατικο ήλιο.
Εκείνα τα Χριστούγεννα ένα μικρό κορίτσι θα τα περνούσε χωρίς τον αδερφό του. Δεν έχυσε, ομως, ούτε ένα δάκρυ. Καθόταν με κλειστά μάτια κι άκουγε τα τραγούδια των αγγέλων . Ανάμεσά τους ξεχώριζε τον καλπασμο του Αλεξανδρου να περιδιαβαινει τ' άστρα...
YOU ARE READING
Το κάλεσμα του αγγέλου
ParanormalΑφιερωμένη στον Αλέξανδρο...που ήρθε στον κόσμο για να διδάξει τον αγώνα...