Φτάσαμε σπίτι του μετά από αρκετή ώρα. Ήταν μια διώροφη μονοκατοικία, απλή σχετικά απ'έξω. Δεν φαινόταν και πολύ καινούρια αλλά ούτε και παλιά.
Το αυτοκίνητο σταμάτησε μπροστά στην πόρτα. Μου άνοιξε να βγω και κλείδωσε. Όταν μπήκαμε μέσα το σπίτι ήταν πολύ περιποιημένο, δεν το περίμενα.
Κάθισα στον καναπέ και εκείνος πήγε στην κουζίνα. Περιεργαζόμουν το χώρο. Μου φαινόταν σαν όνειρο που βρισκόμουν σπίτι του. Κοιτούσα προς τη σκάλα.
"Πάνω τι έχει;" φώναξα ώστε να με ακούσει.
"Δύο κρεβατοκάμαρες γιατί;" ποτέ όμως δεν πήρε απάντηση.
Εγώ είχα αρχίσει να ανεβαίνω ήδη τις σκάλες. Είχε δυο κλειστές πόρτες. Αρχικά μπήκα στη μία, δεν υπήρχαν πολλά έπιπλα, ένα μόνο κρεβάτι, ένα κομοδίνο, μια τηλεόραση και μια ντουλάπα.
Μπήκα στο άλλο. Σίγουρα ήταν το δικό του. Είχε ένα μεγάλο διπλό κρεβάτι στο κέντρο του δωματίου και μια ανοιχτή ντουλάπα στο βάθος. Δεν κοίταξα τίποτε άλλο.
Άνοιξα το φως και πλησίασα την ντουλάπα. Όλο το δωμάτιο μύριζε Κωστή. Το καλύτερο άρωμα. Πήρα μία μπλούζα του διστακτικά στα χέρια μου και την έφερα κοντά στη μύτη μου. Τη μύρισα καλά καλά, αποκλείεται αυτό να μην είναι όνειρο.
Μπήκε μέσα ο Κωστής ανοίγοντας με δύναμη την πόρτα κάνοντας με να τρομάξω.
"Τι κάνεις εδώ;" ρώτησε και στήριξε την πλάτη του στον τοίχο.
"Εε.. Να.. Εγώ.." τι να του έλεγα;
"Γιατί κρατάς την μπλούζα μου;" κοίταγα μία εκείνο και μια την μπλούζα του.
"Εμμ.. Μυρίζει πολύ ωραία" γέλασε, δεν ήταν και τόσο αστείο. "Μη γελάς και δείξε μου που θα κοιμηθώ" άφησα την μπλούζα πίσω στην ντουλάπα.
"Στον ξενώνα, δίπλα. Έλα να σου δείξω" με πήρε από το χέρι και με οδήγησε στο διπλανό δωμάτιο.
Είχα μια ελπίδα μήπως μου έλεγε να κοιμηθούμε μαζί αλλά.. Δεν πειράζει. Πήγε να φύγει.
"Εμμ.. Κωστή; Δεν έχω πιτζάμες και με τα ρούχα δεν κοιμάμαι" καθόταν στην πόρτα και με κοιτούσε από πάνω μέχρι κάτω.
"Θα σου δώσω μία δική μου μπλούζα" έφυγε και γύρισε κρατώντας μία κοντομάνικη,πράσινη, αρκετά μακριά μπλούζα.
Μου την έδωσε και εγώ γύρισα από την άλλη και έβγαλα αυτή που φορούσα. Γύρισα για να την πάρω και τον είδα να με κοιτάει στην πόρτα.
"Τι;" χαμογέλασε αχνά, νόμιζα ότι θα μου ορμούσε.
Μου γύρισε την πλάτη του και έφυγε. Η μπλούζα του μου έφτανε λίγο πιο κάτω από τους γλουτούς μου.
Ξάπλωσα στο κρεβάτι και έκλεισα το φως. Το δωμάτιο ήταν πίσσα σκοτάδι και οι σκιές από τα έπιπλα με τρόμαζαν. Δεν μπορούσα να κοιμηθώ.
Σηκώθηκα από το κρεβάτι και με μικρά και γρήγορα βήματα κατευθύνθηκα στο δωμάτιο του Κωστή. Κοιμόταν. Αρχικά πήγα να ανοίξω το φως όμως θα τον ξυπνούσα και δεν ήθελα. Πλησίασα στο κρεβάτι του και έκατσα στην άκρη. Του χάιδευα το χέρι.
"Κωστή;" του ψιθύρισα.
"Τι 'ναι;" μου είπε με ένα χασμουρητό.
"Φοβάμαι" έτριψε τα μάτια του.
"Τι φοβάσαι;" ανακάθησε.
"Δεν ξέρω" έκανε στην άκρη και μου έκανε νόημα να ξαπλώσω δίπλα του.
Χώθηκα κάτω από το σεντόνι και εκείνος άνοιξε το χέρι του για να ξαπλώσω στην αγκαλιά του. Προσπαθούσα να τραβήξω την μπλούζα του όσο πιο κάτω γινόταν και ακούμπησα απαλά το κεφάλι μου στο στήθος του και το χέρι μου στην κοιλιά του. Θεέ μου δεν φορούσε μπλούζα. Όμως και πάλι μύριζε υπέροχα. Έκλεισε το χέρι του και με χάιδευε στην πλάτη μέχρι να με πάρει ο ύπνος.
Ξύπνησα. Ούτε που ήξερα τι ώρα ήταν. Ο Κωστής κοιμόταν ακόμα δίπλα μου. Σηκώθηκα απαλά για να μην τον ξυπνήσω. Ξεσκεπάστηκα. Η μπλούζα του είχε αφήσει τα μπούτια μου ακάλυπτα. Γύρισα να τον σκεπάσω όμως τον είδα να με κοιτάει. Κατέβασα βιαστικά την μπλούζα.
"Καλημέρα" του είπα με χαμόγελο όσο αμήχανα και αν ένιωθα.
"Τι ώρα είναι;" είπε και τεντώθηκε.
"Δεν ξέρω" κοίταξα ένα ρολόι στον τοίχο "Δύο".
Σηκώθηκε όρθιος. Φορούσε μόνο μια φόρμα.
"Εε πάω να πάρω τα πράγματα μου και να ντυθώ γιατί πρέπει να πάω σπίτι" χαμογέλασα αχνά και γύρισα για να φύγω όμως έπεσα πάνω στον τοίχο.
Δεν έδωσα σημασία, πήγα λίγο πιο δεξιά και βγήκα από το δωμάτιο.
Μπήκα στον ξενώνα και έκλεισα την πόρτα. Έβαλα τα ρούχα που φόραγα και χθες και ξαναπήγα στο δωμάτιο του Κωστή για να του αφήσω την μπλούζα, δεν ήταν εκεί. Λογικά κατέβηκε κάτω. Ετσι έκανα κι εγώ.
Κατευθύνθηκα προς την κουζίνα για να πιω νερό, ούτε εκεί ήταν. Έπιασα ένα ποτήρι και άνοιξα τη βρύση.
Τον ένιωσα από πίσω μου, ήταν ακόμα χωρίς μπλούζα. Τοποθέτησε τα χέρι του στον πάγκο με αποτέλεσμα να μην μπορώ να κουνηθώ. Ακούμπησε τα χείλη του στο λαιμό μου. Αναστέναξα.
"Θες να μείνεις και απόψε εδώ;" μου ψιθύρισε στο αυτί αισθησιακά.
Δεν μιλούσα, είχα παρασυρθεί από τον τόνο της φωνής του.

YOU ARE READING
Angelic Touch
RomanceΜπορώ μόνο να σε φανταστώ μπροστά στα σκοτεινά μου μάτια να λάμπεις σαν κεραυνός. Όπως ένα νεφέλωμα που πρόκειται να σχηματιστεί. Έχω τη μύτη μου κοντά στα σεντόνια γιατί με κάποιο τρόπο αυτό το κενό πήρε τη θέση σου. Είσαι πολύ μακριά, αλλά υπολ...