Είμαι η Ροουζ και ζω στην Ρωσία.
Μένω μόνη στην Πετρούπολη εδώ και 11 χρόνια από τότε που έχασα τους γονείς μου. Συνηθίζω να περνάω τα Χριστούγεννα μόνη αλλά φέτος είπα να τα περάσω στο πατρικό μου με τους παππούδες μου επειδή κάθε χρόνια με προσκαλούσαν και δεν πηγενα όποτε είπα να τους κάνω το χατίρι φέτος.
Δεν χορταίνω να βλέπω την πόλη ντυμένη στα άσπρα γιαυτο και ο χειμώνας είναι ο αγαπημένος μου μήνας. Είχα απορροφηθεί τόσο από την ομορφιά του τοπίου που δεν άκουσα ότι το τηλέφωνο μου χτυπούσε ευτυχώς το πρόλαβα στο τσακ πριν κλείσει.
-Ναι γιαγιά. Ετοιμάζω βαλίτσες. Ναι τα έχω πάρει όλα. Ναι είμαι καλά. Θα οδηγήσω εγώ ο Δημήτρης δεν μπορεί, είναι σε διακοπές στην Ιταλία. Όχι δεν είμαι ανάγκη μπορώ και μόνη. Ναι τα λέμε θα είμαι σε λίγες ώρες εκεί.
Αφού πακεταρισα και τα τελευταία ρούχα πήρα τις βαλίτσες και τις κατέβασα κάτω για να φύγω.
Η διαδρομή ήταν ήσυχη και σιωπηλή . Προτιμούσα να μην ακούω μουσική και απλά να χαζεύω το τοπίο. Όταν έφτασα στο πατρικό η γιαγιά βγήκε αμέσως και έτρεξε να με αγκαλιάσει.
-Αγάπη μου ποσό μεγάλωσες έγινες ολόκληρη γυναίκα. Ποσό μου έχεις λείψει, γιατί δεν είχες έρθει τις προηγούμενες φορές, θέλαμε τόσο πολύ μα σε δούμε.
- Γιαγιά μην κλαις είμαι εδώ τώρα ο παππούς που είναι;
- Είναι πάνω στο γραφείο του ασχολείται με κάτι υποθέσεις, όπως πάντα.
- Εντάξει, θα πάω για λίγο πάνω να τον δω και μετά θα έρθω κάτω.
- Πήγαινε αγάπη μου, εγώ θα πάω να στρώσω να φάμε και να βάλω τα πράγματα σου στο παλιό σου δωμάτιο.
Το σπίτι δεν είχε αλλάξει, είχε παραμείνει όπως ήταν. Πολλές αναμνήσεις έρχονταν στο μυαλό μου από τότε που περνούσα τις διακοπές σε αυτό το σπίτι.
Χτύπησα την πόρτα και περίμενα για να μου πει να μπω μέσα.
- Πέρασε.
- Παππού.
- Ροζα κοριτσάκι μου ποσό χαίρομαι που σε βλέπω.
- Και εγώ χαίρομαι, μου έλειψες και εσυ και η γιαγιά.
- Τότε γιατί δεν ερχόσουν;
- Δεν μπορούσα τότε πονούσα και δεν ήθελα να ξανά έρθω εδώ γιατι όλα μου θύμιζαν τους γονείς μου. Με πονούσε να θυμάμαι ότι εγώ επέζησα και αυτοί έφυγαν, έκλαιγα και τους παρακαλούσα να κρατήσουν τα μάτια τους ανοιχτά. Ακόμα θυμάμαι την μητέρα και τον πατέρα να μου λένε να ζήσω και να μην τα παρατήσω ποτέ. Το μόνο που μου έδωσαν πριν κλείσουν και οι δυο τα μάτια ήταν ένα κολιέ. Κοιμόμουν και ξυπνούσα με το κολιέ αγκαλιά δεν μπορούσα να το πιστέψω ότι ήμουν μόνη και με είχαν αφήσει. Δεν θα το είχα ξεπεράσει αν δεν ήταν η θεία Χριστίνα χρωστάω πολλά σε αυτήν , με μεγάλωσε με στήριξε και μου έδωσε κουράγιο.
Τα δάκρυα που συγκρατουσα πριν κύλισαν στα μάγουλα μου.
- Ροζα το ξέρω ότι ακόμα πονάς ούτε για μένα ήταν εύκολο που έχασα την μονάκριβη κόρη μου αλλά εσυ επεζησες και μου την θυμίζεις. Τους είπα ότι θέλω να αναλάβω την κηδεμονία σου αλλά η θεία σου επέμενε να σε πάρει. Έλεγε ότι δεν πρέπει να σε πάρουμε γιατί θα γίνεις χειρότερα γιαυτο σε πήρε και φύγατε στην Αγία Πετρούπολη. Εμείς σε αγαπάμε και πάντα θα σε αγαπάμε.
Δεν το περίμενα ότι και ο παππούς θα έκλαιγε. Δεν τον είχα δει ποτέ να κλαίει , μπορεί να έκλαψε στην κηδεία των γωνιών μου αλλά δεν θυμάμαι ήμουν μικρή.
Μείναμε έτσι αγκαλιασμένοι για λίγο και θυμήθηκα τότε που είχα αγκαλιάσει για τελευταία φορά το παππου, αλλά ένα χτύπημα στην πόρτα με έβγαλε από τις σκέψεις.
- Τι πάθατε και οι δυο σας, περιμένω εδώ και κάτι λεπτά κάτω. Έγινε κάτι;
- Όχι αγάπη μου εδώ λέγαμε κάτι με την Ροζα και παρασυρθήκαμε.
- Τότε ελάτε πάμε κάτω το φαγητό είναι έτοιμο και θα κρυώσει έτσι όπως πάτε.
- Έλα πάμε Ροζα αν θες συνεχίζουμε την κουβέντα μας αργότερα.
- Τι αργότερα άστο το παιδί μπορεί αργότερα να θέλει να ξεκουραστεί η να πάει μια βόλτα έχει και τόσο ωραίο καιρό.
- Όχι γιαγιά προτιμώ να κάτσω μέσα σήμερα να τα πούμε.
- Εντάξει, όμως τώρα ας πάμε να φάμε.
Το φαγητό ήταν υπέροχο και η γιαγιά είχε φτιάξει το αγαπημένο μου φαγητό
Μοσχάρι Στρογγανόφ.
-Γιαγιά όλα είναι τέλεια για στα χέρια σου.
- Ευχαριστώ αγαπη μου.
- Εγώ λέω να πάω να ξεκουραστώ.
- Γιατί δεν πας μια βόλτα έχει και ωραίο καιρό.
- Δεν έχω και πολύ όρεξη.
- Ροζα νομίζω ότι μια βόλτα θα ήταν μια καλή ιδέα, πήγαινε να ξαναθυμηθείς το μέρος και θα έρθω και εγώ πιο μετά.
- Εντάξει, αλλά θα ερθεις ακόμα δεν τελειώσαμε εκείνη την κουβέντα που είχαμε.
- Ναι, θα έρθω να με περιμένεις στην λίμνη εκεί όπου παλιά έπαιζες.
- Πάω να αλλάξω και φεύγω.
Τους φυλάω και τους δυο και φεύγω.
- Δεν έχει αλλάξει από χαρακτήρα καθόλου όπως πάντα πεισματάρα και πάντα θέλει να περνάει το δικό της.
-Τι ήταν η κουβέντα που είχατε αφήσει στην μέση;
- Για τους γονείς της. Γιατί την πήρε η θεία της και όχι εμείς. Δεν έπρεπε να την αφήναμε το ξέρω ότι αυτή την βοήθησε αλλά...
- Και οι δυο το ξέρουνε ότι η καλύτερη λύση ήταν εκείνη. Έτσι και αλλιώς τώρα μεγάλωσε και μπορεί να αποφασίσει μόνη της που θέλει να μείνει.
- Έχεις δίκιο , έχει μεγαλώσει. Όμως μοιάζει πολύ στην μητέρα της και αυτή τα ίδια έκανε αν άνοιγες μια κουβέντα και δεν την συνέχιζες μετά παραπονιόταν μέχρι να περάσει το δικό της.
- Η όταν της έλεγες κάτι και δεν το έκανε αν δεν έλεγες υπόσχομαι.
- Γιαγιά, παππου φεύγω εγώ.
- Για σου αγάπη μου θα έρθω και εγώ σε λίγο.
Τελικά είχαν δίκιο ήταν πολύ ωραίος καιρός. Ο ήλιος έλαμπε, καμία σχέση μα τις κρύες μέρες στην Αγία Πετρούπολη. Ακολούθησα το μονοπάτι που οδηγούσε στο δάσος για να πάω στην λίμνη.Γεια σας!!!!
Θα ήθελα να σας ευχαριστήσω αν διαβάσατε το κεφάλαιο και επισεις να κάνετε like or comment αν σας άρεσε η δεν σας άρεσε η ιστορία. Στο επόμενο κεφάλαιο θα βγάλω και τους ήρωες του βιβλίου.
YOU ARE READING
Ο τελευταίος χειμώνας
Non-FictionΉταν τέλη χειμώνα λιγες μέρες ακόμα και θα γυρνούσα πίσω στην πόλη. Όμως δεν ήθελα, μου άρεσαν οι μέρες στο χωριό και δεν ήθελα να φύγω αλλά πάνω απο όλα ήθελα να ξαναδώ εκείνον τον άσπρο λύκο με τα γαλάζια μάτια. Μπορεί να υπάρξει φιλία μεταξύ ενό...