Εισαγωγή

41 7 1
                                    

Ας υποθέσουμε ότι έχουμε δύο ανθρώπους με εντελώς διαφορετικούς κόσμους : Η μία, ενώ έδειχνε ότι ήταν τελείως εξωστρεφής, την είχαν κάνει να κλειστεί στον εαυτό της. Βλέπεις, είχε πληγωθεί πολύ και η εμπιστοσύνη της είχε κλονιστεί από άτομα που απλά την χρησιμοποίησαν. Εκείνος, ήταν κυκλοθυμικος. Άλλαζε η ψυχική του κατάσταση από την μία στιγμή στην άλλη. Μεγαλωμένος σε ένα περιβάλλον που δεν επικρατούσε η αγάπη αλλά κυρίως το μίσος και η βία , ήταν ντροπαλός. Είχε σταθεί όμως στις δικές του δυνάμεις. Και εκείνη ήταν ντροπαλή κ ας προσπαθούσε να μην το δείξει. Τυχαία, βρέθηκαν στο ίδιο μέρος για κάτι δευτερολεπτα. Εκείνη γύρισε να τον κοιτάξει αυτός όμως ίσα που γύρισε το βλέμμα του.

Γνωρίστηκαν. Συγκεκριμένα γνωρίζονταν απλώς τώρα γνωρίστηκαν καλύτερα. Εκείνος την ερωτευοταν χωρίς όμως εκείνη να καταλαβαίνει το γιατί. Είχε ανασφάλειες, πολλές ανασφάλειες και δεν πίστευε στον εαυτό της. Αυτός έκανε τα πάντα για να την κατακτήσει κ τελικά το κατάφερε. Βλέπεις, αυτή είχε ανάγκη από έναν άνθρωπο με υπομονή και να την καταλαβαίνει. Ήθελε έναν άνθρωπο στον οποίο να μπορεί να πει τα πάντα χωρίς να φοβάται μήπως γελοιοποιηθει. Οι ανασφάλειες της όμως συνέχισαν να υπάρχουν.

Εκείνη αγαπούσε τα βιβλία και τις ταινίες. Κυρίως τις ταινίες. Μπορούσε να χαθεί μέσα σε αυτές για ώρες κ όταν την ενοχλούσες εκείνη θύμωνε. Ξερεις, ήταν σαν να της διαταρασσεις τον νέο κόσμο στον οποίο είχε μπει. Ένιωθε λες κ ανήκε, ότι ταίριαζε εκεί. Αυτός, την χάζευε. Οχι μόνο τότε, γενικά την παρατηρούσε. Ήθελε να την παρατηρεί σε όλες τις φάσεις της. Λάτρευε να την κοιτάζει, τον ηρεμουσε. Έλεγε οτι ήταν ο κόσμος του και οτι δεν ήθελε ποτέ να την χάσει. Από την άλλη αυτός δεν έτρεφε ιδιαίτερη αγάπη για τα βιβλία αλλά ούτε για τις ταινίες. Δεν είχαν καν το ίδιο γούστο στην μουσική.

Ήταν δύο εντελώς διαφορετικοί κόσμοι. Κανεις, θα μπορούσε να πει ότι η σχέση τους δεν θα κρατούσε. Εκείνος ζήλευε, κ ας μην το παραδεχόταν , θύμωνε συχνά. Εκείνη, είχε υπομονή και δεν μίλαγε πολύ. Τον αγαπούσε πολύ για να τον χασει.

Η χαρακτηριστική μυρωδιά του καφέ βρίσκεται στον αέρα. Εκείνη είναι καθισμένη στον λευκό καναπέ έχοντας στα πόδια της ενα βιβλίο με Μπορντό εξώφυλλο ο τίτλος του οποίου αχνοφαίνεται. Στο δεξί της χέρι κρατάει μια μαύρη κούπα απο την οποία βγαίνουν ατμοί ενώ με το αριστερό της αλλάζει σελίδα. Τα μαλλιά της είναι λυμένα κάτω και σπαστά αλλά μακριά πολύ μακριά. Δεν διακρίνεται ίχνος μεικ απ στο πρόσωπο της, άλλωστε ποτέ δεν βαφοταν. Ακούγεται η πόρτα να ανοίγει. Πετάει το βιβλίο αφήνει την κούπα κάτω και τρέχει προς το μέρος της πόρτας για να τον υποδεχτεί. Ναι αυτόν. Ναι πλέον μένουν μαζί στο δικό τους σπίτι με θέα από το σαλόνι την θάλασσα κ από το υπνοδωμάτιο τα βουνά. Αγαπούσε τα βουνά ενώ αυτός την θάλασσα. Εκείνος την αγκαλιάζει σφιχτά και την φιλάει στο μέτωπο.

Βράδυ πλέον, εκείνη μισοκοιμισμενη στην αγκαλιά του κ αυτός να της χαϊδεύει το κεφάλι και να σκέφτεται. Να σκέφτεται τις στιγμές τους. Την σκουνταει, κ εκείνη διαμαρτύρεται αλλά εκείνος δεν της δίνει σημασία. "Σηκω" της λέει "Φευγουμε". Εκείνη απορημένη κοιτάει την ώρα "Είναι 1παρα το βραδυ" λέει κ πέφτει με τα μούτρα στο μαξιλάρι της. Ακολουθεί μια παύση καθώς εκείνος είχε αφεθεί στο να την κοιτάει . Εκείνη το καταλαβαίνει όπως πάντα και του χαμογελάει ενώ ταυτόχρονα γυρνάει να τον κοιτάξει. "Σηκω" επιμένει αυτός κ την τραβάει από το χέρι όπως σηκώνεται. "Που παμε; " λέει αυτή καθώς ανακαθεται στο κρεβάτι. "Πάρε τον σκύλο, 2-3 ρούχα κ πάμε. Θα σε περιμένω σε ενα τέταρτο εξω" της λέει κ φεύγει απο το δωμάτιο. Εκείνη κάθεται για μερικά λεπτά για να επεξεργαστεί αυτά που μόλις άκουσε. Απορημένη σηκώνεται παίρνει μια τσάντα πετάει 5 ρούχα και αφού ντύνεται κ αυτή παίρνει τον σκύλο κλειδώνει κ μπαίνει στο αυτοκίνητο . "Που παμε; " ξαναρωταει για 100στη φορά. Αυτός δεν της απαντάει απλά ξεκινάει να οδηγεί. Εκείνη την πηρε ο ύπνος καθώς χάζευε έξω από το παράθυρο. Αυτός χαμογέλασε. Ήξερε ότι θα της αρέσει πολύ εκεί που θα πάνε. Μετά απο 2 ώρες φτάνουν στον προορισμό τους. Αφού την ξυπνάει εκείνος κατέβηκε για να πάρει τα πράγματα. Δεν υπήρχε τίποτα τριγύρω παρά μόνο πεδιάδα. "Τι κάνουμε εδώ; " ρώτησε εκείνη. "Ζουμε για λίγο ελεύθεροι μακριά από όλους. Μόνο εσύ εγώ  κ ο σκύλος. " της απάντησε.

Εκείνη Λάτρευε τα αστέρια. Εκείνος λάτρευε να είναι μαζί της χωρίς να υπάρχουν άλλοι τριγύρω. Μόνο οι δύο τους. Ανοιγονταν πιο εύκολα και ένιωθαν ένα. Την αγαπούσε πολύ. Και εκείνη... Εκείνη δεν θα τον άφηνε. Ποτέ. Ούτε αυτός εκείνη. Ήταν ένα. Κ το <<ένα>> τους δεν μπορούσε να χωριστεί.

"Εκείνη"

You've reached the end of published parts.

⏰ Last updated: Feb 28, 2018 ⏰

Add this story to your Library to get notified about new parts!

Εκείνη Where stories live. Discover now