ΚΕΦΑΛΑΙΟ xvii.

24 4 1
                                    

ΚΕΦΑΛΑΙΟ xvii.

«Έχεις γίνει χάλια!» παρατήρησε αφήνοντας ένα γέλιο η Chloe, μισομπουκωμένη με πίτσα, κρατώντας το τεράστιο κομμάτι και με τα δυο της χέρια.

«Λες κι εσύ είσαι καλύτερα!» ανταπέδωσε ο Noah που βρισκόταν σε μια αντίστοιχη κατάσταση.

Λίγα λεπτά αργότερα είχαν τελειώσει με το φαγητό τους, και σ' ένα παραδόξως ευχάριστο κλίμα έφυγαν απ' το μαγαζί και ξεκίνησαν να κατευθύνονται προς τους κοιτώνες. Η κουβέντα τους ήταν ευχάριστη και ανάλαφρη, σαν να μιλούσαν για πρώτη φορά, χωρίς να είχε προηγηθεί η προηγούμενη συμπεριφορά της, αλλά ταυτόχρονα σαν να γνωρίζονταν χρόνια. Αντάλλασσαν λέξεις που δεν είχαν κάποια βαρύτητα ή κάποιο συγκεκριμένο νόημα. Ήταν κάτι ρηχό, σίγουρα, μα το χρειαζόταν; Ήταν μια καινούργια οπτική που την βοήθησε να ξεχαστεί.

Και κάπως έτσι κύλησαν οι μέρες. Δεν είχε πολλά πράγματα να αντιμετωπίσει πέρα απ' αυτά που ήταν δεδομένα για ένα φοιτητή. Σχολή, παρέες -όσο λίγο κόσμο κι αν είχε γνωρίσει- και άγχος για τις εργασίες που δεν θα προλάβαινε ποτέ, ή έτσι πίστευε. Έβγαινε, περνούσε καλά και παραγωγικά όσο μπορούσε το χρόνο της και δεν σκεφτόταν με τίποτα τον Louis. Είχε πείσει τον εαυτό της ότι δεν την ένοιαζε και δεν έπρεπε να τη νοιάζει. Είχε κάνει τις αποφάσεις του, ήξερε τις συνέπειες και ζούσε με αυτές όπως κι εκείνη εξάλλου. Οπότε δεν είχε να νιώσει άσχημα για κάτι, το μόνο που όφειλε στον εαυτό της να κάνει ήταν να προχωρήσει και αυτό ακριβώς έκανε και σκόπευε να συνεχίσει να κάνει.

Είχε φτάσει πλέον στον δεύτερο μήνα του εξαμήνου και αποφάσισε να φορτώσει το πρόγραμμά της μ' ένα ακόμη σεμινάριο που της φάνηκε ενδιαφέρον.

«Κοινωνιολογία του Πολιτισμού? Λες και δεν έχεις αρκετά στο πρόγραμμά σου...» μονoλόγησε η Agnes σχεδόν μπερδεμένη για τη φίλη κι ακούμπησε το χαρτί της δήλωσης δίπλα της.

«Αφού εσύ περισσότερο απ' όλους εδώ πέρα ξέρεις ότι θέλω να γεμίσω το χρόνο μου. Άσε που φαίνεται ενδιαφέρον.» απάντησε η Chloe μ' ένα αδιάφορο τόνο και κοίταξε τον λευκό ήλιο πίσω απ' τα σύννεφα.

Ήταν καλά. Έτσι έλεγε κι έτσι ένιωθε, καλά. Ο καιρός είχε αρχίσει να φτιάχνει, μαζί και η διάθεσή της. Έστριψε ένα τσιγάρο και χαμογέλασε, ενώ στο μυαλό της έπαιζαν αποσπασματικά στιγμές απ' τους δύο τελευταίους μήνες. Μεθύσια, λάθη -ευτυχώς όχι απ' αυτά που δεν θα την άφηναν να κοιμηθεί το βράδυ, πολλή πίεση και πολλά γέλια. Ήταν μόλις δυο μήνες μ' αυτούς τους ανθρώπους αλλά τους είχε τόσο κοντά της πια, της γέμιζαν ένα κενό που δεν ήξερε πως είχε μέχρι να τους γνωρίσει.

Black And Poisonous Touch L. T.Where stories live. Discover now