Μπορώ μόνο να σε φανταστώ μπροστά στα σκοτεινά μου μάτια να λάμπεις σαν κεραυνός.
Όπως ένα νεφέλωμα που πρόκειται να σχηματιστεί.
Έχω τη μύτη μου κοντά στα σεντόνια γιατί με κάποιο τρόπο αυτό το κενό πήρε τη θέση σου.
Είσαι πολύ μακριά, αλλά υπολ...
Φτάσαμε σπίτι του. Μου φαινόταν αλλαγμένο από την τελευταία φορά που είχα βρεθεί εδώ. Καλύτερα όμως να μην τα θυμάμαι αυτά.
"Εγώ πάω πάνω τις βαλίτσες και έρχομαι" του χαμογέλασα και άρχισα να εξερευνώ το σαλόνι.
Μεγάλο σπίτι. Κοιτούσα τις φωτογραφίες του. Ακόμα και μικρός κούκλος ήταν.
"Ποια είσαι εσύ;" άκουσα μια γυναικεία φωνή πίσω μου.
Γύρισα και αντίκρισα μια γυναίκα γύρω στα σαράντα πέντε. Οι ρυτίδες κυριαρχούσαν γύρω από τα μάτια και το λαιμό της. Στα χέρια της κρατούσε μια βρεγμένη πετσέτα.
Άνοιξα το στόμα μου για να μιλήσω αλλά τι να έλεγα; Δεν ήξερα καν ποια ήταν. Ευτυχώς με γρήγορα βήματα κατέβηκε από την ξύλινη σκάλα ο Τεό.
"Μαμά;" ρώτησε ξαφνιασμένος κοιτώντας την κυρία.
"Ποια είναι η κοπέλα;" η φωνή της ήταν αυταρχική.
"Η κοπέλα μου. Ίφη από δω η μαμά μου" έδωσα το χέρι μου διστακτικά αλλά εκείνη με κοίταξε με απαξιωτικό βλέμμα και πήρε από το χέρι το γιο της στην κουζίνα.
Πολύ ωραία θα περάσουμε. Ήταν αρκετή ώρα εκεί. Από περιέργεια και μόνο στάθηκα πίσω από την πόρτα.
"Μαμά, σταμάτα. Δεν τη ξέρεις και μη μιλάς έτσι για αυτήν" άκουγα τον Τεό να φωνάζει.
"Γιατί δε μου είπες ότι θα φέρεις κοπέλα;".
"Σπίτι μου είναι ό,τι θέλω θα κάνω".
Μπήκα μέσα. Η μαμά του είχε φανεί από την πρώτη στιγμή ότι δε με συμπαθούσε. Οι πεθερές ήταν κάτι που συχαινόμουν από πάντα. Με κοιτούσε με μισό μάτι. Τράβηξα τον Τεό έξω.
"Αν υπάρχει πρόβλημα μπορώ να φύγω".
"Δεν θα φύγεις Ίφη".
[...]
Τελικά έφυγε η μάνα του. Στο καλό. Μπορεί να είμαι κακιά αλλά δεν την μπορώ καθόλου.
Ανέβηκα στο δωμάτιο. Τεράστιο. Ξάπλωσα στο μεγάλο διπλό κρεβάτι. Το άρωμα του με κατέκλυσε. Τόσο υπέροχο. Μετά από λίγο ήρθε και ο Τεό.
"Συγγνώμη για τη μαμά μου δεν ξέρω τι έπαθε".
"Σσσς" είπα και τοποθέτησα μαλακά το δείκτη μου στα χείλη του.
Τον τράβηξα κοντά μου και τον έβαλα να κάτσει. Ανέβηκα πάνω του και εκείνος άρχισε να μου βγάζει με απαλές κινήσεις τη μπλούζα.
Ups! Gambar ini tidak mengikuti Pedoman Konten kami. Untuk melanjutkan publikasi, hapuslah gambar ini atau unggah gambar lain.
Τον έσπρωξα και έπεσα από πάνω του. Περιττό να πω τι ακολούθησε.
Μετά από αρκετή ώρα άγριου και παθιασμένου σεξ ξάπλωσα στο γυμνό στήθος του. Τόσο ωραία αίσθηση. Και έτσι κοιμηθήκαμε.
Το επόμενο πρωί ξύπνησα και ένιωθα το στόμα μου πολύ στεγνό. Αν και ήμουν πολύ κουρασμένη αποφάσισα να κατέβω να πιω νερό και να φτιάξω καφέ.
Φόρεσα ένα πουκάμισο του και άρχισα να περπατάω με μικρά και προσεκτικά βήματα. Ακόμα φοβόμουν τις σκάλες οπότε πήγαινα σιγά σιγά.
Τελικά έφτασα στην κουζίνα. Ήπια νερό και έφτιαξα καφέ και για τους δυο μας. Έπιασα τις δύο κούπες και όπως βγήκα από την πόρτα έπεσα πάνω σε κάποιον. Ευτυχώς δε χύθηκαν.
"Πρόσεχε κοπέλα μου" είπε η μαμά του.
Αυτή μου έλειπε πρωί πρωί.
"Συγγνώμη δε σας είδα" προσπάθησα να το παίξω καλή.
Με κοίταξε από πάνω μέχρι κάτω.
"Τι κανείς με το πουκάμισο του γιου μου;" με κοίταξα και ύστερα εκείνη.
"Το φοράω" είπα και την προσπέρασα. "Ο Τεό κοιμάται άμα τον θέλετε περάστε αργότερα" είχα ήδη αρχίσει να ανεβαίνω τις σκάλες.
"Θα περιμένω" φώναξε προφανώς για να την ακούσω.
Μπήκα στο δωμάτιο και ακούμπησα τις κούπες στο κομοδίνο, μάλλον τον ξύπνησα. Έτριψε τα μάτια του.
"Τι έγινε;" με ρώτησε μπερδεμένος.
Κάθισα στο κρεβάτι και σταύρωσα τα χέρια μου στο στήθος.
"Είναι η μάνα σου κάτω" αγανάκτησε.
Μου χάιδεψε τον ώμο για να ηρεμήσω. Ας το παίξει καλή αυτή η γυναίκα και ας μη με συμπαθεί. Άμα την έχω κάθε μέρα εδώ μέσα δεν ξέρω τι θα κάνω, πραγματικά.
Κατέβηκε κάτω, δεν ξέρω τι έγινε αλλά την άκουσα να φεύγει. Ανακουφίστηκα.
Ντύθηκα και κατέβηκα κι εγώ. Ελεγξα το χώρο γύρω μου και αφού βεβαιώθηκα ότι δεν ήταν εδώ, προχώρησα προς το σαλόνι.
Τον είδα να κάθεται και του χαμογέλασα. Τον πλησίασα και τον φίλησα.
Αύριο ξεκινούσε η σχολή για μένα και το μπαρ για εκείνον. Δεν ξέρω πως θα πάει αυτή η χρονιά. Έχω πολλούς ενδοιασμούς και άγχος. Ας πάνε όλα καλά και δε θέλω τίποτε άλλο.
"Τι θες να κάνουμε το βράδυ;" με ρώτησε και τον κοίταξα πονηρά. "Εγώ έλεγα να βγούμε" είπε και γέλασε.
"Εντάξει" δεν είχα και άλλη επιλογή.
Να βγούμε και λίγο από το σπίτι. Τελευταία μέρα ελευθερίας και μετά πάλι διάβασμα και πρωινό ξύπνημα. Σκέτη ρουτίνα. Θα τα καταφέρω όμως, λίγα χρόνια έμειναν.