Κεφάλαιο 7ο - Η ιστορία της Μέλανι

790 84 5
                                    

"Χίλια συγγνώμη, σε ξέχασα!" βιάστηκε να πει ο Χρήστος μόλις την αντίκρυσε.

Εκείνη στεκόταν όρθια, και αμήχανη μπροστά από τον καναπέ.

"Κι εγώ που νόμιζα πως με κλείδωσες επίτηδες." αποκρίθηκε η Μέλανι και εκείνος χαμογέλασε.

"Νομίζω πως έκανα καλά που σε κλείδωσα, ακόμη κι αν το έκανα καταλάθος. Αν είχες φύγει, δε θα ήξερα που να σε ψάξω. Δεν ξέρω τίποτα για 'σένα, και σου είπα πως ίσως είσαι στόχος του κατά συρροή δολοφόνου." της απάντησε ο Χρήστος και προχώρησε προς το σαλόνι.

"Ίσως να έχεις δίκιο. Μέλανι Παππά." είπε δειλά εκείνη κι έτεινε το χέρι της προς το μέρος του.

"Χρήστος Παπαδόπουλος." της απάντησε και έσφιξε το χέρι της στο δικό του.

Εκείνη κοκκίνησε και χαμήλωσε το βλέμμα της.

"Συγγνώμη για το θάρρος, όμως πείνασα και μαγείρεψα κάτι να φάω όσο έλειπες. Αν πεινάς, μπορώ να σου φτιάξω κι εσένα μία ομελέττα στα γρήγορα." είπε δειλά εκείνη και ακόμη είχε χαμηλωμένο το βλέμμα της.

"Δεν υπάρχει πρόβλημα. Σε ευχαριστώ, όμως δεν πεινάω." της αποκρίθηκε εκείνος και έκατσε στον καναπέ.

Έκατσε και αυτή δειλά δίπλα του, και άγχος άρχισε να την πλημμυρίζει. Ο Χρήστος χωρίς να το πολυσκεφτεί, πήρε αμέσως το λόγο.

"Λοιπόν, πού μένεις;" ρώτησε εκείνος και η Μέλανι χαμήλωσε και πάλι το βλέμμα της.

"Πουθενά συγκεκριμένα." απάντησε εκείνη και ο Χρήστος γύρισε να την κοιτάξει παραξενευμένος.

"Τί εννοείς;" ρώτησε και πάλι εκείνος.

"Πριν μία εβδομάδα, μου έκαναν έξωση από το διαμέρισμα που έμενα, και από τότε περιπλανιέμαι από πάρκο σε πάρκο..." του απάντησε εκείνη με τρεμάμενο τόνο.

"Για ποιο λόγο σου έκαναν έξωση;" ήθελε να μάθει ο Χρήστος.

"Ο συγκάτοικός μου, τους τελευταίους πέντε μήνες, έπαιζε στο τζόγο τα χρήματα που του έδινα για το ενοίκιο. Εγώ φυσικά, δεν είχα αντιληφθεί κάτι, μέχρι που καταλήξαμε να μας πετάξουν στο δρόμο. Ζήτησα από το αφεντικό μου, στο καφέ όπου εργαζόμουν, να μείνω για λίγο καιρό στην αποθήκη του μαγαζιού μέχρι να βρω ένα καινούριο διαμέρισμα, όμως ο συγκάτοικός μου ήρθε από το μαγαζί και έκανε φασαρία, οπότε με απέλυσαν. Έχω μία εβδομάδα που περιφέρομαι για να βρω δουλειά και στέγη, όμως καταλήγω κάθε βράδυ να κοιμάμαι και σε διαφορετικό πάρκο." απάντησε ειλικρινά στην ερώτησή του.

"Δεν είναι δυνατόν!" αναφώνησε αποσβωλομένος εκείνος.

"Του έκανες μήνυση; Οικογένεια δεν έχεις;" συνέχισε να τη ρωτά ο Χρήστος.

"Από τα τρία μου βρίσκομαι σε ορφανοτροφείο. Οι γονείς μου με παράτησαν, και από τότε, δεν έψαξαν ποτέ ξανά για μένα. Στα δεκαοχτώ μου, με έδιωξαν από το ορφανοτροφείο, και με πήρε ύπο την προστασία του ο Πάτερ Παύλος, της εκκλησίας της Αγίας Άννας. Με βοήθησαν πολύ όλοι τους, όμως μεγαλώνοντας ήθελα να ζήσω διαφορετικά και δεν με καταλάβαιναν. Με ωθούσαν σε μία ζωή σαν των καλογριών, και όχι πως ήταν κακό αυτό, όμως εγώ ένιωθα να πιέζομαι, οπότε βρήκα μία δουλειά και έφυγα και από εκεί. Ορθοπόδησα μόνη μου, και τα έβγαζα πέρα, δίχως όμως να αποταμιεύω κάτι. Τα χρήματα ίσα ίσα που μου έβγαιναν για μένα, δεν είχα άλλες οικονομίες. Έτσι, την προηγούμενη εβδομάδα, κατάντησα να είμαι άστεγη, νηστική, δίχως χρήματα, και τελείως μόνη μου. Όσο για τη μύνηση, δεν ήθελα να μπλέξω με την αστυνομία καινούτε μαζί του." του εξιστόρησε την ιστορία της ζωής της κι αυτός έμεινε να την κοιτά σα χάνος.

Δε μπορούσε να καταλάβει πως μπορούσε να φερθεί τόσο σκληρά η ζωή, σε ένα αθώο και απροστάτευτο κορίτσι.

"Θα μείνεις εδώ μαζί μου!" είπε δίχως να το πολυσκεφτεί ο Χρήστος, κι εκείνη γύρισε να τον κοιτάξει με δυσπιστία.

"Εννοώ...πως...μπορείς να βρεις μία δουλειά για αρχή και μπορούμε να γίνουμε συγκάτοικοι. Θα μοιραζόμαστε τα έξοδα, και εσύ θα έχεις κάπου να μείνεις. Τουλάχιστον, μέχρι να σταθείς και πάλι στα πόδια σου!" συνέχισε εκείνος και κρεμόταν από τα χείλη της για την απάντησή της.

"Είσαι ένας άγγελος. Δεν ξέρω πως να σε ευχαριστήσω!" απάντησε εκείνη χαρούμενη και έπεσε με φόρα πάνω του για να τον αγκαλιάσει.

ΠΡΑΚΤΟΡΑΣ...ΣΕ ΜΠΕΡΔΕΜΑΤΑ (2ο ΒΙΒΛΙΟ) {TYS2023}Место, где живут истории. Откройте их для себя