Κεφάλαιο XXVII

1.4K 118 5
                                    

«Έλα αφεντικό .»
«Που είσαι επιτέλους . Τόσες μέρες περιμένω να τους βρεις . Κανόνισε θα σπυ κόψω το κεφάλι .»
«Τους βρήκα .»
«Επιτέλους έκανες και κάτι σωστό . Πες μου που είναι ;»
«Στην φλωρεντια . Πριν ήταν στην ρωμη .»
«Στην Ιταλία λοιπόν . Δυστυχώς δεν μπορούμε να κάνουμε κάτι όσο είναι εκεί . Θα πρέπει να περιμένω να γυρίσουν . Και Θεέ μου ποσο βαριέμαι να περιμένω .»
«Μπορώ να τελειώσω την δουλειά σήμερα κιόλας .»
«Όχι! Τους θέλω ζωντανούς . Ενώπιον μου . Είναι δίκη μου υπόθεση αυτό .»
«Και ποια είναι η διαταγή σας ;»
«Να μην τους χάσεις από τα μάτια σου . Κάνε σωστά την δουλειά σου αυτή τη φορά .»
«Μα..» δεν πρόλαβε να Κο κληρώνει την φάσης του ο άνδρας απ οτην άλλη πλευρά της γραμμής είχε κλείσει το τηλέφωνο αφήνοντας την κουβέντα του να αιωρείται στον αέρα . Ήταν μια απ όρια μουντές μέρες στην φλωρεντια . Ο ουρανός είχε καλυφθεί από πυκνή σκόνη . Οι μετεωρολόγοι έλεγαν πως ήταν αφρικανική σκόνη . Αυτό είχε ακούσει στο ράδιο το πρωί .
Πέταξε την γόπα του στο πεζοδρόμιο πατώντας την με δύναμη για να σβήσει τελείως .
Όταν έμπλεξε με αυτή τη δουλειά νόμιζε πως θα ήταν εύκολη σαν τις υπόλοιπες φορές . Μια σφαίρα στο κεφάλι , ή ακόμη καλύτερα στη καρδιά . Γρήγορος και ανώδυνος θάνατος .
Μα τώρα μάθαινε πως έπρεπε να παρακολουθεί το ζευγαράκι για όσο θα καθόταν στην Ιταλία .
Έριξε το βλέμμα του στηβ καφετέρια απέναντι από τηβ πινακοθήκη ουφιτσι . Εκεί που οι Ιταλοί απολάμβαναν έναν εσπρέσο ή μαι μεγάλη κούπα καπουτσίνο .
Αξδιαζε με τους ιταλικούς καφέδες . Παρα ήταν έντονοι για τα γούστα του . Έβγαλε το πακέτο με τα τσιγάρα από το σακάκι του και άναψε ακόμη ένα . Το τρίτο στη σειρά και ήταν μόνο 10 το πρωί . Βλαστιμησε έντονα καθώς οι πρώτες ψιχάλες έπεφταν πάνω του . Θα έπρεπε να ανεχτεί και την βροχή λοιπόν .
Οι λίγες σταγόνες έγιναν περισσότερες σε κλάσματα δευτερολέπτου πριν ξεσπάσει μια δυνατή καταιγίδα . Τα μαύρα μαλλιά του κόλλησαν πάνω στο κούτελο του κάνοντας την ουλή που είχε πάνω από το δεξί του μάτι πιο έντονη .
Τα καφετιά του μάτια καρφώθηκαν σε έναν άντρα και μαι γυναίκα που έβγαιναν από την καφετέρια κάτω από ναι μεγάλη μέτρο ομπρέλα . Του ακολούθησε παρατηρώντας μέχρι που μπήκαν μέσα στην πινακοθήκη .
Έριξε βαριεστημένα το μισοτελειωμενο του τσιγάρο κάτω και επιτάχυνε το βήμα του . Μια επίσκεψη στο μουσείο θα τον γλειτωνε από μια πιθανή πνευμονία . Σκέφτηκε καθώς λέρωνε το εισιτήριο του στην είσοδο . Ίσως το μόνο νόμιμο πράγμα που είχε κάνει τον τελευταίο καιρό .  Ένα μικρό χμαπγελο είχε σχηματιστεί στο αποκρουστικό του πρόσωπο . Ίσως το να παίζει κρυφτούλι να μη ν ήταν τόσο φριχτό .

Συμβόλαιο θανάτου #TYS18Where stories live. Discover now