Βαρετή μέρα

1.2K 101 11
                                    

Ξύπνησα σήμερα το πρωί ενθουσιασμένη μιας και σήμερα θα γυρνούσε σπίτι η Ιωάννα.Σηκώθηκα από το κρεβάτι μου και αφού πήγα στο μπάνιο και έκανα τα απαραίτητα φόρεσα ένα σορτσάκι μαύρο και μια άσπρη μπλούζα τιραντα μιας και είχε πολύ ζέστη.

Κατέβηκα τα σκαλιά χοροπηδώντας και πήγα προς το σαλόνι.Εξω στην αυλή καθόταν η Ιωάννα στο τραπεζάκι.Έτρεξα προς το μέρος της και την αγκάλιασα.
-Μου έλειψες,μου είπε με την παιδική φωνουλα της.
-Και μένα παρά πολύ,της ειπα.
-Τι έχεις εδω;την ρώτησα κοιτωντας όλα τα πράγματα που είχε απλωμένα.
-Θα ζωγραφίσουμε με νερομπογιες,μου ειπε και μου χαμογελασε.
-Εντάξει,της ειπα.
-Λοιπόν κόψε εσύ φύλλα και εγώ πάω να βάλω νερό στο ποτήρι,ειπα παίρνοντας το.

Πήγα μέσα στο σπίτι και άνοιξα απότομα την πόρτα του μπάνιου.Απευθείας είδα τον Ορέστη να κάνει μπάνιο.Αλλά είδα μόνο το πρόσωπο του ΚΑΙ ΤΊΠΟΤΑ ΆΛΛΟ ΠΟΝΗΡΕΣ!Απότομα εκλεισα τα μάτια μου και άρχισα να τσιριζω.
-Δεν είδα τίποτα!Δεν είδα τίποτα,του ειπα κρατώντας τα μάτια μου κλειστά και βγαινωντας έξω.
Αλλά θυμήθηκα κάτι και ξαναμπηκα μέσα με κλειστά τα μάτια.
-Έτσι και μου αναφέρεις αυτό που έγινε με πρόστυχο τρόπο θα φας κλωτσιά στην οικογένεια,του ειπα και βγήκα έξω καθώς τον άκουγα να γελάει.
Αφού γέμισα το ποτήρι με νερό και ζωγραφισαμε με την Ιωάννα καθίσαμε απλά κοιτώντας τριγύρω.
-Αναστασία μπορούμε να μπούμε στη πισινα;με ρώτησε όλο παράπονο.
-Δεν ξέρω αγάπη μου.Πρέπει να ρωτήσεις τον μπαμπά σου,της ειπα.
-Δεν θα με αφήσει,ειπε σκύβοντας το κεφάλι της.
-Πάμε να τον ρωτήσεις,ειπα και οδήγησα το καροτσάκι μέσα.
Πήγαμε στο γραφείο του Ορέστη όπου καθόταν και σκεφτόταν.
-Μπαμπά,του ειπε με έναν γλυκό τόνο στη φωνή της η Ιωάννα.
Αυτός απλά σήκωσε το βλέμμα του κοιτώντας την.
-Μπορούμε να μπούμε στη πισινα,του ειπε.
-Ιωάννα εχω δ....,πήγε να πει αλλά του έκανα νόημα να συμφωνήσει μαζί της.
-Ντάξει.Αλλά πιο μετά,ειπε.

Ανέβηκα πάνω και επειδή βαριόμουν ξεκίνησα να καθαρίζω τα παράθυρα.Καθάρισα της Ιωάννας,το δικό μου,έπειτα μπήκα στου Ορέστη και τέλος μπήκα στην μεγάλη βιβλιοθήκη.Στο μπαλκόνι ήταν ο Ορέστης ο οποίος κοιτούσε κάτι χαρτιά.Δεν του έδωσα σημασία και καθάρισα το παράθυρο.Όταν με πήρε χαμπάρι ηρθε προς το παράθυρο με ένα βλέμμα που νομίζει πως είναι ο πιο ωραίος άντρας όλου του κόσμου.

Εεεε ειναι!

Σκάσε φωνούλα.

Άνοιξα το παράθυρο.
-Σου πάνε πολύ τα σορτσάκια,ειπε με ένα πρόστυχο βλέμμα.
Θα παίξω το παιχνίδι του.Για να μάθει.
Τον έπιασα απο την γραβάτα τον έφερα προς το μέρος μου και εκεί που περίμενε να τον φιλήσω εκλεισα το παράθυρο κλεινωντας μαζί και την γραβάτα του σε σημείο που να μη μπορεί να την βγάλει και να είναι κολλημένος στο παράθυρο.Χαμογελασα και βγηκα απο την μπαλκονόπορτα στο μπαλκόνι.
-Τι επαθες Παπαδόπουλε,;τον ρώτησα ειρωνικά.
-Αναστασία άμα δεν αφήσεις τη γραβάτα μου θα σε κανονίσω μετά,ειπα υψώνοντας το δάχτυλο του σε εμένα χωρίς καν να μπορεί να με κοιτάξει.
-Σε εμένα δεν πιάνουν τα πεσιματα σου Παπαδοπουλε,ειπα και τον βαρεσα απαλά στην πλάτη.
-Το μπαλκόνι θέλει λίγο πλύσιμο εδώ που τα λέμε,ειπα και εβγαλα το λάστιχο.Άνοιξα το νερό και άρχισα να βρεχω τον Ορέστη.Αυτός φώναζε ενώ εγώ γελούσα.Τον ειχα κάνει παπάκι.Ξαφνικά μπήκε η Δέσποινα στο δωματιο και προσπαθησε να μη γελάσει.
-Κοπέλα μου αστον τον Ορέστη ήσυχο,ειπε γελωντας.
-Όχι.Να μάθει ότι σε εμένα δεν περνάνε τα πρόστυχα βλέμματα του,φώναξα και συνέχισα να τον βρεχω.Η Δέσποινα έφυγε γελώντας μέσα.Έκλεισα το νερό και μπήκα μέσα.Άνοιξα το παράθυρο όμως κλειδωσα την μπαλκονόπορτα και δεν μπορούσε να μπει μέσα.Μετά από κανένα μισάωρο πήγα πάλι και με κοίταξε με ένα βλέμμα όλο νεύρα.
-Πήρες το μάθημα σου;του φώναξα.
Δεν απάντησε.Του άνοιξα και έφυγα στο δωματιο μου κλειδωνοντας την πορτα.

Το μεσημέρι μπήκε ο Ορέστης στη πισινα μαζί με την Ιωάννα.Την είχε αφήσει στα σκαλιά ώστε να μπορεί να ευχαριστηθεί λίγο μπάνιο.Εγώ δεν πήγαινα και πολύ κοντά.Φοβόμουν μην κάνει καμία βλακεία ο Ορέστης με αυτό που του έκανα το πρωί.Αφού ανέβασε την Ιωάννα επάνω βγήκα κοντά στη πισινα και έκοβα βόλτες.
Εκεί που δεν το περίμενα ο Ορέστης εμφανίστηκε μπροστά μου.Του έδωσα ένα αθώο χαμόγελο και έπειτα κοίταξα πίσω την πισίνα.Ήμουν σίγουρη για το τι θα κάνει.Με σκουντηξε μέσα αλλά εγώ γραπωθηκα από πάνω του και έπεσε και εκείνος μαζί μου.Κολυμπησα έως έξω και αφού βγήκα γύρισα να τον κοιτάξω.Εκείνος κοιτούσε το σώμα μου.Τι σκατα εχω;Κοιταξα και εγω και μολις συνειδητοποίησα ότι φαινόντουσαν τα εσώρουχα μου άρχισα να τσιριζω και να τρέχω προς τις σκάλες για το δωμάτιο μου.

Από τέλεια μερα έγινε χάλια!Άρχισε να βρέχει δυνατά.Ξάπλωσα στο κρεβάτι μου και αφού άναψα το φωτάκι μου εκλεισα τα μάτια μου.Όμως αρχισε να ρίχνει κεραυνούς και εγώ τους φοβάμαι όσο τίποτα άλλο.Ξαφνικά πέφτει ένας δυνατός και σβήνουν όσα φώτα υπήρχαν τριγύρω.Άρπαξα το κινητό μου άναψα τον φακό και βγήκα απο το δωμάτιο.Μπήκα στου Ορέστη και με τον φακό τον είδα να κοιμάται.Ξάπλωσα και εγώ στην άκρη του κρεβατιού.Μα πολύ άκρη.Και έπεσε ένας κεραυνός και εγώ βρέθηκα στο πάτωμα.Έβγαλα ένα βογγητά πόνου.Πάει ο κώλος μου!
-Γαμωτο,ψιθύρισα.
-Θες να κοιμηθείς εκεί κάτω;γέμισε τον χώρο η φωνή του.Αυτόματα ανέβηκα πάνω και χωθηκα μέσα στο πάπλωμα.
-Γιατί τρέμεις;με ρώτησε γυρνώντας προς το μέρος μου.
-Δεν-ν τρέμω,ειπα.
-Φοβάσαι,ειπε και είδα το χαμόγελο του.
-Δεν είναι αστείο,ειπα.Ένας ακόμα δυνατός ήχος με έκανε να μπω τελείως κάτω από το πάπλωμα.Ένιωσα το χέρι του να με τραβάει προς τα πάνω.Έβαλε μια τούφα πίσω από το αυτί μου.
-Κοιμήσου,ειπε απαλά.
Και για κάποιο λόγο ηρέμησα.
-Εκτός από ηλίθιος Ορέστης υπάρχει και ένας άλλος πολύ βαθιά,ψιθύρισα.
-Τι;ρώτησε γελώντας.
-Τίποτα.Και σορρυ για το πρωί.Αλλά ειλικρινά σταματά το αυτό το βλέμμα,ειπα.
-Ποιο;Αυτο;ειπε και καθώς σήκωσε το κεφάλι του έκανε το γνωστό βλέμμα.Το φεγγάρι φώτιζε τόσο όμορφα το πρόσωπο του.
-Ναι,ειπα γελώντας και γέλασε και εκείνος.

Γεια σας!!!!Τι κάνετε πως ειστε;;
Ελπίζω να σας άρεσε το κεφάλαιο.Αν και νομίζω ηταν βαρετό.
•Άργησα να ανεβάσω το ξέρω αλλά νομίζω ότι οι περισσότεροι διαβάζετε για τις εξετάσεις.Όπως και εγώ!Και όχι μόνο. Εχω και Πανελλήνιες!Καλή σας επιτυχία!
•Πλιζζ Comment&Vote!
•Byeeee

Love And PunishmentOpowieści tętniące życiem. Odkryj je teraz