Ημέρα Τρίτη,
Ήταν η πιο χαρούμενη μέρα στη ζωή του Νίκου και της Εύας . Μπορούσες να δεις τα μάτια τους να φωτίζουν από χαρά . Ήταν η μέρα του γάμου τους . Κ έγινε όπως ακριβώς τα είχαν προγραμματίσει . Η εκκλησία ήταν στολισμένη με λευκα τριαντάφυλλα και λεβάντες , τα αγαπημένα λουλούδια της Εύας τα οποία επιμελήθηκε ο Νίκος να είναι φρέσκα και ν μυρίζουν υπέροχα . Έπειτα το τραπέζι που είχαν οργανώσει ήταν και αυτό στολισμένο με τον ίδιο τρόπο . Τριαντάφυλλα και λεβάντες πάνω στα τραπέζια και από ένα κερί επίσης το οποίο δημιουργούσε μια νότα γαλήνης και ηρεμίας .
Έφτασε επιτέλους η στιγμή . Ο Νίκος περίμενε στη πόρτα της εκκλησίας και η Εύα ερχόταν με το αυτοκινητο του στελιου, του αδερφού του Νικου . Ήταν πανέμορφη . Και αυτό δεν οφείλονταν στο μακιγιάζ , στο νυφικό η στο τρόπο που είχε χτενίσει τα μαλλιά. Πλέον υπήρχε η φυσική ομορφιά που έβγαινε στη φόρα τη πιο ευτυχισμένη στιγμή της ζωής της .
Μόλις τελειωσε η γαμήλια τελετή όλοι έβγαιναν έξω φωτισμένοι από χαρά . Έπαιρναν τις μπομπονιέρες και τ ρύζι και τ έριχναν στο νιόπαντρο ζευγάρι . Πίσω όμως από τα κάγκελα της εκκλησίας , από τη πλευρά του νεκροταφείου παραμόνευε μια σκοτεινή φιγούρα . Φορούσε μαύρα , ήταν ψηλή αδύνατη και πολύ όμορφη . Ποια είναι αυτή άραγε; Και τι θελει από το γάμο του Νίκου και της Εύας;