°° 28 °°

8 1 0
                                    


~ Σωτηρία ~

~ Μέσα από τα μάτια της Ισημέριας ~


Το φεγγάρι είχε υψωθεί χρωματίζοντας το δάσος με το γαλάζιο θολό φως του. Ένα μικρό μονοπάτι, πλακόστρωτο με λείες πέτρες, μία συκιά και στο βάθος κορομηλιές. Ήταν εύκολο να χαθείς αλλά ευτυχώς ήξερα το δρόμο. Οδηγούσε στην Χρυσή Ακτή δυτικά της Κάρλια. Η απορία παρέμεινε.
+Γιατί βρίσκομαι εγώ εδώ;
Το υποσυνείδητο ασταμάτητα ρωτούσε και δεν είχα ιδέα τι να το απαντήσω και πώς να το καθησυχάσω.
   Ενα ζώο του δάσους ήρθε με αργό βήμα προς το μέρος μου.
+Πάλι εσύ;

  Πρώτα εμφανίστηκαν τα κέρατα και μετέπειτα ακολούθησε ολόκληρο το σώμα. Ήταν ενα ελάφι λευκό σαν το γάλα, λαμπερό όπως το φως του φεγγαριού. Περπατούσε προς το μέρος μου. Σταμάτησε σε απόσταση ασφαλείας στην άκρη ενός υψώματος. Είχε φυσιολογικό μέγεθος ενός απλού αρσενικό ελαφιού αλλά η παρουσία του προκαλούσε διπλάσιο δέος.
-Τι θέλεις από μένα; Το ρώτησα Την απαλή φωνή μην το τρομάξω καταλάθος.
Εμφανιζόταν συχνά στα όνειρά μου και πάντα παρέμεινε το ίδιο απαθής και βουβό όπως τώρα. Ξαφνικα αυτος ο πανέμορφος μοναχικός κάτοικος του δάσους εγινε το κεφάλι του προς τα πίσω και απροειδοποίητα έτρεξε ξανά προς το σκοτάδι του δάσους λες και κάτι τον τρόμαξα. Και όμως τόση ώρα δεν έδειχνε φοβισμένο.
-Μην φύγεις, μη! Φώναξα και απευθείας ξύπνησα βγάζουν το ίδιο συμπέρασμα: ονειρευόμουν για ακόμη μία φορά και πάλι είχα αυτήν την παράξενη αίσθηση ηρεμίας να καταλαμβάνει το κορμί μου. Έκλεισα τα μάτια μου και έσπρωξα βαριεστημένα τα σκεπάσματα ξανά πάω στο σωμα μου μιας και είχα ξεσκεπαστεί. Πριν καλά-καλά το καταλάβω με είχε πάρει ξανά ο ύπνος.

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
***

Ο πανικός με κυρίευε και κινήσεις μου γινόντουσαν όλο και πιο γελοίες χωρίς ίχνος αποτελέσματος ή λογικής. Ο χρόνος κυλούσε αντίστροφα και αυτό μου δημιουργούσε ένα  ασήκωτο βάρος που ονομαζόταν άγχος. Ξεκάθαρο και ολοένα και αυξανόμενο στεκόταν εμπόδιο στο να φτιάξω ένα σχέδιο σωτηρίας. Είχα την αίσθηση, πως να τους σώσω, πλέον ξεπερνούσε τις δυνάμεις μου.
-Θα πάω στη Βασίλισσα Ελεονώρα, αυτή θα μας βοηθήσει να τους βγάλουμε από κει μέσα! Προτείνω αλλά η Υβόννη έγνεψε αρνητικά.
-Ο χιονιάς θα σε καθυστερήσει. Δεν θα επιστρέψεις εγκαίρως. Θα πεθανουν από το κρυο πριν την έλλειψη φαγητού και αέρα.
-Ο Ανώνυμος μόνος του θα προλάβει. Κοίτα τον λίγο. Κυλιέται στο χιόνι!
Πράγματι το άλογό μου ώρες-ώρες είχε μία παρανοϊκή συμπεριφορά ειδικά όταν ερχόταν ο χειμώνας. Η Υβόννη συνέχισε ακάθεκτη.
-Δεν θα προλάβει να φτάσει εγκαίρως η βοήθεια. Πέρασε ήδη ένα βράδυ. Μπορεί να είναι νεκροί! Δεν πρέπει να καθυστερήσουν περισσότερο. Απέρριψε και την δεύτερη φορά την ιδέα μου.

Στα Ίχνη του Φοίνικα: Πορφυρό Κόκκινο [1 Βιβλίο]Where stories live. Discover now