1.

8K 302 27
                                    

Το να περπατάς στις τρεις το βράδυ μόνη, σίγουρα δεν είναι και το πιο λογικό πράγμα να κάνεις, παρόλα αυτά κοίταμε προχωράω μόνη μέσα στους σκοτεινούς δρόμους μιας και κάτι πρέπει να έτυχε στο μπαμπά μου αφού ποτέ δεν ήρθε τελικά να με πάρει .
Θα ανησυχούσα πιο πολύ βέβαια αν δεν δεν το είχε ξανακανει αλλά δυστυχώς αυτή δεν ήταν η πρώτη φορά που συνέβαινε αυτό. Από τότε που έφυγε η μαμά προσπαθούσε να κάνει τα πάντα ,αλλα το να μεγαλώνεις δύο παιδιά και σύγχρονος να δουλεύεις πρωί βράδυ δεν είναι και ότι πιο εύκολο.
Έβγαλα το κινητό από την τσάντα μου και τον ξανά κάλεσα νιωθωντας τα νεύρα μου να φουντώνουν όλο και πιο πολύ όσο περνάει η ώρα.

" γεια σας εδώ Στέφαν χειμιτσ ξανά καλέστε αργότερα " τέλεια σκέφτηκα

Έκλεισα το κινητό μου και έτσι όπως πήγα να το βάλω πάλι πίσω στην τσάντα μου ένιωσα κατι να κινειται απο πισω μου, γύρισα αμέσως και το μόνο που είδα ήταν τον έρημο δρόμο " ηρεμησε " ειπα στο εαυτο μου ομως αυτο δεν εγινε καθώς φωνές αρχισαν να έρχονται από κάπου κοντά και χωρίς να το πολύ σκεφτώ έτρεξα και κρύφτηκα πίσω από έναν κάδο.
Ξαφνικά ανθρώπινες φιγούρες  άρχισαν να εμφανίζονται στο ακριβώς απέναντι στενό ,πρέπει να ήταν γύρω στου οχτώ ίσως και παραπάνω, δεν ξέρω .
Όλοι είχαν στραμμένη την προσοχή τους σε έναν παχουλό κύριο τον οποίο τον είχαν κολλήσει στον τοίχο από πίσω του.
Όπως τον παρατηρούσα ομως καλύτερα ένιωθα πως από κάπου τον ήξερα, αμέσως έκλεισα το στόμα μου με τα χέρια προσπαθώντας να συγκρατήσω την φωνή που πήγε να μου ξεφύγει.
Τον ήξερα ήταν συνεργάτης του πατέρα μου, δούλευαν μαζί στο λογιστήριο. Μα τι δουλειά είχε αυτός με τέτοια άτομα φαινόταν πολύ ήσυχος άνθρωπος.
Ένα αγόρι με σκούρα μαλλιά είχε αρπάξει τον Τομ για τα καλά καθώς το ένα του χέρι ήταν τυλιγμένο γύρω από τον λαιμό του.

"Που είναι;" τον ρώτησε το αγόρι με φανερή προσπάθεια να συγκρατήσει τα νεύρα του , ο τύπος δεν πρεπει να αστείευοταν αφού στο άλλο του χέρι κρατούσε ένα όπλο το οποίο τώρα το είχε στρέψει πάνω στο άτυχο θύμα .

"Χαχα κι εγώ χαίρομαι που σε βλέπω Τζέιμς πατερσον χρόνια και ζαμάνια "
Είπε ο Τομ γελώντας, αποκαλειπτωντας έτσι το ματωμένο του χαμόγελο το οποίο με έκανε να αποστρεψω το βλέμμα μου από αηδία

" Δεν αστειεύομαι θα σε ρωτήσω για άλλη μια φορά. Που είναι;" τον ρώτησε αυτή την φορά χωρίς να συγκρατήσει τα νεύρα του .

"Άντε μου στο διάολο " του απάντησε εκείνος

"Πολύ καλά " του ειπε ο Τζέιμς με ένα αυτάρεσκο χαμόγελο και με αυτα τα λόγια τον πυροβόλησε.

Ένιωσα το αίμα μου να παγώνει δεν μπορούσα να πιστέψω αυτό που μόλις είχε συμβεί ,το οξυγόνο όλο και λιγόστευε, είχα μείνει να παρακολουθώ την σκηνή που διαδραματίζεται μπροστά στα μάτια μου ανίκανη να κάνω το οτιδήποτε , δάκρυα ειχαν αρχίσει να τρέχουν στο πρόσωπο μου χωρίς να το καταλάβω. Έπρεπε καπως να φύγω από εδώ αν δεν ήθελα να καταλήξω σαν τον συνεργάτη του πατέρα μου.
Χωρίς να το πολύ σκεφτώ άνοιξα την τσάντα μου και με τα χέρια μου να τρέμουν έπιασα το κινητό μου, την στιγμή όμως που πήγα να το ανοίξω μου γλίστρησε μέσα από τα χέρια και κύλισε μέχρι την μέση του δρομου, η προσοχή όλων στράφηκε αμέσως προς το μέρος μου .
Η καρδιά μου χτυπούσε σε εξεφρενιτικους ρυθμούς και πανικός κατέκλυσε όλο μου το σώμα
Ήμουν νεκρή.

Αυτή είναι η καινούργια μου ιστορία ελπίζω να σας αρέσει
Γράψτε σχόλιο η ψηφίστε γιατί είναι σημαντικο για εμένα για να ξέρω αν θέλετε και άλλο κεφάλαιο

Όποιος ψηφίσει ή σχολιασει θα του αφιερώσω το επόμενο κεφάλαιο
Φιλιά 😚

Η απαγωγή Where stories live. Discover now