Κεφάλαιο 15

204 16 8
                                    

Είμαι με την μαμά μου στο δωμάτιο και βάζει τον πάγο πάνω στην μελανιά και με κοιτάει με ένα στοργικό βλέμμα και όλο κατανόηση.

"Αγάπη μου, μην δίνεις σημασία στον πατέρα σου, απλός θέλει να σε προστατέψει με τον λάθος τρόπο."

Προσπάθησε να δικαιολογίσει την αντιδρασή του προηγουμένος.

"Τ-το ξέρω ότι θ-θέλει να με π-προστατεύσει, αλλά πρέπει να κ-καταλάβει ότι έχω μεγαλώσει κ-και ότι θα ερωτευτώ κ-και εγώ κάποια στιγμή."

Όσο μιλούσα μου ξέφυγε ένας λυγμός.

"Άστα αυτά τώρα και πες μου για τον Ιάσονα . Τι έγινε;"

Προσπαθούσε να ελαφρύνει την ατμόσφαιρα.

Μόλις άκουσα το όνομα του Ιάσονα, χαμογέλασα αυθόρμητα.

"Εμμμ....είμαστε μ-μαζί, νομίζω."

Της λέω ντροπαλά.

Το τελευταίο το είπα λίγο χαμηλόφωνα.

Τόσο που ούτε καν ακούστηκε.

"Επιτέλους μωρό μου, άρχισες να κοινωνικοποιησε. Ώπα, κάτσε! Δεν πιστεύω να σου φέρεται άσχημα, ακόμα κια τώρα που είστε μαζί."

Λέει ευδιάθετα η μαμά μου και με αγκαλιάζει. Όμως, με αφήνει απότομα και με κοιτάει.

"Δεν πιστεύω να σου φέρεται άσχημα ακόμα και τώρα που είστε μαζί."

Άσχημα, αυτό είναι κάπως υποκειμενικό.

"Όχι μ-μαμά μου , μην α-αγχόνεσαι. Μια χαρά μ-μου φέρεται."

"Εντάξει τότε!Για πες πως σου φαίνεται; Είναι καλός μαζί σου; Πόσο καιρό είστε μαζί; Πο..."

"Εεε.... ηρέμησε λ-λίγο ρε μ-μαμά... πάρε κ-και καμία α-ανάσα."

Την διέκοψα γιατί με βομβάρδισε με ερωτήσεις.

Αφού της περιέγραψα την όλη φάση πήγαμε για ύπνο .

Την άλλη μέρα ξύπνησα από τον σπαστικό ήχο του ξυπνητηριού .

Ντύθηκα , έβαλα παπούτσια , χτενίστηκα και κάληψα την μελανιά με λίγο make-up ξεκίνησα την διαδρομή μου προς το σχολείο.

Μετά από 15 λεπτά περίπου έφτασα.

Πριν προλάβω καλά καλά να κάνω 2 βήματα ένα χέρι με τράβηξε προς μια άλλη κατεύθυνση.

Μόλις κατάφερα να σταθώ ξανά στα πόδια μου, σήκωσα το κεφάλι μου και τα μάτια μου συναντήθηκαν με το ανήσυχο βλέμμα του Ιάσονα.

"Νεφέλη, είσαι καλά?Ανησύχησα τόσο πολύ και ειλικρινά
συγγνώμη για εχθές, δεν το ήθελα!"

Μου είπε γρήγορα και κρατούσε το χέρι μου σφιχτά.

"Μην α-ανησυχείς όλα κ-καλά."

Του είπα χαμογελώντας.

"Εμ αυτό ήθελα να σου πω..."

Είπε και πήγε να φύγει

"Ι-Ιάσονα;"

"Ναι;"

"Εμείς οι δ-δύο, τ-τι ακριβώς θε-θεωρούμαστε?"

"Τι εννοείς;"

Με ρωτάει μπερδεμένος.

"Ν-να ε-εννοώ τι είμ-αστε;"

"Εννοείς αν είμαστε ζευγάρι;"

"Ν-ναι."

Είπα και τα μάγουλα μου έχουν γίνει πρώτα ξαδέρφια με τις ντομάτες. Μόλις, το ακούει αυτό, μου χαμογελάει. Δεν λέει τίποτα. Απλώς, με αρπάζει και με φιλάει.

Εκείνη την ώρα, χτυπάει το κουδούνι για μέσα και τον σπρώχνω για να πάει στην τάξη του. Αφού με αφήνει με δυσκολία και απρόθυμα, αλλά τελικά υπακούει και  φεύγει. Μετά από λίγο πάω να φύγω και εγώ, για να μην μας δουν ότι ήμασαταν μαζί. Όμως, ένα χέρι με σταμάτησε. Σήκωσα το κεφάλι μου για να δω ποιός είναι. Ήταν ο Κώστας, ένα παιδί που είναι στην παρέα της Νέλας και όποτε με δει δεν χάνει την ευκερεία να με κοροϊδέψει.

"Βρε βρε βρε, το Νεφελάκι μας..."

Λέει ο Κώστας ειρωνικά.

"Τι έγινε; Δεν έχουμε πια για σωματοφύλακα τον Ιάσονα;"

Δεν απάντησα, πράγμα που τον εκνεύρισε.

"Εμένα δεν θα με αγνοείς, κατάλαβες;"

Το μόνο που έκανα ήταν να κουνήσω θετικά το κεφάλι μου. Αλλά από ότι φαίνεται δεν τον κάλυψε ειδιαίτερα αυτή μου η απάντηση.

"Όταν σου μιλάω θα μου απαντάς. Το κατάλαβες;"

"Τ-το κατάλαβα"


"Και για πες ρε φυτό. Τι κάνεις εδώ, μόνη σου;"

"Ε-εγώ πήγαινα σ-στην τάξη μου."

Του είπα φοβισμένη και με κατεβασμένο το κεφάλι.

"Αχ τι κρίμα! Δεν θα πας στην τάξι σου. Θα κάτσεις εδώ μαζί μου."

Είπε και ερχόταν ολοένα και πιο κοντά μου. Έχω αρχίσει να πανικοβάλομαι.

"Σε παρα-καλώ π-πολύ, αφ-φησέ με να π-πάω στην τ-τάξη."

Του είπα και τα μάτια μου άρχισαν να  βουρκώνουν καθώς ήξερα τι θα ακολουθήσει.

"Μα γιατί βρε φυτούλι να σε αφήσω; Δεν σε αρέσι η παρέα μου;"

Και έτσι το πρώτο χαστούκι πήρε πρωταγωνιστικό ρόλο στην παράσταση μας.

Τότε άρχισα να κλαίω. Τα δάκρυα έτρεχαν σαν ρυάκια στα κόκκινα πλέον μάγουλα μου.

Εκείνη την στιγμή ήρθε ο σωτήρας μου. Το άτομο που θα με βγάλει από το μαρτύριο μου!

My ButterflyDonde viven las historias. Descúbrelo ahora