Κεφάλαιο LXV

947 95 2
                                    

« όλα ; Το εννοείς ;»
«Και την παραμικρή λεπτομέρεια» του απάντησε χαμογελώντας πλατιά .
Τα ερια του την σήκωσαν στην αγκαλιά του στριφογυρίζοντας την συνεχώς .
«Μωρό μου ! Επιτέλους ! Το ήξερα πως θα θυμηθείς .»
Της είπε ανάμεσα σα πεταχτά φιλία που της έδινε .
«Θέλω .. θέλω να σου πω τόσα πολλά αλεξ .»
«Σσς ... όλα ..ολα θέμα μπυ τα πεις .. αλλά όχι τώρα . Όχι απόψε . Απόψε θέλω να αγγίξω το κορμί σου .. θέλω να νιώσω κάθε εκατοστό του πάνω στο δικό μου . Θέλω να νιώθω πως απόψε είσαι δίκη μου .»
«Είμαι .. πάντα ήμουν και πάντα θα είμαι .. ότι και να συμβεί .σε θέλω .»
«Το εννοείς ;»
«Θύμισε μου να νιώθω , μα ζω , να αισθάνομαι . Καντο απόψε και ας σε μισώ για πάντα μετά .»
«Δεν πρόκειται να σε αφήσω ξανά ... όχι τωραπ το σε βρήκα .»
Ένωσε βίαια τα χειλη του με τα δικά της . Πολύ πιο έντονα από κάθε άλλη φορά .
Έπειτα έπιασε άγαρμπα το χέρι της και την τράβηξε έξω από το μαγαζι .
Η διαδρομή για το σπίτι φάνηκε και στους δυο αιώνες καθώς π καθένας ποθούσε το κορμί του άλλου .
Δίχως να χάνει χρόνο έριξε το κορμί της πάνω στην πόρτα , σκορπώντας φιλία κατά μήκος του λαιμού και του ωμού της .
«Σε θέλω τόσο πολύ αυτή τι στιγμή . Εάν δεν με σταματήσεις τώρα .. δεν ξέρω ένα θα μπορέσω να το κάνω από μόνος μου .»
«Δεν σου ζήτησα να το κανεις .»
Ο αλεξ χαμογέλασε . Μπορούσε να διακρίνει το χαμόγελο του στο πυκνό σκοτάδι . Και εκείνη ένιωσε πως τον ήθελε όσο ποτέ άλλοτε .
Δίχως να μπορέσει να σκεφτεί κάτι άλλο ένιωσε τα χέρια του να την κρατούν απ ο την μέση σηκώνοντας την σαν πούπουλο από το έδαφος . Τύλιξε μηχανικά τα πόδια της γύρω του για να στηριχθεί . Τα δικά της χέρια κρατούσαν το πρόσωπο του για να μην διακόψει το φιλί μαζί του .
Η πόρτα της κρεβατοκάμαρας του άνοιξε διάπλατα και εκείνος την άφησε απαλά στο κρεβάτι .
Τον παρακολουθούσε με το βλέμμα της καθώς Έκανε μερικά βήματα πιο πίσω για να ξεφορτωθεί τα ρούχα του και σηκώθηκε αμέσως πλησιάζοντας τον .
Με το δικό της χέρι ανέκοψε την πορεία των δικών του κοιτάζοντας τον πάντα στα μάτια .
«Άστο σε εμένα .» Του ψιθύρισε αισθησιακά καθώς τα δάχτυλα της ξεκουμπωναν βιαστικά τα κουμπιά του πουκάμισου του .
Ο αλεξ δεν μπορούσε παρά να την κοιτάζει με θαυμασμό και πάθος . Λάτρευε όταν έπαιρνε πρωτοβουλίες και πλέον δεν υπήρχε καμία ντροπή ανάμεσα τους .
Όταν επιτέλους τελείωσε το βασανιστικό της έργο της άρπαξε το χέρι γυρίζοντας την προς το μέρος του . Η πλάτης της ακουμπούσε το γυμνό του στέρνο και η Αριάδνη έβγαλε έναν απαλό αναστεναγμό .
Τα χέρια του κατέβασαν αργά , βασανιστικά το φερμουάρ του φορέματος της. Το πορφυρό ύφασμα έπεσε στο πάτωμα περικυκλώνοντας τα πόδια της .
Πήγε να αφαιρέσει τις γόβες της εκείνος εομως την σταμάτησε αμέσως .
«Θέλω να τις φοράς απόψε .» Της ψιθύρισε στο αυτί. Ένιωσε όλο το σώμα της να ανατριχιάζει . Λάτρευε την επιρροή που είχε πάνω της . Αυτό τον έκανε να μην μπορεί να την ξεχάσει , γι αυτό την ερωτεύτηκε .
Την είδε να νευει απαλά , το κορμί της έτρεμε από την ηδονή . Το αισθανόταν πως εκείνη χρειαζόταν τον ίδιο . Και εκείνος όμως την ήθελε απεγνωσμένα .
Με μια απότομη κίνηση την γύρισε έτσι ώστε να την κοιτάζει στα μάτια που λάτρευε . Το απαλό φως του φεγγαριού τα έκανε να γυαλίζουν σαν πολύτιμα πετράδια , ενώ τα μαλλιά της έμοιαζαν να έχουν ασημένιες ανταύγες .
«Αναθεματισμένα όμορφη» μουρμούρισε πριν συνθλίψει τα χείλη του στα δικά της . Η αίσθηση των χειλιών της ήταν μοναδική , σαν ναρκωτικό για εκείνον .
Δάγκωσε απαλά το κάτω χείλος της αναγκάζοντας την να τα διαχωρίσει . Απαλά εισχώρησε την γλώσσα του στο στόμα της , αναζητώντας να παίξει ένα παιχνίδι πάθους με την δίκη της .
Η Αριάδνη έκανε μικρά βήματα προς τα πίσω , μέχρι που συνάντησε το κρεβάτι και αναγκάστηκε ξάπλωσε πάνω του .
Το σώμα του αλεξ ακολούθησε την δίκη της πορεία και στάθηκε πάνω από το το δικό της .
Άξαφνα σταμάτησε το φιλί του κοιτάζοντας την έντονα . Το χέρι του χάιδεψε μερικές τούφες από τα μαλλιά της και της χαμογέλασε . Του χαμογέλασε και εκείνη . Όμως δεν της αρκούσε αυτό . Τον είχε ανάγκη , ήθελε περισσότερα από το φιλί του , ήθελε να τον νιώσει μέσα της , να νιώσει ολοκληρωμένη ξανά μετά από τόσα χρόνια .
«Γιατί σταμάτησες ;» Αναφώνησε λαχανιασμένη , προσπαθώντας να βρει την ανάσα της .
«Είσαι ..σαν παραμύθι φοβάμαι πως θα φύγεις .»
«Δεν έχω να πάω πουθενά .»
«Είσαι σίγουρη πως το θες αυτό ;»
«Ποιο ;»
«Να σου κάνω έρωτα . Με τους δικούς μου κανόνες , οπως εμένα με ευχαριστεί η σαρκική επαφή .»
«Θέλω να με κανεις δίκη σου ξανά . Να μην μπορέσω να ξαναφύγω . Είμαι πρόθυμη να κάνω ότι θες . Πάντα ήμουν και το ξέρεις .»
Δεν περίμενε περισσότερο . Η απάντηση της ήταν αρκετή για να του δώσει πρόσβαση σε όσα ήθελε να της κάνει .
Το χέρι του χάιδεψε το κορμί της , αγγίζοντας το στήθος της και χαρίζοντας διάσπαρτα φιλία παντού .
Έκανε μερικούς κύκλους γύρω απο την κοιλιά της πριν καταλήξει στην περιοχή της. 
Ένας δυνατός αναστεναγμός ξέφυγε από το στόματος όταν αισθάνθηκε το χέρι του πάνω της να την τρυβει απαλά . Έκλεισε τα μάτια της απολαμβάνοντας τις κινήσεις του που άλλοτε γινόταν πιο βίαιες και άλλοτε μετατρέπονταν σε απαλά χάδια ,
Τα χέρια της έσφιξαν τα σεντόνια για να μην ακουστεί περισσότερο . Ένιωθε πως θα φτάσει στην κορύφωση όταν το χέρι του τραβήχθηκε απότομα . Το πρόσωπο της γέμισε απογοήτευση και παράπονο .
Ο αλεξ ωστόσο βιάστηκε να της αλλάξει την διάθεση χαρίζοντας της ένα χαμόγελο .
«Θέλω να τελειώσεις μαζί μου . Όσο θα βρίσκομαι μέσα σου , όταν θα είμαστε ένα . Δνε θα σε άφηνα να ολοκληρώσεις μόνο με τα δάχτυλα μου . Αξίζεις πολύ καλύτερα Βεατρίκη .»
Της ψιθύρισε και σ μπήκε με δύναμη μέσα της . Η πλάτη της έγινε τόξο από την ξαφνική είσοδο του ωστος ο γρήγορα άρχισε να συνηθίζει την παρουσία του . Η αμηχανία μετατράπηκε σε ηδονή , ένα μοναδικό συναίσθημα που μπορούσε μόνο μαζί του να απολαύσει .
Όσο σκληρές και εάν ήταν οι κινήσεις του , όσο και εάν ένιωθε πως την πονούσε αρκετές φορές εκείνη απλώς τον ήθελε . Να ήταν εκεί και να την αγαπάει με τον δικό του τρόπο .
Δεν την  ένοιαζε το αύριο , και οι συνεπειες του ήθελε να ζήσει την στιγμή . Και ας καταστρεφόταν όλα αργότερα .

Την κρατούσε στην αγκαλιά του καιως κάπνιζε το τσιγάρο του . Εκείνη έκανε μικρούς κύκλους με τα δάχτυλα της πάνω στο στέρνο του .
«Εκείνος σε είχε αγγίξει ;»
Η ερώτηση του την βρήκε απροετοίμαστη . Τι μα του έλεγε ;
«Ναι .» Κατάφερε να απαντήσει ειλικρινά
Τον ένιωσε να σφίγγεται στο άκουσμα της απάντηση της . Δεν της άρεσε όμως να τον κοροϊδεύει .
«Σου άρεσε ;»
«Κανένας δνε με κάνει να νιώθω σαν εσένα . Ακόμη και όταν δεν θυμώνουν ποιος ήσουν , αισθανόμουν ένα κενό . Τώρα κατάλαβα την ήταν . Εκεί πες .»
Της χαμογέλασε αμυδρά .
«Κοιμήσου τώρα Βεατρίκη .»
Η Αριάδνη έκλεισε τα βλέφαρα της , αφήνοντας ελεύθερο τον εαυτό της .

Συμβόλαιο θανάτου #TYS18Wo Geschichten leben. Entdecke jetzt