Ξυπνησα σε ενα άσπρο δωμάτιο.
Είδα από πάνω μου μια κοπελα με μαυρα μαλλια και μια άσπρη ρόμπα υπέθεσα οτι ήταν νοσοκόμα και οταν κατάλαβε ότι άνοιξα τα ματια μου, μου χάρισε ενα πλατυ χαμόγελο και φώναξε την μαμα μου, τον πατέρα μου και τον αδελφό μου στο δωμάτιο
~Ζωή, κορίτσι μου~
ειπε και ηρθε στο πλάι μου κλαίγοντας
~Γιατι μας το εκανες αυτο; τι σου καναμε και επιχείρησες κατι τέτοιο;~
ρωτουσε απελπισμένη και μ κρατησε το χερι με τα δυό της χερια
~Πως το μάθατε;~
ρωτησα κουρασμένα
~Μας τα εξήγησε ολα ο οδηγός του αυτοκινήτου που παρά λίγο να σε χτυπήσει και σε έφερε εδω~
Ο πατέρας μου δεν μου ειπε τίποτα με κοιτούσε με απογοήτευση και λυπη ενω ο αδελφός μου δεν είχε έρθει ακόμα
Δεν μπορούσα να μιλήσω πολυ ενιωθα αδύναμη και το κεφάλι μου το ένιωθα βαρύ... πιθανών απο το χτύπημα ...δεν θυμαμαι πολλα αλλα ο πονος με αφησε να το καταλάβωΠοιός να ηταν αυτός που με τράβηξε; οσο και να ποναω δεν μετανιώνω...Μετα απο οτι μου έκανε δεν ηθελα να ζω ...εχω περασει πολλα και η προδοσία του ηταν ενα απο αυτα. Ηταν το χειρότερο. Δεν έχω εμπιστευτεί κανέναν και ηταν ο μονος που το εκανα μετα τον κολλητό μου.
Άνοιξε ξαφνικά η πόρτα σταματώντας τις σκέψεις μου και αντίκρισα τον Άγγελο και τον Δημήτρη.
Ο Άγγελος ειναι ο αδελφός μου και ο Δημήτρης ο κολλητός μου
Ηρθαν προς το μέρος μου και με αγκάλιασαν. Τους χαμογέλασα γλυκα και κάθησαν διπλα μου.
Προσπάθησα να σηκωθώ για να τους αγκαλιάσω αλλα ενας οξύς πονος με κατέβαλε λες και ημουν πιασμένη
~Ποσες μέρες ειμαι εδω;~ ρωτησα τον αδελφό μου
~Περιπου 2 μέρες δεν ήταν πολυ σοβαρό το χτύπημα απλα ειπε ο γιατρός οτι θελει χρόνο επειδή είναι στο κεφαλι~
απαντησε και μου πειραξε τα μαλλια~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
Πέρασαν δυο μερες και ηρθε η μέρα που ημουν επιτέλους έτοιμη να γυρίσω σπιτι μου. Με βοήθησε ο Άγγελος να βαλω την φορμα που μου εφερε απο το σπίτι πανω απο την ρομπα για τους προφανείς λόγους και με αφησε να βαλω μονη μου το φούτερ.Το εβαλα και βγήκα έξω απο το μπάνιο για να βαλω τα παπούτσια αλλα απο την απότομη κίνηση που εκανα καθως έσκυβα ζαλίστηκα λιγο για καλη μου τύχη ηταν ο Δημήτρης εδώ. Με βοήθησε με λιγα πράγματα ακομα και κατεβήκαμε στο ισόγειο για να μας παρει ο αδελφός μου με το αμάξι του...Ειναι 20 οποτε ειχε παρει δίπλωμα.
Αρχισαμε την διαδρομή προς το σπίτι που μας περίμεναν οι γονείς μας, η Ηλιάνα και η Βερόνικα. Αφού με χαιρέτησαν και ειπαμε τα τυπικά εφυγαν για να με αφησουν να ξεκουραστώ. Ανέβηκα προς το δωμάτιο μου και ξάπλωσα..Επιασα το κινητό στα χέρια μου και αρχισαν να με βομβαρδίζουν οι ειδοποιήσεις και τα μηνύματα.
Ξαφνικά άρχισε να χτυπάει το κινητό μου και το όνομα στην οθόνη με άφησε άφωνη...Τελος πρωτου κεφαλαιου
ελπίζω να σας αρεσε Αφήστε μου σχολια με την γνωμη σας και θα τα πουμε στο επόμενο κεφάλαιο 🥀🌙