Κατακερματισμένο είδωλο/ part 4

214 63 42
                                    

Όταν άνοιξε εκ νέου τα μάτια της, κατόρθωσε να διακρίνει ένα αμυδρό φως πάνω από το κεφάλι της και για λίγο ένιωσε σαν να βρισκόταν σε κάποια ψυχρή και αποστειρωμένη αίθουσα νοσοκομείου. Ειλικρινά μισούσε τα νοσοκομεία. Το μόνο που θυμόταν, ήταν πως ξαφνικά τα πάντα γύρω της είχαν σβήσει, σαν να είχε κατεβάσει κάποιος τον διακόπτη απότομα. Για λίγο αναδεύτηκε στην θέση της και κοίταξε γύρω της, στενεύοντας τα μάτια. Ήταν στο δωμάτιό της. Ωστόσο, πώς είχε βρεθεί εκεί; Μήπως η εικόνα του Πιέρ και της Αντζέλικα να ερωτοτροπούν μέσα στο δάσος, ήταν τελικά αποκύημα της φαντασίας της; Και εκείνα τα ψυχρά, κυανά μάτια; Έχοντας μείνει καθιστή, κοίταξε τις παλάμες των χεριών της με προσοχή για να τις δει λερωμένες με χώμα. Αυτό αποτελούσε αδιάσειστη απόδειξη, πως όσα είχε ζήσει πιο πριν, ήταν αληθινά.

Τη στιγμή που ετοιμάστηκε να σηκωθεί, βρήκε τα ίδια ακριβώς μάτια, να την κοιτάζουν. Η ανάσα της κόπηκε για δευτερόλεπτα, σαν να πίεζε κάποιος με δύναμη τα πνευμόνια της. Μπροστά της, στεκόταν ένας άνδρας μαυροφορεμένος, με το πρόσωπό του καλυμμένο, εκτός φυσικά από το βλέμμα του. Στο θέαμα αυτό, η Ζακελίν σάστισε και αυτόματα ανέβηκαν δάκρυα στα μάτια της. Σε μία αυθόρμητη κίνηση, πήρε ένα μαξιλάρι και το εκτόξευσε προς την μεριά του.

«Σε μισώ!» του φώναξε, ωστόσο ο Φιλίπ δεν φάνηκε να αντιδρά.

«Ω, Ζακελίν. Φυσικά και δεν με μισείς..» της απάντησε υποτονικά.

«Φυσικά και σε μισώ! Πώς μπόρεσες; Πες μου πώς μπόρεσες να κρύβεσαι όλα αυτά τα χρόνια και να παριστάνεις τον πεθαμένο! Νόμιζα πως είχες πράγματι καεί σε εκείνη την πυρκαγιά, πως κάηκες ζωντανός!» του ούρλιαξε τονίζοντας την τελευταία της λέξη. «Κατόπιν, για χρόνια είχα χάψει το παραμύθι του εκδικητικού πνεύματος που κυκλοφορούσε τα βράδια στο χωριό που ζούσε μέσα στον εφιάλτη. Για να μη μιλήσω για τη φήμη του σπιτιού σου, που ακόμη δεν γνωρίζω πως το κατάφερες και τρομοκράτησες τόσο κόσμο. Όταν άκουσα ωστόσο το πνιχτό σου γελάκι και την Ελοντί στο τηλέφωνο, κατάλαβα πως αυτό που έβλεπε μπροστά της, δεν ήταν φάντασμα, αλλά άνθρωπος. Εσύ δηλαδή. Μου είπες ψέματα ωστόσο και με άφησες να πιστεύω όλο αυτό το εφιαλτικό παραμύθι. Εντάξει, δεν υπήρξαμε κολλητοί φίλοι, ωστόσο πάντοτε σε βοηθούσα και πάλευα, ώστε να μπορέσεις έστω να μάθεις τα βασικά γράμματα. Σου δάνειζα τα βιβλία μου, μέχρι και για τον χαμό του πατέρα μου σου είχα μιλήσει, τότε που ένιωθα πως κανένας άλλος δεν θα με καταλάβαινε» τελείωσε με μάτια βουρκωμένα.

Αόρατο ΠρόσωποDonde viven las historias. Descúbrelo ahora