Κεφάλαιο 15

29 3 1
                                    

Το θρόισμα των φύλλων των δέντρων και ο ήχος των κυμάτων, έφτιαχναν μια μαγική μελωδία, ικανή να κοιμίσει όλη την πλάση.

Η αλμύρα της θάλασσας έκαιγε τα χείλη μου και τα πρώτα χρώματα της αυγής έγιναν αισθητά στον ορίζοντα.
Στο βάθος το πέτρινο τοίχος φαινόταν τόσο μακρινό.

Τα σύννεφα έπλαικαν μικρές λευκές πλεξούδες στον πρωινό ουρανό και τα λίγα αστέρια που είχαν ξεμείνει, άρχισαν και αυτά να εξαφανίζονται ένα προς ένα.

Ένας γλάρος στεκόταν πάνω σ'έναν βράχο λίγο μέσα στη θάλασσα και κοιτούσε τον ορίζοντα. Δεν έδωσε σημασία στην ύπαρξη μου, και εγώ δεν είχα σκοπό να τον ενοχλήσω. Ήταν εξάλλου, η ώρα για την πρωινή ψαριά του.

Ένα απαλό ψυχρό αεράκι ήταν εκείνο που με ξύπνησε για τα καλά.

Η αμμουδιά ήταν ακόμα δροσερή από τη νύχτα. Σε λίγη ώρα, όταν ο ήλιος θα έχει ανατείλει καλά, και οι ακτίνες θα αρχίσουν να ζεσταίνουν τα πάντα στο διάβα του, αυτή η παραλία θα είναι απάτητη.

Είχε φτάσει η ώρα να ξεκινήσουμε και πρέπει να επιστρέψω στο καράβι.

"Τι κάνεις εδώ έξω μόνη τέτοια ώρα?" άκουσα μια φωνή να λέει από πίσω μου.

"Δεν είχα ύπνο." είπα αδιάφορα

"Σε λίγη ώρα θα ξεκινήσουμε" είπε και έκατσε δίπλα μου. Ήταν ο Φίλιξ.

"Πρέπει να είναι άσχημο" είπε έχοντας το βλέμμα του στραμμένο στον ορίζοντα.

"Δεν ξέρω τι είναι πραγματικά πιο άσχημο"

"Ούτε εγώ."

"Τότε γιατί περιμένεις απάντηση από εμένα?" τον ρώτησα απότομα.

" Δεν περίμενα. Απλά το είπα." είπε αδιάφορα.

"Δεν σε καταλαβαίνω. "

" Ούτε εγώ. " μου είπε και γέλασε.

"Δεν προσπάθησες ποτέ εδώ που τα λέμε. " του απάντησα.

" Έχεις δίκιο. Αλλά ποτέ δεν είναι αργά. Έχουμε όλο τον καιρό μπροστά μας. "

"Αυτό είναι αλήθεια. " του είπα.

" Τι σε απασχολεί?" με ρώτησε γεμάτος απορία.

" Δεν έχουν γίνει και λίγα. Η κατάσταση πάει από το κακό στο χειρότερο. Και τώρα πρέπει να κυνηγήσουμε και να σκοτώσουμε τον αδερφό μου. Ξέρεις ότι είναι αθάνατος? Είναι πολύ μεγαλύτερος από εμένα. Ο πατέρας μας ήταν αθάνατος αλλά η δικιά μου μητέρα θνητή. Οπότε το μόνο που κληρονόμησα από τον πατέρα μας είναι η δύναμη με το σίδηρο. Ο αδερφός μου όμως είναι μια εντελώς διαφορετική ιστορία. Είναι υπέροχος. Είναι τέλειος σε όλα. Σίγουρα θα είχε λόγο να με αφήσει πίσω. Ίσως να ήμουν βάρος. Ίσως και απλά να ήθελε μια καλύτερη ζωή για εμένα. Αυτό θα το μάθω όταν τον βρούμε. Αλλά πίστεψέ με Φίλιξ, δεν έχει κανένα τρωτό σημείο. Εκείνος με εκπαίδευσε. Δεν υπάρχει ψεγάδι. Αν αυτό προσπαθείς να μάθεις από εμένα. "

" Δεν με ενδιαφέρει ο αδερφός σου. Έχω είδη σκοπό να βγάλω από τη μέση τον πατέρα μου. Δεν ήταν και δεν είναι ο καλύτερος καπετάνιος. Και σίγουρα δεν πρόκειται να γίνει. Εγώ θέλω να βρούμε τον αδερφό σου για να τον στείλει στην κόλαση όπου ανήκει και όπου έστειλε τα αδέρφια μου και τις μητέρες μας, ώστε να έχει εκείνος τον μεγαλύτερο στόλο. " είπε και με κοίταξε με απογοήτευση.

" Πρέπει να πάμε. Ξημέρωσε για τα καλά πλέον. "είπε και σηκώθηκε με τη μία.

Σηκώθηκα και εγώ μετά από εκείνον και είδα για τελευταία φορά τους πρωινούς αφρούς της θάλασσας στην ακτή.

Η Κορτάνα στεκόταν στην είσοδο του λιμανιού και κουνούσε το πόδι της με νευρικότητα.

" Καλημέρα Κορτάνα! Τι συμβαίνει? " της είπα με ένα χαμόγελο.

"Δες!" μου λέει και μου έδειξε με το αριστερό της χέρι που φορούσε ένα μπρούτζινο γάντι, σκαλιστό με τα σχέδια όλων των ναυτικών κόμπων πάνω του.

Το καράβι που μου έδειξε έμοιαζε με το δικό της, μόνο που υπήρχαν τρομερές αλλαγές. Ήταν γεμάτο με κανόνια και ήταν βαμμένο στα χρώματα της θάλασσας.

"Θα μας στείλουν στην πρώτη γραμμή. Είναι σκέτη αυτοκτονία" είπε νευριασμένη η Κορτάνα και έβαλε τα χέρια της στις τσέπες της καφέ καμπαρντίνας της.

"Θα είστε πρώτη γραμμή μαζί μας. Δεν θα πάθετε τίποτα απολύτως" της απάντησε καθησυχαστικά ο Φίλιξ.

"Πρώτη γραμμή εσείς? Πως είναι δυνατών?" ρώτησε η Κορτάνα.

" Πάντα είναι πρώτη γραμμή" συμπλήρωσα.

"Ό,τι πούνε τα αφεντικά. Ποιά είμαι εγώ να φέρω αντίρρηση? " απάντησε γεμάτη ανακούφιση η Κορτάνα.

Δεν θα ήταν μόνη στην πρώτη γραμμή και αυτό ήταν πολύ καλό για εκείνη. Είναι εξαιρετική μηχανικός αλλά όχι και η καλύτερη καπετάνιος, και πόσο μάλλον ώστε να κάνει στρατηγικές πλεύσης. Ετσι, είχαν καταλήξει με τον αδερφό της να ναυαγήσουν στο νησί. Όχι και η καλύτερη στιγμή της ζωής τους αλλά κερδίζουν μια περιπέτεια πάρα πάνω. Είναι ιδιαίτερα αδέρφια. Είναι εύθυμα και έχουν πλάκα. Για τη μία μέρα που τους γνώρισα. Απλά έχουν μια τεράστια άγνοια κινδύνου. Και γι αυτό έμπλεξαν μαζί μας κιόλας.

"Μπι, Φιλιξ! Ανεβείτε γρήγορα. Σαλπάρουμε!" ακούστηκε η φωνή του Ααρον από το βάθος.

"Νομίζω πως είναι η ώρα να χωριστούμε." είπα στην Κορτάνα.

"Πρόσεχε τον αδερφό σου. Νομίζω τον χρειάζεσαι πάνω στο καράβι και όχι στο βυθό της θάλασσας." είπε με ένα πνιχτό γέλιο ο Φίλιξ.

" θα τον μαζέψω αμέσως καπετάνιε." είπε η Κορτάνα γεμάτη ντροπή που ο αδερφός της, για άλλη μια φορά φλέρταρε με όποια γυναίκα έβλεπε στο λιμάνι.

Ο ουρανός ήταν με το μέρους μας και το ταξίδι ξεκίνησε με ούριο άνεμο αλλά και με φόβο προς τη φήμη του αδερφού μου.

💮💮💮💮💮💮💮💮💮💮💮💮💮

Η ΑΣΗΜΕΝΙΑ ΠΡΙΓΚΙΠΙΣΣΑTempat cerita menjadi hidup. Temukan sekarang