Η γιορτή της κολοκύθας/part 4

211 59 42
                                    

Πίσω από τις κλειστές πόρτες στο Δημαρχείο, ο Ντεάν κρατούσε στην αγκαλιά του την Ζακελίν, η οποία μουσκεμένη ακόμη, πάλευε να βρει την αναπνοή της. Είχαν διακόψει το φιλί τους και μεταξύ τους τώρα πια βασίλευε η αμηχανία.

«Τελικά, θαρρώ πως κέρδισα άφεση αμαρτιών» της είπε ο νεαρός και εκείνη τον κοίταξε πλαγίως.

«Ήταν πολλές οι άτιμες; Μην νομίζεις ωστόσο πως με ένα φιλί και ένα χαμόγελο με έχεις κερδίσει. Είμαι απόρθητο φρούριο εγώ» ψέλλισε εκείνη, κοιτάζοντάς τον περήφανα.

«Αν εννοείς τόσο απόρθητο, όσο το κάστρο του Λουρμαρέν, εγώ δεν θα ήμουν και τόσο σίγουρος στη θέση σου» της απάντησε και κινήθηκε κουτσαίνοντας προς την μεριά της καρέκλας. Το χέρι του ήταν προσωρινά δεμένο εξαιτίας της χθεσινής, απότομης σύγκρουσής του με το πάτωμα. Ξαφνικά όμως ένιωσε την ανάγκη να ξεστομίσει μία ερώτηση.

«Ποιος είναι ο Φιλίπ; Εσύ που τον ξέρεις, θέλω να μου πεις την αλήθεια» την παρακάλεσε και εκείνη με μία κίνηση ντίβας, έριξε το κασκόλ της πίσω από την πλάτη της.

«Πώς το έπαθες και με ρωτάς κάτι τέτοιο; Οι φίλοι σου οι χωριανοί δεν γνωρίζουν να σου πουν; Πως ο Φιλίπ είναι ο σατανάς που στέκεται στο παράθυρο παλεύοντας να εντοπίσει το επόμενο παιδάκι που θα φάει; Ή ίσως πως είναι ο μάγος-βιαστής του χωριού που σαγηνεύει τις γυναίκες, τις οδηγεί στο δάσος και μετά τις βιάζει; Έχω και άλλες εκδοχές του. Πως το φάντασμά του μας έχει στοιχειώσει, που ειλικρινά αν ήμουν φάντασμα, θα έβρισκα καλύτερο τόπο για να απλώσω την φήμη μου και όχι αυτό το κορφοβούνι» του απάντησε και εκείνος ύψωσε το φρύδι του με ειρωνεία. «Πες το γιατί σε βλέπω πως το πασχίζεις τόση ώρα» τον προέτρεψε η κοπέλα και εκείνος την κοίταξε μέσα στα μάτια δίχως να μιλά.Τότε, για κάποιον λόγο, έμεινε να τον κοιτάζει και εκείνη. «Ξέρεις, θα ακουστεί ειλικρινά γελοίο, αλλά τα μάτια σου κάτι μου θυμίζουν. Κάτι αναθεματισμένα οικείο, που ειλικρινά αδυνατώ να ανακαλέσω στη μνήμη μου. Είναι σαν να σε έχω ξαναδεί, αλλά κάτι τέτοιο πρακτικά είναι αδύνατον» τελείωσε ωστόσο εκείνος δεν της έδωσε απολύτως καμία απάντηση. Δεν μπορούσε.

Η Ζακελίν τον κοίταξε για μία ακόμη φορά θλιμμένα και έφυγε κλείνοντας την πόρτα πίσω της. Η βροχή είχε σταματήσει και ένα θαμπό ουράνιο τόξο αχνοφαινόταν στον ορίζοντα. Από μακριά είδε να έρχεται η Ελοντί. Οι δύο φίλες σφιχταγκαλιάστηκαν και η Ζακελίν την κοίταξε πονηρά.

Αόρατο ΠρόσωποNơi câu chuyện tồn tại. Hãy khám phá bây giờ