Η Παγίδα/part 7

188 59 25
                                    

Για λίγο, έμειναν αγκαλιασμένοι, με τον Φιλίπ να έχει ολότελα χαθεί σε έναν άλλο κόσμο. Η ροή του χρόνου έμοιαζε σταματημένη, μέχρι που παίρνοντας μία βαθιά ανάσα και απελευθερώνοντάς την , ήταν σαν να έδωσε εντολή και στους δείκτες των ρολογιών παγκοσμίως, να συνεχίσουν την αέναη κίνησή τους. Με μία απότομη κίνηση, κοίταξε στα μάτια τον Ντεάν. Η μύτη του και τα χείλη του παρέμεναν ματωμένα, μα τώρα το αίμα είχε πλέον ξεραθεί. Έμειναν να κοιτάζονται σιωπηλοί, καθώς ο Φιλίπ δεν γνώριζε πώς να διαχειριστεί τα περίπλοκα και πρωτόγνωρα συναισθήματα που ξεπηδούσαν από μέσα του με χειμαρρώδη τρόπο. Η λογική του υπαγόρευε πως έπρεπε να κρατήσει την καρδιά του θωρακισμένη και να μην δείξει λεπτό αδυναμία. Με προσοχή σηκώθηκε και βοήθησε και τον Ντεάν.

«Φιλίπ..»προσπάθησε να του πει, μα εκείνος του γύρισε ξανά την πλάτη, βρέχοντας σε μία βρύση ένα καθαρό πανί και προσφέροντάς του το σιωπηλά.

«Για τις πληγές σου» του είπε ελαφρώς κοφτά και ο Ντεάν του χαμογέλασε αμήχανα.

«Μοιάζουμε» πρόφερε στα ξαφνικά και ο Φιλίπ έστρεψε το γουρλωμένο του βλέμμα επάνω του. «Χρόνια αναρωτιόμουν για εσένα. Ήθελα να ξέρω αν πραγματικά μου έμοιαζες και πίστεψέ με, όχι δεν εννοώ πως ήμουν περίεργος σχετικά με την παραμόρφωσή σου. Για χρόνια σε έβλεπα στον ύπνο μου. Έβλεπα ένα αγόρι να με πλησιάζει, όμως πάντοτε το πρόσωπό του ήταν καλυμμένο και χωμένο στις σκιές. Όποτε ρωτούσα τους δικούς μου, απαντούσαν με απέχθεια, λέγοντάς μου πως ήσουν ψυχικά διαταραγμένος και γι'αυτό αναγκάστηκαν να σε αφήσουν. Όταν μεγάλωσα όμως, ήρθα ως εδώ για να μάθω. Ναι, ήθελα να σε δω, πιο πολύ για να γεμίσω επιτέλους αυτό το κενό της απουσίας σου. Είσαι όμορφος Φιλίπ και είσαι ο αδερφός μου. Μπορεί να μην με θέλεις δίπλα σου και είναι λογικό, ωστόσο έχω έρθει ως εδώ για να σου πω πως ό,τι και αν χρειαστείς στη ζωή σου, θα χαρώ να με υπολογίσεις. Επίσης, αυτό το σπίτι σου ανήκει και αν θέλεις, σκοπεύω να μιλήσω με τον ιδιοκτήτη και να το αγοράσω, ώστε να περάσει στα χέρια σου» του είπε περιμένοντας μία απάντηση.

Ο Φιλίπ, για λίγο παρέμεινε σκεπτικός.

«Ξέρεις, εσύ μπορεί να ένιωθες εκείνο το κενό της δικής μου απουσίας, ωστόσο κανένας δεν θα μπορέσει ποτέ να αναπληρώσει το δικό μου, ούτε καν εσύ. Γιατί πολύ απλά, εγώ ήμουν κενός αγάπης. Ήμουν ένα παιδί παραμελημένο και δυστυχισμένο που δεν μεγάλωσε καν σαν παιδί. Δεν έζησα ποτέ σε εκείνη τη χώρα των θαυμάτων, δεν έπαιξα, γιατί πολύ απλά δεν είχα φίλους, ούτε και παιχνίδια. Δεν καλλιέργησα ποτέ τη φαντασία μου, γιατί κανένας δεν μου αφηγήθηκε ποτέ κάποιο παραμύθι, εκτός ίσως από τον πατέρα Αυγουστίνο. Τα Χριστούγεννα και οι γιορτές γενικότερα, ήταν πάντοτε ίδιες. Δεν πήγα ποτέ μου σχολείο, γιατί θα τρόμαζα τους συνομηλίκους μου» τελείωσε και είδε τον Ντεάν να τον κοιτά μελαγχολικά, μα με ένα αχνό χαμόγελο να ξετρυπώνει από την άκρη των χειλιών του.

Αόρατο ΠρόσωποWhere stories live. Discover now