Το ύπουλο σχέδιο των δύο ανδρών, είχε ήδη μπει σε εφαρμογή. Είχαν στηθεί απέναντι από το τελευταίο σπίτι του χωριού, εκείνο του Φιλίπ και καραδοκούσαν με αγωνία, όταν η πόρτα είχε ανοίξει και από μέσα είχε βγει ο Φιλίπ μαζί με την Ελοντί, ντυμένοι με ρούχα που άρμοζαν στην συγκεκριμένη γιορτή και που όλοι αγόραζαν από ένα μικρό μαγαζάκι στο χωριό. Τότε, ο Ναπολεόν είχε την ιδέα, να πεταχτεί ως εκεί ντυμένος με τα δικά του ανάλογα ρούχα, που ήταν κατάλληλα για την περίσταση, αγοράζοντας ακόμη ένα κοστούμι ολόιδιο με εκείνο του παραμορφωμένου τέρατος. Ο σωματότυπος του Πιέρ και του Φιλίπ, ήταν σχεδόν ίδιοι και το σχέδιο ξεδιπλωνόταν μπροστά τους αργά αργά και με απόλυτη προσοχή και συνέπεια. Ο Πιέρ απόψε θα έπαιρνε τη θέση του Φιλίπ, με θύμα την καλύτερή του φίλη, την Ζακελίν.
«Είσαι έτοιμος;» τον ρώτησε ο Ναπολέον και ένα απόκοσμο χαμόγελο σχηματίστηκε στα χείλη του Πιέρ. Φυσικά και ήταν. Θα μπορούσε κάποιος να πει, πως αδημονούσε κιόλας να βγάλει από την μέση έναν άντρα, που παρά την τρομακτική του εμφάνιση, είχε κατορθώσει να κλέψει την καρδιά της αγαπημένης του και να τον γελοιοποιήσει ουκ ολίγες φορές. Τώρα ήταν έτοιμος να πατήσει επάνω σε έναν θρύλο που τρομοκρατούσε για χρόνια τους κατοίκους και έθρεφε το μίσος τους για εκείνη τη φιγούρα που ήταν ολοζώντανη, με σάρκα και οστά.
Ο Ντεάν με την Ζακελίν, βρίσκονταν στο σπίτι της προκειμένου να ετοιμαστούν. Η κοπέλα πρόσεχε την κάθε του κίνηση, που ήταν τώρα πιο ανάλαφρη από πριν, σαν να είχε πετάξει από τους ώμους του ένα τεράστιο βάρος.
«Είσαι χαρούμενος» του είπε και αυτό δεν ήταν ερώτηση, αλλά διαπίστωση.
«Πιο πολύ από ποτέ. Βρήκα τον αδερφό μου και αν και είναι πολύ νωρίς ακόμη, υπόσχομαι να κάνω τα πάντα για να μην του λείψει τίποτε. Θέλω να τον πάρω από εδώ και να τον πάω στους καλύτερους γιατρούς, οι οποίοι μπορούν να τον βοηθήσουν να βελτιώσει την εμφάνισή του. Έχω περιουσία στην άκρη και ίσως, αυτό ήταν και το μοναδικό καλό που αποκόμισα ζώντας στο πλάι του πατέρα μου. Δεν περίμενα πως μία ημέρα θα μου φαινόταν τόσο χρήσιμη και μάλιστα για έναν τόσο ιερό σκοπό» της απάντησε και καθώς ήταν γυμνός από την μέση και πάνω, ένιωσε το απαλό χέρι της Ζακελίν να κινείται ανάλαφρα κατά μήκος της πλάτης του.
Για λίγο έκλεισε τα μάτια του, θέλοντας να απολαύσει απόλυτα εκείνη τη στιγμή, όταν ένιωσε τα ζεστά της χείλη να χαράζουν τον δικό τους δρόμο επάνω του. Τότε ήταν που γύρισε απότομα προς την μεριά της και αρπάζοντάς την από την μέση, την έβαλε να καθίσει στον πάγκο της κουζίνας, αναζητώντας τα χείλη της, όπως ο διψασμένος ταξιδιώτης που περπατά για ώρα στην άνυδρη έρημο.
BẠN ĐANG ĐỌC
Αόρατο Πρόσωπο
Bí ẩn / Giật gânΣε ένα ρομαντικό χωριό της Προβηγκίας, το Λουρμαρέν,μετακομίζει ένα νεο ζευγάρι σε ένα πανέμορφο μεσαιωνικό σπίτι. Γύρω του, πλανάται μία ιστορία που ακροβατεί ανάμεσα στην πραγματικότητα και τη φαντασία. Η ζωή των νέων ιδιοκτητών θα αλλάξει για πάν...