Το χέρι του την κρατούσε σταθερά μέχρι να βγουν έξω από το εστιατόριο . Η δύναμη που της ασκούσε φανέρωνε τον θυμό του . Την έκανε να τον φοβάται . Όμως δεν είχε σκοπό να του το φανερώσει .
«Νίκολας ..» ψέλλισε πιστεύοντας πως δνε θα την άκουγε όμως εκείνος σταμάτησε να περπατά και γύρισε να την κοιτάξει απότομα .
«Όχι τώρα Σελινα ! Μην μου μιλας γιατί το ορκίζομαι πως δεν θα συγκρατηθώ άλλο .»
Της είπε τελείως σοβαρά πριν της γυρίσει την πλάτη για ακόμη μια φορά και συνεχίσει την διαδρομή του .
«Π..που πάμε ;»
«Σπίτι μου μικρή .»
«Δεν .. βλέπεις πως με περιμένουν μέσα ; Μας είδε όλο το μαγαζί ρεζίλι γίναμε .»
«Πιστεύεις πως με νοιάζει πολύ ;»
Η Σελινα ένιωθε τον θυμό μέσα της να φουντώνει καθώς περνούσαν τα λεπτά . Πως τολμούσε να εμφανίζεται μετά από τόσες μέρες , και μα της επιβάλει το τι θα κάνει ; Εκείνος έφυγε . Ας ήταν εδώ να την εμποδίσει , να την σώσει . Όχι εκείνος είχε φύγει και δεν μπορούσε να την τραβάει από εδώ και από εκεί λες και ήταν σκυλάκι του .
Με μια απότομη κίνηση κατάφερε να απελευθερώσει το χέρι της από το δικό του . Στάθηκε πεισματικά στην θέση της . Δεν σκόπευε να κάνει ούτε ένα παραπάνω βήμα μαζί του .
τον άκουσε να ξεφυσαει έντονα .
«Τι έγινε πάλι ;»
«Ξέρεις κάτι ; Δεν πάω πουθενά μαζί σου ! Θα γυρίσω μέσα με περιμένει η παρέα μου !»
«Μην με εκνευρίζεις περισσότερο Σελινα ! Κουνήσου αμέσως !»
« όχι ! Δεν έχεις κανένα δικαίωμα να μου το ζητάς αυτό ! Να απαιτείς τίποτα !»
«Κι όμως το έχω . Προχωρά .»
«Όχι Νίκολας ! Δεν πάω πουθενά με κάποιον που εξαφανίζεται για μέρες ενώ μου είχε υποσχεθεί πως θα ήσαν εδώ . Και τώρα ξαφνικά έτυχε να είναι στο ίδιο μαγαζί με εμένα και να απαιτεί ξανά πράγματα !»
«Σελινα ..» το ύφος του μαλάκωσε για λίγο .
«Όχι ! Δεν θέλω να ακούσω τίποτα ! Με κατάλαβες ; Τίποτα απολύτως ! Φύγε !»
«Δνε ήθελα να εξαφανίστω έτυχε κάτι ..»
«Δεν με ενδιαφέρει πραγματικά πλέον Νίκολας . Δεν θέλω να ακούσω καμία γελοία δικαιολογία . Κουραστικά . Καλύτερα να μην σε ξαναδώ .»
«Αυτό ούτε στα όνειρα σου !» Της είπε αυταρχικά πιάνοντας το μπράτσο της με μεγαλύτερη δύναμη από ότι πριν . Πλέον δεν μπορούσε να του αρνηθεί . Δεν ήξερε εάν ήθελε να το κάνει . Ήταν παραδομένη στο μεθυστικό του άρωμα . Ήταν τελειωμένη .
Την έβαλε μα καθίσει στο κάθισμα του συνοδηγού πριν με γρήγορες κινήσεις καθίσει ακριβώς δίπλα της .
«Βάλε ζώνη .» Την διέταξε και η κοπέλα , λες και μόλις είχε χάσει κάθε δίκη της βούληση έτρεξε να εκτελέσει τις εντολές του .
«Δεν χρειάζεται να με φοβάσαι μικρή ... όχι ακόμη τουλάχιστον .» Της είπε με ένα ελαφρύ μειδίαμα να στολίζει το καλοσχηματισμένο πρόσωπο του .
«Δεν ...δεν σε φοβάμαι .»
«Μπορώ να μυρίζω τον φόβο του άλλου απ οχιλιομετρα μακρυά . Και εσυ μικρή μου τίγρη ... τρεμεις . Δεν πειράζει ... ίσως να είναι καλύτερα έτσι .»
«Γ..γιατί ;»
«Θα μάθεις αργότερα . Μην ρωτάς πολλά .»
Η κοπέλα κατάπιε νευρικά και ενευσε πριν στρέψει την προσοχή της στον δρόμο . Αν και Σάββατο βράδυ , οι δρόμοι του κέντρου ήταν σχεδόν άδειοι , έτσι δνε τους πήρε πολύ μέχρι να φτάσουν έξω από την πολυκατοικία που βρισκόταν το διαμέρισμα του . Πάρκαρε λίγο πιο μακρυά και έσβησε την μηχανή .
Η Σελινα είχε χαθεί τόσο πολύ στις σκέψεις της που δεν είχε καταλάβει ποτέ εκείνος βρέθηκε μπροστά της να την κοιτάζει με ένα ανήσυχο βλέμμα .
Κούνησε πεισματικά το κεφάλι της για να διώξει οποιαδήποτε σκέψη και ξεκουμπωσε την ζώνη της βγαίνοντας από το όχημα .
Ήταν αρκετά ψυχρή νύχτα , και είχε ξεχάσει το σακάκι της στο εστιατόριο . Ήλπιζε ο καρλ να μην παρεξηγούνταν που τον είχε αφήσει στα κρύα του λουτρού . Αυτος ο άντρας δίπλα της μπορούσε να γίνει πραγματικός αγροίκος όταν θύμωνε .
«Τι σκέφτεσαι τόση ώρα και είσαι τρομαχτικά σιωπηλή ; Θα αρχίσω να ανησυχώ που δεν με έχεις βρίσει ακόμη .» Προσπάθησε να αστιευτει , όμως μέσα του ανησυχούσε με την ηρεμία της . Την είχε συνηθίσει αντιδραστική μέχρι το τέρμα . Και τώρα καθόταν σαν αρνάκι δίπλα του χώρα να βγάζει μίλια . Ίσως ο θάνατος της μητέρας της να την είχε επηρεάζει περισσότερο από όσο περίμενε . Όμως δεν ήθελε να σκοτώσει εκείνη γαμωτο ! Δεν ήθελε να της την στερήσει .
«Καλά είμαι .» Του απάντησε απλά και συνέχισε να περπατάει δίπλα του τυλίγοντας τα χέρια της γύρω από το σώμα της για να ζεσταθεί .
Αυτή η τόσο στενή απόσταση μεταξύ τους την έκανε να χάνει τον προσανατολισμό της.
«Κρυώνεις ;»
«Λίγο όμως θα μπούμε μέσα τώρα , θα ζεσταθώ μην σε νοιάζει .»
Τον είδε να νευει καθώς έβγαζε τα κλειδιά του για να ξεκλειδώσει την εξώπορτα . Η ατμόσφαιρα γύρω τους είχε ηλεκτριστεί τόσο πολύ , που κανένας δνε μπορούσε να την αγνοήσει .
Ο Νίκολας με το ζόρι κρατούσε τον εαυτό του και δεν ορμούσα πάνω της . Τα κόκκινα χείλη της , τα αναψοκοκκινισμενα από το κρασί μάγουλα της , και αυτό το στενό μαύρο φόρεμα που αγκάλιαζε ιδανικά το κορμί της τον προκαλούσαν να την αγγίξει . Τι στο καλό του συνέβαινε ; Γιατί έκανε σαν να την ήθελε πραγματικά ;
Κούνησε ελαφρώς το κεφάλι του για να μην γίνει αντιληπτός και άνοιξε την πόρτα αφηνοτας την να περάσει πρώτη μέσα .
«Σε ευχαριστώ .»
Του ψέλλισε και μπήκε στην ευρύχωρη είσοδο της πολυκατοικίας .κουνωντας τα πόδια της νευρικά . Δεν έπρεπε να βρίσκεται εδώ πέρα . Ο πατέρας της θα γινόταν έξαλλος . Εκείνη έπρεπε να ήταν έξαλλη με την ξαφνική του εξαφάνιση . Κο όμως δεν ήταν . Πως μπορούσε να είναι τόσο ηλίθια ;
Αυτή ορκιζόταν πως δεν θα έκανε ποτέ έτσι για έναν άντρα . Ήταν όλοι τους ίδιοι . Άθλιοι , απαίσιοι .
Μπήκαν και οι δυο στο ασανσέρ , χωρίς να σπάσουν τα βλέμματα τους. Κανένας δεν μιλούσε . Μόνο οι ανάσες τους μπορούσαν να ακουστούν στον χώρο , και κάθε λεπτό γινόντουσαν πιο βαριές .
Χωρίς να το περιμένει η ίδια ο Νίκολας πλησίασε κοντά της κολλώντας το σώμα της στον τοίχο του ασανσέρ .
«Νίκολας ..» η φωνή της βγήκε τος ο βραχνή που τον έκανε μα τρελαίνεται . Έπρεπε να την αγγίξει και δεν τον ένοιαζε εάν χαλούσε τα σχέδια του .
«Γαμωτο σου .» Γρυλισε πριν επιτεθεί στα χείλη της .
Το φιλί του ήταν επιθετικό και βίαιο , λες και προσπαθούσε να επιβληθεί πάνω της και εκείνη τον άφηνε με χαρά να την κατακτήσει . Ανταποκρίθηκε στο φιλί του σχεδόν αμέσως , εισπρατωντας ένας αχνό χαμόγελο ικανοποίησης από εκείνον
«Πηδά .» Την διέταξε και η Σελινα έσπευσε να τυλίξει τα πόδια της γύρω από την μέση του αρκετά σφιχτά για να μην πέσει .
Δάγκωσε το κάτω χείλος της αναγκάζοντας την να βρυχηθει ανοίγοντας το στόμα της . Δεν έχασε χρόνο , δίχως δισταγμό εισχώρησε την γλώσσα του μέσα στο στόμα της .
Περπατούσα στα τυφλά μέχρι της πόρτα του διαμερίσματος του . Τα σώματα τους πάντα ενωμένα κουτουλουσαν στους τοίχους μέχρι να καταφέρουν να μπουν μέσα στο σπίτι του .
Τότε τα αγγίγματα του έγιναν πιο τολμηρά . Τα χέρια του κινήθηκαν στα πόδια της ανεβαίνοντας μέχρι τους μοιρους της .
Η Σελινα είχε χαθεί στον καταρράκτη συναισθημάτων που την κατέκλυζαν , δεν μπορούσε να σκεφτεί λογικά . Θα του αφήνοντας δίχως καμία αντίσταση το ήξερε πως ήταν χαμένη μάχη .
Όταν όμως κοινός προσπάθησε να ανεβάσει κι άλλο τα χέρια του , μνήμες από εκείνη την νύχτα ξύπνησαν μέσα της , κάνοντας την να παγώσει.
Ατσουμπαλα κατέβηκε από πάνω του απομακρύνοντας τον εαυτό της .
«Τι έπαθες βρε μωρό μου ;» Η φωνή του έκρυβε ένα πρωτόγνωρο παράπονο .
«Μην .... μην με ακουμπήσεις ξανά !» Ούρλιαξε καιως συνέχιζε να κάνει βήματα προς τα πίσω , αφήνοντας τον Νίκολας να κοιτάζει χαμένος . Προσπαθσηε να την προσεγγίσει , όμως εκείνη ούρλιαξε βγάζοντας άναρθρες κραυγές από το στόμα της .
«Απλώς ....απλώς ... στ..σταματά .»
VOUS LISEZ
Femme fatale 2:the return
Roman d'amour«Σε εμπιστεύτηκα . Σου έδωσα τα πάντα . Αψηφησα τους γονείς μου γι αυτό . Για να ειμαι μαζί σου . Πίστεψα σε εσένα , σε εμάς , σε αυτό που είχαμε . Γιατί μου το κανεις αυτο ;» Ο άντρας χαμογέλασε πλατιά . Ένα σατανικο χαμόγελο . Ποτέ άλλωτε δεν τον...