Πρόλογος⏳

241 16 4
                                    

«Κάπου ανάμεσα στους σπαραγμούς και τις φωνές χάσαμε τους εαυτούς μας και ανοίξαμε πληγές» -Κάθριν Φέϊτερ

- • -

Δυο χρόνια αργότερα και ακόμα δεν είχαμε κανένα σημάδι του Ελίς. Δυο χρόνια από το χαμό της πολυαγαπημένης μου φίλης. Λένε πως ο χρόνος είναι το καλύτερο φάρμακο για την καρδιά αλλά η δική μου συνέχισε να παραμένει ραγισμένη.

«Δέν σε αντέχω άλλο Νταν!!» Φώναξα καθώς πέταξα ένα βάζο στην άλλη άκρη του δωματίου

«Ώστε δεν με αντέχεις τώρα ε;. Πριν λίγους μήνες τρελαινόσουν για εμένα και έλεγες το πόσο με αγαπάς και τώρα ξαφνικά δεν με αντέχεις. Τι συνέβη κοντούλα; Είναι ο νέος σου εραστής τόσο καλύτερος από εμένα που τώρα σε εκνευρίζω;!» Ούρλιαξε ενώ με έσπρωξε με δύναμη στον τοίχο

«Μην με αγγίζεις!! Θα στο πω για τελευταία φορά. Είσαι ο μόνος άντρας στην ζωή μου. Γίνεσαι απλά παρανοϊκός!!»

«Ω ναι ρίξε τα όλα σε εμένα τώρα. Είναι όλα στο μυαλό μου, δεν φλέταρες καθόλου με τον Τρίσταν.» Είπε σαρκαστικά

«Σταμάτα πια!! Ο Τρίσταν με ρωτούσε σχετικά με την εργασία που είχαμε. Ήθελε να μάθει το πως βλέπουν τα πράγματα γύρω τους οι βρικόλακες»

«Μπορούσε απλά να ρωτήσει και εμένα, είμαστε στο ίδιο τμήμα εξάλλου, αλλά όοχιιι έπρεπε να έρθει σε εσένα και να αγγίξει το μπράτσο σου και να σου χαμογελάσει με τα κατάλευκα δόντια του» είπε απότομα

«Να σου υπενθυμίσω πως είμαστε συνδεδεμένοι μεταξύ μας. Αν ένιωθα κάτι για αυτόν θα το ένιωθες και εσυ»

«Έχω αρχίσει να πιστεύω πως το όλο θέμα της ένωσης μας δεν λειτουργεί πλέον. Διότι το μόνο πράγμα που νιώθω μέσα σου είναι ένα κενό. Τίποτα άλλο. Αν λειτουργούσε σωστά τότε θα ένιωθα την έλξη σου προς αυτόν. Δεν θα με ξάφνιαζε αν άκουγα πως κοιμήθηκες μαζί του» είπε πικρά με τις λέξεις του να στάζουν δηλητήριο.

Μετά από αυτά τα λόγια που ξεστόμισε δεν μπόρεσα να κρατηθώ άλλο. Σήκωσα το χέρι μου και τον χαστούκισα κατά μήκος του πρόσωπο του με ότι δύναμη είχα. Αμέσως το βλέμμα του σκοτείνιασε και με μια απότομη κίνηση με στρίμωξε σε μια γωνία του δωματίου. Έπειτα άρπαξε τους καρπούς μου και τους κόλλησε πάνω από το κεφάλι μου καθώς κόλλησε το μέτωπο του απότομα στο δικό μου. 

«Αν ποτέ με χτυπήσεις ξανά δεν θα διστάσω να σε παρατήσω. Υπάρχουν πολλά κορίτσια εκεί έξω που θα ήθελαν να είναι μαζί μου. Σε αντίθεση με εσένα.» Ξεφύσηξε καθώς έσφιξε την λαβή του

«Και εγώ λάτρευα να είμαι μαζί σου αλλά τώρα τελευταία έχω αρχίσει να έχω αμφιβολίες για την σχέση μας»

«Πρόσεχε τα λόγια σου κοντούλα. Μην με κάνεις να μετανιώσω που είμαι μαζί σου»

«Ο μόνος που μετανιώνει τώρα είμαι εγώ»

«Ω αλήθεια;;; Τότε φύγε!! Σε προκαλώ!» Είπε ενώ έκανε ένα βήμα προς τα πίσω

«Μην το παρατραβάς Ντάνιελ» είπα νευριασμένα

«Όχι Κάθριν σε προκαλώ. Άμα μετανιώνεις που είσαι μαζί μου τότε φύγε! Φύγε και μην τολμήσεις να ξανά γυρίσεις» είπε και άνοιξε την πόρτα ορθάνοιχτα

«Δεν είσαι πια ο εαυτός σου, αυτός εδώ που έχεις γίνει δεν είναι ο Ντάνιελ που ερωτεύτηκα.»

«Τι κρίμα που αντικαταστάθηκε από την πλευρά που έβγαλε η νέα Κάθριν»

«Είμαι η ίδια που ήμουν, ποτέ δεν άλλαξα»

«Βλακείες»

«Είναι όλα στο μυαλό σου. Δεν υπάρχει κανένας άλλος στη ζωή μου. Μόνο εσυ. Εσυ και η άλλη πλευρά του εαυτού σου. Η σκληρή και η αδιάφορη. Αυτή που εύχομαι να μην είχα δει ποτέ μου»

«Άμα δεν αγαπάς αυτή την πλευρά μου τότε δεν αγαπάς ούτε και εμένα. Ξεκουμπίσου» ψιθύρισε

«Τι είπες;»

«Είπα να ξεκουμπιστείς!! Τώρα!» Φώναξε μέσα στα μουτρά μου καθώς χτύπησε με δύναμη το σώμα μου στην πόρτα

«Καλά!»

Πήρα το μπουφάν μου από το κρεβάτι και εξήλθα από το δωμάτιο μας δίχως να του ρίξω ούτε μια ματιά. Εκείνος έκλεισε την πόρτα πίσω μου και άρχισε να σπάει πράγματα καθώς εγώ απομακρυνόμουν.

Φόρεσα το δερμάτινο μου και βγήκα έξω τοποθετώντας ένα τσιγάρο ανάμεσα στα χείλη μου. Το άναψα με ένα σπίρτο και εισέπνευσα τον καπνό αφήνοντας την νικοτίνη να διώξει την αναστάτωση μου. Είχαν περάσει δυο χρόνια από τότε που τα είχαμε πρωτοφτιάξει με τον Ντάνιελ και τώρα πια η κατάσταση μεταξύ μας πήγαινε από το κακό στο χειρότερο.

Επι τέσσερις μήνες μαλώναμε συνεχώς. Το μόνο πράγμα που άκουγε κανείς μέσα από το δωμάτιο μας ήταν οι τσιρίδες και τα κλάματα. Στα αλήθεια αναρωτιόμουν πότε γίναμε έτσι. Που είχα σφάλλει και σε τι είχα φταίξει. Πότε τον έχασα. Πότε έχασα την πίστη μου στην αγάπη μας. Πότε ξεχάσαμε ποιοί ήμασταν και τι είχαμε περάσει. Κάποτε χαμογελούσαμε συνέχεια και κάθε βράδι ξενυχτούσαμε, μιλώντας για το όνειρα μας ενώ βομβαρδίζαμε ο ένας τον άλλο με την λέξη «σε αγαπώ.» Αλλά τώρα σιγά-σιγά διαλύομασταν. Σε κάθε δάκρυ που χυνόταν έπεφτε και ένα κομμάτι της ψυχής μου.

Πότε γίναμε τόσο δυσλειτουργικοί; Πότε η αγάπη έγινε τόσο τοξική;.

Χάβεργκορτ: Η επιστροφήWhere stories live. Discover now