Μετά Το Φιλί

370 47 3
                                    

Το πρωί στο βιβλιοπωλείο πέρασε νευρικά και η Σοφία σχεδόν δεν μπορούσε να πιστέψει πως υπήρχαν μέρες που εργαζόταν όλη την ημέρα χωρίς να κλείσει καν για μεσημέρι. Άλλες φορές ήθελε να παραμένει όσο το δυνατόν περισσότερο ανάμεσα στα βιβλία της αλλά σήμερα το μόνο που χρειαζόταν ήταν να κλειστεί το δωμάτιο της και να κρυφτεί στο κρεβάτι της για να ξεχάσει ο, τι έγινε.
Το φιλί του Άρη γυρόφερνε στο μυαλό της ξανά και ξανά, κόλλαγε στο δέρμα της σαν τατουάζ και παρέμενε στις σκέψεις της σαν μια απαραίτητη διεργασία όπως η αναπνοή της.
Την είχε φιλήσει. Ήταν αλήθεια γιατί πάρα το σοκ της και την μετέπειτα παιδιάστικη αντίδραση της, θυμόταν πολύ καλά τα χείλη του στα δικά της, το άρωμα του στο πρόσωπο της να τη μπερδεύει και να τη κάνει να χάνει κάθε έλεγχο.
Ευτυχώς είχε καταφέρει να συνέλθει γρήγορα από τη παραζάλη του αγγίγματος του και είχε πεταχτεί μακριά του σαν σαΐτα. Τραύλισε κάτι σαν δικαιολογία και του ζήτησε να επιστρέψουν στο χωριό γιατί είχε αφήσει κάποιες δουλειές στο σπίτι που έπρεπε να γίνουν. Ο Άρης είχε κατεβάσει το κεφάλι και χωρίς να πει λέξη την είχε φέρει πίσω στο σπίτι της οδηγώντας αμίλητος για όλη τη διαδρομή της επιστροφής.
Έφυγε από το αυτοκίνητο του ψελλίζοντας απλώς μια καληνύχτα στην οποία εκείνος δεν είχε καν απαντήσει. Ήταν φανερά πληγωμένος με την αντίδραση της αλλά η Σοφία δε μπορούσε να κάνει διαφορετικά. Την ενοχλούσε που περίμενε από εκείνη να παραδοθεί στον έρωτα του ενώ υπήρχε μια αρραβωνιαστικιά στη μέση που μάλιστα φαινόταν να είναι πλήρως ανυποψίαστη για τη κρίση στη σχέση τους. "Αλήθεια υπάρχει κάποια κρίση όντως στη σχέση τους; Η μήπως ήταν όλα αυτά ένα παιχνίδι επιβεβαίωσης για τον αντρικό του εγωισμό; Οι σκέψεις της ήταν πολύ γρήγορες, έμοιαζε σχεδόν σαν να είχαν τα δικά τους φτερά και να πέταγαν στα μονοπάτια του μυαλού της χωρίς πυξίδα ή λογική. Απλά μια παραζάλη άγχους.
Ο αέρας ευωδίαζε θάλασσα και νοτισμένη άμμο. Είχε ανοίξει τα παράθυρα να μπει η λιακάδα μέσα στον χώρο και είχε αποφασίσει να απασχολήσει τον εαυτό της με κάτι άλλο για να σταματήσει να σκέφτεται τα ίδια ξανά και ξανά.
Μεσημέριαζε σιγά σιγά και στους δρόμους του χωριού επικρατούσε αυτή η ατμόσφαιρα της μεσημερινής ραστώνης που ξέρουν και σέβονται οι κάτοικοι της επαρχίας. Ήταν η ώρα που τα φαγητά και το ντόπιο κρασί έβγαιναν πάνω στο τραπέζι, οι ανθρώποι παραμέριζαν τις υποχρεώσεις τους που τους γάνωναν το μυαλό και κάθονταν γύρω από το ίδιο τραπέζι. Έπειτα έπαιρναν έναν καλό υπνάκο για να απολαύσουν το καλοκαιρινό, ραχάτι τους και ηρεμούσαν.
Η Σοφία είχε αποφασίσει να ταχτοποιήσει τον πάγκο που είχε τοποθετήσει πριν λίγες ημέρες στο εξωτερικό του βιβλιοπωλείου με μερικές, φρέσκες κυκλοφορίες που πάντα τραβούσαν τους περαστικούς που έψαχναν ένα βιβλίο για να τους συντροφεύσει στη παραλία.
Οι κινήσεις της ήταν νευρικές καθώς άλλαζε θέσεις σε ορισμένες εκδόσεις, ξεσκόνιζε τις σελίδες και φύσαγε μακριά τους κόκκους άμμου που έφερνε ο αέρας και πονηρά τρύπωναν μέσα από τα χάρτινα εξώφυλλα.
Το κινητό της δονήθηκε στη τσέπη της και ένιωσε ένα κύμα πανικού να έρχεται καταπάνω της. Κοίταξε την οθόνη και όταν είδε το ονομα της Δώρας, ανάσανε με ανακούφιση.
Μπήκε στο εσωτερικό του βιβλιοπωλείου και διάβασε το μήνυμα της φίλης της καθώς έκλεινε τη πόρτα πίσω της. Την προηγούμενη ημέρα της είχε ζητήσει να ρωτήσει τη γιαγιά της αν μπορούσε να περάσει να τη δει και να της μιλήσει. Η Δώρα είχε παραξενευτεί αλλά δεν φάνηκε να νιώθει περιέργεια όταν κατάλαβε πως η Σοφία δεν είχε διάθεση να της εξηγήσει ακριβώς τι είχε στο μυαλό της. Απλά δέχτηκε πρόθυμα να ρωτήσει τη γιαγιά της, τη κυρά Ελπινίκη που είχε το σπίτι της στην άκρη του χωριού και συνέχιζε να μένει μόνη της ακόμη και μετά τον θάνατο του άντρα της, πέντε χρόνια πριν.
Τώρα στο μήνυμα που της είχε στείλει της έγραφε πως η γιαγιά της την περίμενε το απόγευμα της Τετάρτης που ήταν και το βιβλιοπωλείο κλειστό και η Σοφία είχε ελεύθερη ώρα.
Η κυρά Ελπινίκη ήταν η τελευταία της ελπίδα για να προχωρήσει έστω και λίγο αυτή η ιστορία. Ήταν μια έξυπνη γυναίκα, με κοφτερή γλώσσα και μυαλό ξυράφι. Δεν μπορούσε βέβαια η Σοφία να πει με σιγουριά αν η ηλικιωμένη γυναίκα μπορούσε να γνωρίζει τη Μαρία των επιστολών αλλά ήταν σίγουρη πως αν ήξερε οτιδήποτε, θα της το έλεγε χωρίς να το μοιραστεί έπειτα με όλο το χωριό.
Η πόρτα άνοιξε και το κουδουνάκι ακούστηκε κεφάτο να σπάει τη σιγαλιά του ήσυχου μεσημεριού.
Η Σοφία αφηρημένη γύρισε προς την ξύλινη πόρτα και ένιωσε όλο της το κορμί να συνταράζεται από μια ταραχή που είχε πολύ καιρό να νιώσει: ενοχή ανάμιχτη με ντροπή.
Μπροστά της ήταν η Ιόλη, η αρραβωνιαστικιά του Άρη και έμοιαζε πιο όμορφη και χαλαρή από ποτέ.
Περπάτησε μέσα στον χώρο σαν να της ανήκε. Η Σοφία υπέθεσε πως έτσι μάλλον κινούνταν οπουδήποτε, είχε έναν αέρα νικήτριας χωρίς καν να καταβάλλει προσπάθεια. Κοίταξε τα βιβλία στα ράφια, έπειτα τη Σοφία και δίχως καν να χαιρετίσει, απευθύνθηκε στη Σοφία που την κοιτούσε με θαυμασμό πίσω από το ταμείο.
"Χρειάζομαι ένα βιβλίο. Γίνεται να το βρεις για μένα; Δεν έχω πολύ χρόνο στη διάθεση μου και η αλήθεια είναι πως δεν μου αρέσει να ψάχνω σε ράφια. Με πιάνει βήχας με τη σκόνη" εξήγησε με κάθε της λέξη να βγαίνει σκληρά από τα καλοσχηματισμένα χείλη της.
"Φυσικά θα το ψάξω, αν ξέρετε τον τίτλο. Αν και τα ράφια μου δεν έχουν σκόνη. Τα καθαρίζω καθημερινά "απάντησε η Σοφία ελαφρώς πειραγμένη και κοίταξε τη νεαρή γυναίκα με θάρρος. Εντάξει μπορεί να είχε φιλήσει τον αρραβωνιαστικό της αλλά αυτό δεν σήμαινε πως θα την άφηνε να μιλάει υποτιμητικά για το βιβλιοπωλείο της.
Η Ιόλη έκανε μια γκριμάτσα που τσαλάκωσε για λίγες στιγμές την τέλεια συμμετρία των χαρακτηριστικών του προσώπου της και αρκέστηκε να της δώσει το χαρτί με τον τίτλο του βιβλίου.
Η Σοφία κατευθύνθηκε προς τα ράφια με τα βιβλία τέχνης και καθώς τα λεπτά της χέρια έψαχναν τις πλάτες των βιβλίων, αναρωτήθηκε αν η Ιόλη μπορούσε να διαβάσει στο πρόσωπο της την ενοχή της.
Ίσως βέβαια να μην της πέρναγε καν από το μυαλό πως ο Άρης μπορούσε να κοιτάξει κάποια άλλη και μάλιστα κάποια σαν τη Σοφία που έμοιαζε με αφράτο φραντζολάκι...
Βρήκε το βιβλίο και βιαστικά γύρισε προς το ταμείο κοιτάζοντας άλλη μια φορά τη γυναίκα που είχε διαλέξει ο Άρης. Μπροστά της εμφανίστηκε η εικόνα του λυγερού κορμιού της Ιόλης στα δροσερά σεντόνια του κρεβατιού του Άρη. Τα πρωινά τους φιλιά και η αίσθηση πως μοιράζονταν τη ζωή τους.
"Τι κάνεις εσύ ανάμεσα σε όλα αυτά; " η σκέψη σαν καυτό σίδερο την τσουρούφλισε και ένιωσε σχεδόν φυσικό πόνο. Αυτή η γυναίκα μπροστά της τα είχε όλα και η ίδια είχε μπει στη μέση καταλάθος για να κλέψει στιγμές από αυτό που ήταν η πραγματικότητα της Ιόλης.
" Ορίστε "έδωσε το βιβλίο φωτογραφίας στη νεαρή γυναίκα και χτύπησε το ποσό στη ταμειακή.
"Είσαι η κοπέλα που είχε έρθει τις προάλλες στο ξενοδοχείο για τα βιβλία, σωστά;" ρώτησε η Ιόλη εστιάζοντας για πρώτη φορά στο πρόσωπο της Σοφίας.
Η Σοφία πίστευε πως είχε έρθει ως εδώ ξέροντας ακριβώς ποια είναι και το γεγονός πως δεν την είχε καν αναγνωρίσει μέχρι τώρα, την έκανε να αναρωτηθεί για το τι είδους άνθρωπο είχε απέναντι της. Τι είδους άνθρωπο είχε διαλέξει ο Άρης για να περάσει μαζί του την υπόλοιπη ζωή του.
"Ναι εγώ ήμουν. Όπου υπάρχει βιβλίο στο χωριό, κάπου κοντά θα βρίσκομαι και εγώ" έκανε μια άτσαλη προσπάθεια να αστειευτεί αλλά η Ιόλη δεν χαμογέλασε καν.
"Ναι ναι σωστά... Μου είχε πει ο Άρης πως μαζεύεις παλιά βιβλία.. Εντάξει καμία δουλειά δεν είναι ντροπή και αν αυτές οι παλιατζούρες πουλάνε γιατί να μην τις δώσεις; Μπορείς να τα βαφτίζεις και vintage και όλο και και όλο και κάποιος θα θελήσει να τα αγοράσει. "
Η Σοφία σχεδόν ανατρίχιασε ακούγοντας την Ιόλη να μιλάει έτσι για τα αγαπημένα της παλιά βιβλία. Ένας τέτοιος άνθρωπος δε θα μπορούσε ποτέ να αντιληφθεί τη συγκίνηση του αναγνώστη όταν ανακαλύπτει κάποια παλιά έκδοση, τη μυρωδιά των σελίδων καθώς τις ξεφυλλίζει ούτε καν τη σημασία των κρυμμένων μυστικών ανάμεσα τους.
"Ευτυχώς που ο Άρης αποφάσισε να τα ξεφορτωθεί και άδειασε και ο χώρος στην αποθήκη του ξενοδοχείου. Τουλάχιστον εσύ όλο και κάτι παραπάνω θα κάνεις με αυτά" συνέχισε να πετάει φράσεις σαν χολή και τα λόγια της έμοιαζαν να παραμένουν στον αέρα και να χωρίζουν τις δύο γυναίκες.
Λίγα λεπτά αργότερα η Ιόλη έφυγε, έτσι όπως είχε έρθει, χωρίς καν να χαιρετήσει απλώς ρίχνοντας αδιάφορα το βλέμμα της πάνω στα πράγματα που έτυχε απλώς να βρίσκονται γύρω της.
Η Σοφία έκατσε στην ξύλινη καρέκλα που τόσο αγαπούσε η μητέρα της γιατί ήταν χειροποίητη, δώρο του πατέρα της και προσπάθησε να ηρεμήσει τις σκέψεις της από την αναπάντεχη επίσκεψη. Ένιωσε και πάλι το βλέμμα της Ιόλης, αδιάφορο σχεδόν σαν να μην έδινε δεκάρα για το αν ήταν εκεί μπροστά της και άκουγε οσα της έλεγε. "Είναι δυνατόν αυτή η γυναίκα να ξέρει πως εγώ και ο Άρης... Όχι αποκλείεται. Μοιάζει τόσο σκληρή, τόσο αγέρωχη. Δεν θα ήταν έτσι αν ήξερε οτιδήποτε.."

Η Ιόλη μπήκε στο alfa Romeo της με την μπλε ρουά απόχρωση και πέταξε το βιβλίο στο διπλανό κάθισμα. Έβγαλε από τη τσάντα της το κραγιόν της στο χρώμα του κόκκινου του κρασιού και έβαλε προσεχτικά, μπροστά στο καθρεφτάκι.
"Τι άλλο θα κάνω τέλος πάντων "μουρμούρισε εκνευρισμένη και έβαλε το cd player στη διαπασών.
Το " Tainted love " ήχησε σε όλο το αυτοκίνητο και η Ιόλη έβαλε μπρος πατώντας με τα ψηλοτάκουνα της το γκάζι χωρίς να δυσκολεύεται καθόλου από το ύψος των παπουτσιών.
Τι στο καλό είχε ο Άρης στο μυαλό του και πως ήταν δυνατό να έχει οποιοδήποτε μπλέξιμο με αυτή τη γυναίκα στο βιβλιοπωλείο.
Τη πρώτη φορά στο ξενοδοχείο δεν την πρόσεξε καν. Είχε μιλήσει με τον "Μ" και την είχε πιέσει να ασχοληθεί περισσότερο με το θέμα του ξενοδοχείου. Δεν ήταν εύκολο αυτό που της ζητούσε. Ο Άρης ήλεγχε μόνος του τα πάντα και το να ψάξει όσα της ζητούσε, μπορεί να την έβαζε σε μπελάδες. Ήταν τόσο εκνευρισμένη που ούτε καν πρόσεξε τη γυναίκα στην αποθήκη. Στο κάτω κάτω δεν την ενδιέφερε κιόλας κάποια ντόπια που είχε φτάσει με σκοπό να πάρει μερικά παλιά βιβλία που τα είχαν για πέταμα.
Και θα είχε ξεχάσει εντελώς το γεγονός αν δεν είχε μιλήσει το Σάββατο με τον Μ. που έξαλλος της είχε αποκαλύψει πως ο Άρης γύριζε με τη γυναίκα του βιβλιοπωλείου στη χώρα και αυτή δεν είχε καταλάβει τίποτα.
Είχε θυμώσει μαζί της αλλά ήξερε πως χωρίς αυτήν δε θα μπορούσαν να έχουν τις πληροφορίες που χρειάζονταν.
Ακόμη και η Ιόλη δεν γνώριζε όλες τις λεπτομέρειες, ήταν άλλο ένα βοηθητικό στοιχείο στην εξίσωση και το μόνο που έκανε ήταν να συλλέγει πληροφορίες.
"Κάνε σωστά τη δουλειά σου" της είχε σφυρίξει εκείνος μέσα από τα δόντια του και η Ιόλη το είχε πάρει προσωπικά. Τόσο τη προσβολή για τη δουλειά της όσο και το γεγονός πως ο Άρης τόλμησε να κοιτάξει άλλη γυναίκα ενώ είχε εκείνη δίπλα του.
Είχε νιώσει την περιέργεια σήμερα το πρωί να δει από κοντά την γυναίκα αυτή. Να διαπιστώσει μόνη της τι θα μπορούσε να της είχε βρει ο Άρης. Μα όσο και αν την κοίταξε, δε μπορούσε να ανακαλύψει οτιδήποτε που θα μπορούσε να γοητεύσει έναν άντρα σαν τον Άρη. "Έχει εμένα δίπλα του, για όνομα του Θεού" είχε σκεφτεί καθώς παρατηρούσε τη παχουλή φιγούρα της Σοφίας να σκύβει στα ράφια για να βρει το βιβλίο που της είχε ζητήσει.
Ίσως τον είχε παραμελήσει τελευταία με όλα τα τρεξίματα στο εργοστάσιο. Έπρεπε να ασχοληθεί πάλι μαζί του και να ανανεώσει το πάθος του για εκείνη. Αυτό της ζητούσαν και αυτό έπρεπε να γίνει.

(Καλησπέρα! Πέρασε καιρός αλλά το νέο κεφάλαιο είναι εδώ με extra μυστήριο. Θα χαρώ να μου πείτε τη γνώμη σας και εννοείται να βάλετε τα αστεράκια σας αν σας άρεσε! 😘Φιλάκια!)

Τα φτερά του έρωτα Where stories live. Discover now