Κεφάλαιο εικοσιένα⏳

75 8 0
                                    

«Λία, ήρθε η ώρα να γυρίσεις σε εμάς» -Κάθριν Φέϊτερ

                                    ~ • ~

Συγκεντρωθήκαμε γύρω από την μεγάλη βελανίδια, κοντά στο κάστρο του Ελίς και σιγά-σιγά ετοιμαστήκαμε για επίθεση. Έριξα μια ματιά τριγύρω μου και τότε είδα τον Ντέξτερ να τρέχει πίσω σε εμάς. Το βλέμμα του μαρτυρούσε ηρεμία και ανακούφιση, πράγμα που σήμαινε πως μας έφερνε ευχάριστα νέα. Σταμάτησε μπροστά από το Ντρου και μας χαμογέλασε διάπλατα, εμφανώς ικανοποιημένος με αυτά που είδε.

«Μαντέψτε» είπε

«Τι;» Ρώτησε ο Τρίσταν με ένα γελάκι

«Το κάστρο φρουρείται από περίπου δώδεκα πολυμορφικούς. Οι ψυχοφάγοι δεν είναι πουθενά. Μάλλον τους χρησιμοποιεί μόνο για επαναφέρει κάποιον στην ζωή ή για να προστατέψει τυχόν απώλειες του στρατού του» εξήγησε

«Μάλιστα, αυτό όμως δεν σημαίνει πως θα επαναφέρει ξανά όποιον πολυμορφικό και αν σκοτώσουμε;» Ρώτησε ο Ντρου και τότε ο Τρίσταν τον διέκοψε

«Όχι αν έχουμε το σμαράγδι στην κατοχή μας. Έχω ένα σχέδιο. Ο Ντρου και ο Ντέξτερ θα αποσπάσουν την προσοχή των πολυμορφικών, οδηγώντας τους στην υπόλοιπη αγέλη όσο εγώ και η Κάθριν τρυπώνουμε στο κάστρο. Το σμαράγδι πρέπει να ναι κρυμμένο κάπου εκεί μέσα. Είτε θα το έχει ο Ελίς είτε η Λία. Είμαι βέβαιος πως δε θα το άφηνε σε κανενός άλλου τα χέρια.» Είπε και όλοι έγνεψαν καταφατικά, συμφωνώντας με το σχέδιο του

«Καλό μου ακούγεται, ας το κάνουμε» είπε ο Ντρου καθώς άλλαξε στην λυκίσια μορφή του

Έκανε το ίδιο και ο Ντέξτερ και μαζί έτρεξαν προς τους εχθρούς ενώ εγώ με τον Τρίσταν περπατήσαμε προς το πίσω μέρος του Πύργου. Μετά από αρκετές γύρες, βρήκαμε μια σκουριασμένη και ετοιμόρροπη πόρτα την οποία μπορούσαμε εύκολα να ρίξουμε. Σήκωσα τα μανίκια μου και με ότι δύναμη είχα την κλώτσησα. Τα μέταλλα που την συγκρατούσαν κλειστή έσπασαν μονομιάς και έτσι καταφέραμε να μπούμε. Με αργό βηματισμό προχωρήσαμε προς το κύριο δωμάτιο από του οποίου την κλειδαρότρυπα, ρίξαμε μια ματιά στο εσωτερικό του για να δούμε τι υπήρχε.

Μέσα στο δωμάτιο υπήρχαν μονάχα δυο άτομα. Ο Ελίς που καθόταν στο θρόνο και η Λία που στεκόταν ακίνητη από δίπλα του. Ήταν ντυμένος σε σκούρες αποχρώσεις και κοίταζε τα πάντα γύρω του με ένα τρόπο που μόνο μίσος θα μπορούσε κανείς να το χαρακτηρίσει. Η Λία από την άλλη ήταν ντυμένη σε γκρίζες αποχρώσεις και είχε τα μαλλιά της πιασμένα σε ένα αριστοκρατικό κότσο. Το πρόσωπο της δεν συγκρατούσε κανένα αίσθημα. Ήταν κενό και ανέκφραστο. Λες και το κορίτσι που γνώριζα δεν υπήρξε ποτέ.

Χάβεργκορτ: Η επιστροφήWhere stories live. Discover now