Κεφάλαιο 4 «Πράξη αυτοκτονίας»

96 5 0
                                    

Το ακούς από μικρός, όταν μεγαλώσεις θα ερωτευθείς και θα νιώσεις ο πιο ευτυχισμένος άνθρωπος στον κόσμο, θα νιώσεις πεταλούδες να καίγονται στο κορμί σου, η καρδιά σου θα χτυπήσει σε ρυθμό και τα αισθήματα σου θα χορέψουν μαζί της. Το μόνο που θα σκέφτεσαι θα είναι η στιγμή που θα ξανά είστε μαζί και όλα τα αλλά θα γίνονται απτά.....ασύμβατα με την δίκη σου σκέψη. Όμως γιατί όλα αυτά μοιάζουν ψέμα όταν μεγαλώσεις; Μπορεί να νιώσεις όλα αυτά τα συναισθήματα για μια στιγμή αλλά τίποτα δεν κρατάει για πάντα. Οι μεγαλύτεροι έρωτες τελείωσαν άδοξα και τα πιο παθιασμένα φιλιά σβήστηκαν από ορμητικά δάκρυα.

«Τελευταία δεν μπορώ ούτε να διανοηθώ τι θα μπορούσαμε να γίνουμε εμείς οι δυο» σκέφτηκε καθώς τοποθετούσε έντονο κόκκινο κραγιόν στα ξεχειλισμένα από πόθο χείλια της. Το μυαλό της είχε γεμίσει με «μη» και «πρέπει» γινόταν μέσα της μια βίαιη μάχη γιατί είχε το άγριο είδος των πεταλούδων μέσα στο στομάχι της που σκότωναν κάθε ίχνος λογικής και την οδηγούσαν για άλλη μια φορά....σε αυτόν.

Τοποθέτησε τα δάκτυλά της στο απαλό δέρμα της αρχίζοντας να σηκώνει αργά την άκρη του φορέματος της και εκείνο έπεφτε πάνω της σαν ένα φλεγόμενο κύμα που την γέμιζε αυτοπεποίθηση, την έκανε να νιώθει επικίνδυνη....αδίστακτη. Με ένα γρήγορο τίναγμα του κεφαλιού άφησε τα μαλλιά της να σκορπίσουν πάνω στους ώμους της, με μια κυκλική κίνηση του χεριού της τα έφερε όλα σε μια πλευρά κοιτάζοντας τον εαυτό της στον καθρέφτη και νιώθοντας για πρώτη φορά γυναίκα, αληθινή γυναίκα. Τοποθέτησε το καλσόν κατά μήκους του ποδιού της μέχρι τους γοφούς και ύστερα έντυσε τα δάκτυλά της με πανέμορφα ψηλά τακούνια. Σηκώθηκε όρθια και στόλισε τα αυτιά της με δυο ασημένια σκουλαρίκια και ύστερα πήρε το διαμαντένιο κολιέ της και το τύλιξε ευλαβικά γύρω από τον λαιμό της αφήνοντας το να αντανακλά σε όλο το δωμάτιο. Έβγαλε από την θήκη με τα κοσμήματα της ένα μικρό δακτυλίδι με μια διαφανή πέτρα στην κορυφή του και το έσπρωξε αργά μέσα στα δάκτυλά της. Κοιτάχτηκε για μια τελευταία φορά και ότι ανασφάλεια υπήρχε απλά εξαφανίστηκε με ένα της βλέμμα.

Έπιασε το σημείο σκισίματος στο φόρεμα της και καθώς γύρισε για να φύγει το άφησε να πορευτεί με την πορεία του αέρα, ήξερε ότι ξεπερνούσε τα όρια, ήξερε ότι αυτή την στιγμή της έδινε ευχαρίστηση οτιδήποτε απαγορευμένο βρισκόταν πάνω του. ΗΞΕΡΕ, ότι αυτή η συνάντηση είναι μια πράξη αυτοκτονίας.

Παράνομη αθωότηταOù les histoires vivent. Découvrez maintenant