Πως αντιδράς όταν όλα γύρω σου αρχίζουν και καταρρέουν; Όταν όλα όσα θεωρούσες δεδομένα αρχίζουν να γίνονται άξια απορίας. Είμαστε θύματα ενός παιχνιδιού που ονομάζεται μοίρα. Άλλοτε μας ευνοεί και άλλοτε όταν έχουμε κάνει δυο βήματα μπροστά, μας τραβάει τέσσερα πίσω. Και αν όλα όσα ζούμε είναι προσχεδιασμένα; Σκόρπια σενάρια σε μιας άγνωστης δύναμης το χαρτί; Η τύχη δεν υπάρχει, είναι απλά συγκυρίες που έρχονται απρόσμενα στην ζωή μας και δεν μπορούμε να προβλέψουμε, οπότε το πραγματικό ερώτημα είναι:Μπορούμε να ορίσουμε ή έστω να αλλάξουμε με μια πράξη μας την τροχιά της μοίρας μας και αν ναι, μέχρι που είμαστε διατεθειμένοι να φτάσουμε για να ξεφύγουμε από την εποχή του φόβου;
Με κομμένη ανάσα ζωγράφιζε χειμώνες στο τζάμι, χειμώνες με θυελλώδης ανέμους που ίσως κατάφερναν να την φέρουν ξανά κοντά του, αλλά πέρασαν μέρες και εκείνη δεν έδωσε ούτε ένα σημάδι ζωής, δεν άφησε ούτε ένα ίχνος ελπίδας να σιγοκαίει αργά για να τον κρατάει ζεστό τα πιο δύσκολα βράδια. Οι εφιάλτες του δεν ξεχώριζαν πια από την πραγματικότητα, ήταν δυο συνώνυμες λέξεις με την δικιά τους τραγική ιστορία, ζούσε σε ένα παράλληλο σύμπαν που όλα άρχιζαν και τελείωναν με το όνομα της, τώρα πια ένα επικίνδυνο παιχνίδι είχε αρχίσει άλλα αν λεγόταν αγάπη θα έπρεπε να παίζουν και οι δυο παίχτες και αυτή, ας μην τον ήξερε......ήταν έτοιμος να ρίξει τον άσσο του.
Ο ήλιος είχε αρχίσει να κρύβεται πίσω από τους λόφους απελευθερώνοντας ένα βαθύ πορτοκαλί χρώμα σε όλο τον ορίζοντα, εκείνη καθόταν μέσα στο γραφείο της, με μόνη της παρέα το ψυχρό λευκό φως της λάμπα της.Ήταν έτοιμη να υποδεχτεί τον τελευταίο της ασθενή, μα αυτή η συνάντηση θα ήταν καθοριστικής σημασίας, όχι μόνο για αυτόν αλλά και για όλη της την κοσμοθεωρία. Καμιά φορά ακούς αλήθειες που είχες κρύψει τόσο βαθιά μέσα σου για να μην τις θυμάσαι ούτε εσύ αλλά τίποτα δεν μένει κρυφό για πάντα και όταν ξαναβγεί στην επιφάνεια........τίποτα δεν μπορεί να σε προετοιμάσει για αυτό που πρόκειται να συμβεί.
«Πέτρος»
Ο χτύπος της πόρτας ήταν ήσυχος, ο Πέτρος μπήκε μέσα σχεδόν αθόρυβα, το δέρμα του ήταν χλωμό σχεδόν κάτασπρο, τα μάτια του κατακόκκινα, η ανάσα του βαριά, κουρασμένη και όλο του το σώμα παραδομένο, κάθεται χωρίς να ρωτήσει στην θέση του και περιμένει με το κεφάλι κάτω,όμως φαινόταν, φαινόταν στην αύρα του ο πόνος, το παράπονο.....η λύπη και όλα μαζί άμα συγκρουστούν οδηγούν σε ένα ατελείωτο ξέσπασμα δίχως όρια.
ŞİMDİ OKUDUĞUN
Παράνομη αθωότητα
Romantizm«Το είπες; «Σαγαπω», είπες «Είσαι όλη μου η ζωή»; Πρόλαβες να δώσεις ένα τελευταίο φιλί; Πρόλαβες να αγγίξεις τον έρωτα για τελευταία φορά και να τον σφίξεις στον σώμα σου; Βρες τα λόγια, κανε τις λέξεις πράξεις και απλά ζήσε γιατί ίσως αύριο...