Το σπίτι ήταν ντυμένο στις αποχρώσεις της νύχτας, κοίταξε την φωτογραφία που είχε δει στο ξύλινο κουτί και έμοιαζε να είχε βρει αυτό που ψάχνει, ήταν ένα μικρό, ξύλινο σπίτι που έμοιαζε σαν ένα φάντασμα που περιπλανιόταν μόνο στο κρύο φως του σκοταδιού. Η πόρτα ήταν ανοιχτή, πράγμα που την ξάφνιασε αλλά σκέφτηκε ότι ίσως ο Michael θα έκανε την επίσκεψη του σύντομα για αυτό θα έπρεπε να βιαστεί. Πριν μπει μέσα παρατήρησε πως κάτω από το δέντρο υπήρχε μια μικρή σιδερένια πόρτα στο έδαφος που οδηγούσε στο κελάρι του σπιτιού. Μπαίνοντας μέσα το βλέμμα της έπεσε αμέσως σε μια άλλη μεγάλη, μεταλλική πόρτα, συνδεδεμένη με καλώδια που οδηγούσαν στο εξωτερικό μέρος του σπιτιού. Την τράβηξε απαλά μα εκείνη στεκόταν σαν ένα θηρίο μπροστά στα μάτια της, μη μπορώντας να την ανοίξει. Βγήκε ξανά έξω ακολουθώντας τα καλώδια και άρχισε να τραβάει την πόρτα που οδηγούσε στο κελάρι μα ήταν και εκείνη κλειδωμένη, χτυπώντας απελπισμένα τον κορμό του δέντρου, κούνησε τα φύλλα του και προς έκπληξη της από μέσα τους έπεσε το κλειδί που άνοιγε την πόρτα. Ανοίγοντας την με περιέργεια, αποφάσισε να κατέβει τις σκάλες προσπαθώντας να μάθει τι ήταν αυτό που ήθελε να κρατήσει τόσο πολύ κρυφό ο Michael. Μπροστά της βρισκόταν ένα μεγάλο, γυάλινο κελί που είχε μέσα του μια παλιά γραφομηχανή και ξεχασμένο φαγητό. Στο τραπέζι υπήρχαν εργαλεία βασανισμού και η καρέκλα είχε ακόμα ένα σκοινί με σταγόνες αίματος πάνω της. Ο διακόπτης που άνοιγε την μεταλλική πόρτα βρισκόταν δίπλα της ακριβώς, άπλωσε το χέρι της να τον τραβήξει αλλά ένα άλλο χέρι πετάχτηκε και της τράβηξε το χέρι κάνοντας την να ουρλιάξει από τον τρόμο. Μια γυναίκα, γεμάτη σκόνες, αίματα και με τα δυο δάχτυλα του χεριού της ακρωτηριασμένα έπεσε πάνω της και της είπε λίγο πριν ξεψυχήσει:
-ΦΥΓΕ από εδώ μέσα! Θα σε βρει! ΦΥΓΕ όσο έχεις.......την ζωή σου.
Και αφήνοντας την μπλούζα της έπεσε στο έδαφος κάνοντας την Ελένα να τραβήξει τον διακόπτη βιαστικά και να τρέξει φοβισμένα προς τον επάνω όροφο για να ανοίξει την πόρτα. Πιάνει το χερούλι και λίγο πριν ανοίξει τραβάει προς τα πάνω το μαχαίρι που είχε κρύψει στην τσέπη της ώστε να είναι προετοιμασμένη. Μπαίνοντας μέσα το βλέμμα της παγώνει, τα πόδια της κόβονται με μιας, η καρδιά της προσπαθεί να κλέψει χαμένους χτύπους, όλες οι σκέψεις της σκοτείνιασαν. Το δωμάτιο είχε παντού κρεμασμένες δικές της φωτογραφίες ενώ κοιμόταν, ενώ περπατούσε, ενώ έκανε μπάνιο, όλη η ζωή της ήταν αποτυπωμένη σε αυτές τις φωτογραφίες, πίσω τους ήταν γραμμένη η φράση...
ESTÁS LEYENDO
Παράνομη αθωότητα
Romance«Το είπες; «Σαγαπω», είπες «Είσαι όλη μου η ζωή»; Πρόλαβες να δώσεις ένα τελευταίο φιλί; Πρόλαβες να αγγίξεις τον έρωτα για τελευταία φορά και να τον σφίξεις στον σώμα σου; Βρες τα λόγια, κανε τις λέξεις πράξεις και απλά ζήσε γιατί ίσως αύριο...