Ο Ιούνιος δεν είναι μήνας εμπιστοσύνης, φέρνει συχνά αλλαγές στον καιρό και τα σύννεφα του κουβαλούν βροχή χωρίς να λογαριάζουν το καλοκαίρι και τη θάλασσα που γυαλίζει σαν χρυσαφένια μάγισσα.
Η μέρα είχε ξημερώσει βροχερή με πρώτο να κάνει την εμφάνιση του ένα νευρικό ψιλόβροχο που περισσότερο εκνεύριζε τους περαστικούς και λιγότερο έβρεχε πραγματικά όσους το δέχονταν στο πέρασμα τους.
Η Δόμνα είχε παραμείνει για παραπάνω ώρα στο κρεβάτι της από ο,τι συνήθως και η Μαρία που είχε από ώρα ξυπνήσει βρήκε ευκαιρία να χαρεί τη βροχή και την ησυχία του κρεβατιού της χωρίς να τραβήξει τη προσοχή . Γνώριζε πως η μητέρα της δε θα έδινε τόση σημασία στην απουσία τους εφόσον έλειπαν και η δύο από το πρωινό, χωρίς βέβαια να έχει και τη ψευδαίσθηση πως δε θα έστελνε κάποιον να τις αναζητήσει.
Πράγματι δεν είχε περάσει ώρα από αυτή τη σκέψη της Μαρίας και η πόρτα χτύπησε διακριτικά σαν κάποιο διστακτικό χέρι να την άγγιξε.
Η Μαρία σηκώθηκε,κουκουλώθηκε με μια ρόμπα όπως όπως πάνω από το λεπτό νυχτικό της και άνοιξε τη πόρτα με όσο το δυνατόν πιο νυσταγμένο ύφος.
Στο κατώφλι αντίκρισε μια νεαρή κοπέλα,θα ήταν δε θα ήταν συνομήλικη της,με στολή καμαριέρας να την κοιτάζει διερευνητικά καθώς αντίκριζε η μία την άλλη.
"Παρακαλώ;"ρώτησε η Μαρία παριστάνοντας πως το χτύπημα της πόρτας την είχε ξυπνήσει.
"Οι κύριες ρωτούν αν θα τις συντροφεύσετε στο πρωινό που έχει ήδη σερβιριστεί"πρόφερε τις λέξεις σφιγγμένα με ένα ύφος που η Μαρία θα ήταν σίγουρη πως έκρυβε αντιπάθεια αν δεν γνώριζε πολύ καλά πως πρώτη φορά έβλεπε στα μάτια της ,τη νεαρή καμαριέρα.
"Ίσως καλύτερα να μη μας περιμένουν..Αν δεν το προλάβουμε,θα.." δε πρόλαβε να ολοκληρώσει τη κουβέντα της και η φωνή της Δόμνας από το εσωτερικό ακούστηκε τσιριχτή και αγουροξυπνημένη.
"Όχι καλύτερα πες τους πως θα ετοιμαστούμε και θα έρθουμε.Ζήτησε συγγνώμη εκ μέρους μας που τις αφήσαμε να περιμένουν" έδωσε εντολή τηρώντας όπως πάντα τους κανόνες της διπλωματίας και των καλών τρόπων.
Η κοπέλα κούνησε το κεφάλι, μουρμούρισε ένα μάλιστα και έκανε στροφή σαν σίφουνας αφήνοντας τη Μαρία αποσβολωμένη στο κατώφλι.
Αφού συνήλθε από την αστραπιαία φυγή της καμαριέρας,η Μαρία έκλεισε πίσω της φουρκισμένη την πόρτα και έκατσε στο κρεβάτι της με δύναμη κάνοντας το να στρίψει.
"Σιγά,θα το καταστρέψεις" τη μάλωσε η Δόμνα που ήδη είχε αρχίσει να ξυπνάει για τα καλά και ετοιμαζόταν να αφήσει το αναπαυτικό της κρεβάτι για να αλλάξει και να βρει τους υπόλοιπους στη τραπεζαρία.
"Δικό μου είναι;"απάντησε η Μαρία με αγενές ύφος που μοναδικό στόχο είχε να προκαλέσει τη μικρότερη αδελφή της.
"Γιατί πάντα πρέπει να λες τέτοια πράγματα;"η Δόμνα δε φάνηκε να θυμώνει πάρα μονάχα γέλασε με το ύφος του καλού παιδιού που διασκεδάζει που και που με τις αταξίες του άτακτου αδερφού του.
"Γιατί πετάχτηκες και είπες στη κοπέλα πως θα κατέβουμε;Θα μπορούσαμε να γλιτώσουμε το πρωινό και να μείνουμε εδώ με την ησυχία μας χωρίς της γκρίνια της μητέρας.
"Μα γιατί να αποφύγουμε το πρωινό; Ξέρεις πόσο πεινάω το πρωί!Το κέικ λεμονιού που φτιάχνουν εδώ είναι το πιο νόστιμο πράγμα που έχω φάει"λιγώθηκε η Δόμνα στη σκέψη του γλυκού που τη περίμενε υπομονετικά στη τραπεζαρία.
"Πέρα από το γλυκό , έχουμε να αντέξουμε και τη ξινιλα της οικοδέσποινας"πρόσθεσε η Μαρία,σαν να θύμιζε στη Δόμνα πως το αγαπημένο της γλυκό το φύλαγε ένας δράκος.
"Η αλήθεια είναι πως και εγώ δε τη πολυσυμπαθώ αλλά είναι η μητέρα του Παύλου και μέλλουσα πεθερά σου.. Πρέπει να κάνεις υπομονή και να την πάρεις με το καλό"
"Πότε έχεις μάθημα; ρώτησε η Μαρία αλλάζοντας θέμα γιατί την εκνεύριζε η πρακτική απάθεια της αδερφής του που ακολουθούσε τα βήματα της μητέρας τους.
"Στις 12..Δεν διάβασα όσο θα έπρεπε αλλά ο Αλέξης είναι πολύ καλός μαζί μου"πρόσθεσε η Δόμνα με ονειροπόλο ύφος καθώς ανέφερε το όνομα του Αλέξη.
"Φαίνεται πολύ σοβαρός και ο κυρ Λεωνίδας πιστεύει πως είναι και πολύ καλός δάσκαλος" αποκρίθηκε η Μαρία που ένιωσε μια μικρή ενόχληση βλέποντας το ύφος της Δόμνας.
"Είναι και πολύ όμορφος..."χασκογέλασε και το κοκκίνισμα της απλώθηκε σαν πούδρα στα λευκά της μάγουλα.
"Αλλά ναι , είναι πολύ σοβαρός, πραγματικά τυπικός .. Άδικα μπαινοβγαίνει η μητέρα στο δωμάτιο φοβούμενη μήπως με αποπλανήσει" δήλωσε ελαφρώς δυσαρεστημένη που ο Αλέξης δεν είχε δείξει καμία διάθεση να την αποπλανήσει.
"Να κοιτάς τα μαθήματα σου και άσε τώρα τους έρωτες"απάντησε απότομα η Μαρία θυμωμένη που η Δόμνα είχε τολμήσει να ρίξει τα μάτια της πάνω στον Αλέξη.
"Μα ποιος μιλάει για έρωτα;Μη Λες ανοησίες! Είναι πολύ όμορφος μα για να πούμε την αλήθεια είναι φτωχός και δουλεύει σαν δάσκαλος.Αυτό μου έλειπε,να ερωτευτώ έναν άφραγκο υπάλληλο και να ζήσω μέσα στη φτώχεια.. Φαντάζεσαι;"η Δόμνα γέλασε ένα δυνατό,κελαρυστό γέλιο και σηκώθηκε από το κρεβάτι για να αλλάξει και να ετοιμαστεί..
Η Μαρία ησύχασε στη σκέψη πως η σνομπ ανατροφή της αδερφής της δε θα της επέτρεπε ποτέ να κοιτάξει στα σοβαρά κάποιον σαν τον Αλέξη..
Δε μπόρεσε να μη σκεφτεί πόσο ειρωνικό ήταν όλο αυτό... Κάποιον σαν τον Αλέξη, λες και αποτελούσε παράδειγμα προς αποφυγήν...Και τον έκριναν εκείνοι που ετοιμάζονταν να πουλήσουν τη κόρη τους για να μη χάσουν τα λούσα τους και εκείνοι που ο γιος τους είχε ερωμένη μια παντρεμένη ενώ ετοιμαζόταν να παντρευτεί και ο ίδιος. Ίσως καλύτερα να έλεγαν πως "εκείνος δεν θα έπρεπε να ρίξει τα μάτια του σε κάποια σαν αυτές αν ήθελε την ησυχία του".
Αναρωτήθηκε αν είχε διαβάσει το ραβασάκι της και αν είχε πάρει την απόφαση του.Ούτε και η ίδια δε μπορούσε να εξηγήσει πως είχε φερθεί τόσο απερίσκεπτα.Δεν τον γνώριζε τόσο καλά και κάλλιστα θα μπορούσε να την παρεξηγήσει και να αρχίσει να μιλάει δεξιά και αριστερά για το μήνυμα της , γραμμένο στο χαρτί , τρανή απόδειξη των ισχυρισμών του.
"Που μπορώ να σας δω;"έγραψε στο αυθόρμητο μήνυμα της και τώρα όσο πιο πολύ το σκεφτόταν,τόσο πιο μεγάλη ντροπή ένιωθε.Η σκέψη πως ίσως να τον είχε τρομάξει το θράσος της, προκάλεσε ένα μούδιασμα άγχους στο μυαλό της.Εκείνη τη στιγμή είχε ξεχάσει εντελώς τον αρραβώνα της με τον Παύλο,το γεγονός πως βρισκόταν στη γενέτειρα του και πως κάλλιστα ο νεαρός δάσκαλος θα μπορούσε να το είχε δείξει γελώντας στους φίλους του στο καφενείο και να είχαν γελάσει, προτού αρχίσουν να το διαδίδουν παντού.
Γέλασε στην ιδέα του πως θα αντιδρούσε η μητέρα της αν έφτανε κάτι από αυτά στα αυτιά της.Η Μαρία αδιαφορούσε για το ενδεχόμενο να προκληθεί κάποιο σκάνδαλο.Αν αυτό το ραβασάκι γινόταν η αφορμή να χαλάσει αυτός ο γάμος,τόσο το καλύτερο.
"Θα σηκωθείς επιτέλους"άκουσε τη φωνή της Δόμνας,η οποία είχε ήδη ετοιμαστεί όση ώρα η Μαρία ονειροπολούσε.Το φόρεμα της στο χρώμα της λεβάντας σκορπάγε την ένταση του σε ολόκληρο το δωμάτιο.
Όταν κατέβηκαν στη τραπεζαρία διαπίστωσε πως οι υπόλοιποι είχαν ήδη σχεδόν τελειώσει το πρωινό τους και η Βασιλική τους έριξε ένα επιτιμητικο βλέμμα, δυσαρεστημένη ολοφάνερα με την αργοπορία τους.
Η Δόμνα καλημέρισε δειλά και ζήτησε συγγνώμη καθώς έπαιρναν τη θέση της στο βαρύ ξύλινο τραπέζι που απλωνόταν επιβλητικά στο χώρο.
"Ο Παύλος;"ρώτησε η Μαρία αντί για καλημέρα με διάθεση να τονίσει τα κρυφά ξεπορτίσματα του αρραβωνιαστικού της.
"Ο Παύλος είναι γνωστό πως σηκώνει περισσότερα βαρη από ο,τι θα χρειαζόταν για την ηλικία του και όταν λείπει είναι μόνο για δουλειές.Αν είχατε εμφανιστεί εγκαίρως, θα γνωρίζατε γιατί απουσιάζει"απάντησε σε αυστηρο τόνο η Βασιλική καθώς είχε καρφώσει επίμονα το βλέμμα της στο απαθές πρόσωπο της Μαρίας.
"Ω έλα τώρα Βασιλική μου,μη γίνεσαι σκληρή με τη νέα γενιά"προσπάθησε να ελαφρύνει το κλίμα από την κορυφή του τραπεζιού, πίνοντας την τελευταία γουλιά από τον βαρύ, ελληνικό καφέ του.
"Ο Παύλος καλή μου πετάχτηκε στο σπίτι των Παπούληδων για να πάρει ορισμένα έγγραφα από τον Μάριο"γύρισε και εξήγησε έπειτα στη Μαρία που έμεινε αμίλητη,σε μια προσπάθεια να κρατήσει το ειρωνικό της γέλιο.
"Δεν είναι λίγο νωρίς για επισκέψεις;"
"Θα έπρεπε έπειτα να πάει στη χώρα για να στείλει μερικά τηλεγραφήματα στον αδερφό μου.Τα υφάσματα έχουν τις έννοιες τους"συνέχισε να της εξηγεί υπομονετικά ενώ λίγο πιο πέρα η μητέρα της , είχε φρίξει από τις απανωτές ερωτήσεις της κόρης της.
Η Μαρία πάντως δε βρήκε τι να σχολιάσει πάνω σε όλα αυτά και έτσι έσκυψε αφηρημένα στο πιάτο της.
Η υπόλοιπη ώρα του πρωινού πέρασε σε σιωπηλή ατμόσφαιρα και μόνοι τα κροταλίσματα των σερβίτσιων έσπαγαν την ησυχία που επικρατούσε.
Έπειτα από το πρωινό,οι συνδαιτημόνες σκόρπισαν,το τραπέζι μαζεύτηκε προσεχτικά και στη κουζίνα οι ετοιμασίες για το γεύμα ξεκίνησε.Η Βασιλική όπως κάθε μέρα είχε ήδη κουβεντιάσει με τη μαγείρισσα για τα φαγητά που θα σερβίρονταν το μεσημέρι κι έτσι βγήκε στην αυλή με τη συντροφιά της μέλλουσας συμπεθέρας της.Η Δόμνα φρόντισε να μελετήσει για λίγο τις σημειώσεις της προτού έρθει η ώρα για να συναντηθεί με τον Αλέξη για το μάθημα της ενώ η Μαρία στο πλάι της παρίστανε ότι διάβαζε το βιβλίο της ενώ στη πραγματικότητα, ανησυχούσε για το αν ο Αλέξης θα είχε για εκείνη μια απάντηση.
Στις δώδεκα παρά πέντε η Καλλιόπη Σπύρου είχε ειδοποιήσει τη κόρη της πως ο δάσκαλος της είχε φτάσει και την περίμενε στη βιβλιοθήκη.
Η Δόμνα είχε μαζέψει τα πράγματα της βιαστικά και είχε φύγει για το μάθημα με το καλύτερο της χαμόγελο, αφήνοντας τη Μαρία να τρώγεται με το άγχος της χωρίς να ξέρει πως μπορούσε να βολιδοσκοπήσει τη κατάσταση.
Αφού πήγε κάτω στο δωμάτιο της για αρκετές φορές, αποφάσισε πως το καλύτερο θα ήταν να τον περιμένει στο ισόγειο για να συναντηθούν την ώρα που θα έφευγε από το μάθημα.
Κατέβηκε με πιο ελαφριά διάθεση τα σκαλοπάτια, ρίχνοντας κλέφτες ματιές προς τη μεριά της βιβλιοθήκης χωρίς να βλέπει όμως τίποτα άλλο παρά μόνο τις κλειστές της πόρτες.
Στο ισόγειο την περίμενε μια δυσάρεστη έκπληξη καθώς τόσο το σαλόνι που ήταν το μόνο δωμάτιο από όπου θα μπορούσε να τον δει να περνάει, όσο και ο κήπος ήταν κατηλειμμενα.Η μητέρα της είχε αποφασίσει να πάρει τη βεντάλια της και τους "Άθλιους"του Ουγκώ και να βολευτεί στην αναπαυτική πολυθρόνα του σαλονιού.Αντιθετα η μέλλουσα πεθερά της ,έχοντας βρει ευκαιρία τώρα που η βροχή είχε σταματήσει, περιπλανιόταν στον κήπο με συντροφιά την μικρή εκείνη υπηρέτρια που είχε χτυπήσει τη πόρτα τους το πρωί, και διάλεγαν τα καλύτερα τριαντάφυλλα για τα μπουκέτα που διακοσμούσαν τους μπουφέδες στο σπίτι.
Θύμωσε με την ατυχία της και μη ξέροντας πια με ποιον τρόπο θα μπορούσε να ξεκλέψει έστω λίγο χρόνο με τον Αλέξη, χώθηκε στη μικρή κούνια που υπήρχε στη μία άκρη του κήπου και αφοσιώθηκε στο πέρα δώθε της καμπύλης που χάραζε η κούνια καθώς έδινε ώθηση.
Οι σκέψεις της πέταξαν για λίγο στο Παύλο και σε όλα εκείνα τα ψέματα που ήταν αναγκασμένος να πει ώστε να ξεκλέψει λίγο χρόνο με την παντρεμένη Κατερίνα.Η Μαρία ήταν βέβαια άπειρη σε ο,τι αφορούσε τις σχέσεις των ανθρώπων αλλά δε μπόρεσε παρά να αναρωτηθεί γιατί οι γύρω της έδειχναν μια πεισματική εμμονή στο να επιλέγουν άτομα με τα οποία δεν ήταν ευτυχισμένοι αντί να ακολουθήσουν τη καρδιά τους.
"Κι εσύ το ίδιο κάνεις"η εσωτερική της φωνή δεν είχε σκοπό να της κρύψει την αλήθεια αν και στην Μαρία δεν άρεσε καθόλου αυτό που άκουγε.
Δεν ήταν παρά αρκετή ώρα αργότερα όταν πια είχε κουραστεί και είχε εγκαταλείψει τη κούνια του κήπου, που είδε την αδερφή της και τον Αλέξη να βγαίνουν συζητώντας στην αυλή από το αρχοντικό.
Η Μαρία τινάχτηκε και πήγε προς το μέρος τους με την ελπίδα να τον χαιρετήσει έστω αλλά όπως φαίνεται την ίδια ιδέα είχε και η μητέρα της που ήρθε και αυτή ξωπίσω τους έχοντας αφήσει το διάβασμα της.
Η Μαρία αναγκάστηκε να χαιρετήσει λακωνικά υπό το άγρυπνο βλέμμα της μητέρας της που έκανε αρκετές ερωτήσεις για τη πρόοδο της Δόμνας και για την ύλη των μαθημάτων.Η Μαρία δε μπόρεσε να μη θαυμάσει το πόσα γνώριζε η μητέρα της για την διδακτική ύλη ειδικά για μια γυναίκα που κατά βάση προόριζε τις κόρες της για συζύγους-τρόπαια.
Ο Αλέξης χωρίς να φαίνεται ενοχλημένος από τις απανωτές απορίες της, φρόντιζε να απαντάει ευγενικά και εξηγώντας όσο καλύτερα μπορούσε όσα της έλεγε.
Η συζήτηση συνεχίστηκε λίγο ακόμη με τη Δόμνα να ανυπομονεί να αποδεσμευτεί για να πάει στο δωμάτιο της και τη Μαρία να χτυπάει ανυπόμονα το πόδι της στο έδαφος σαν να έτρεμε ολόκληρη.
Δεν άκουγε καν πλέον το θέμα συζήτησης μέχρι τη στιγμή που της φάνηκε πως ο Αλέξης είχε αναφέρει το όνομα της.Γύρισε και τον κοίταξε προσεχτικά και άφοβα θαυμάζοντας όσο προλάβαινε το ξάστερο, όμορφο πρόσωπο του.Μια ακτίνα ηλίου τρεμόπαιξε ανάμεσα στις βλεφαρίδες του καθώς της έτεινε το χέρι του που κρατούσε ένα βιβλίο.
"Αυτό το ξεχάσατε τις προάλλες στο βιβλιοπωλείο.Μου το έδωσε η ιδιοκτήτρια για να σας το φέρω γιατί δε μπορούσε να αφήσει το μαγαζί"εξήγησε σε ανεξιχνίαστο τόνο που διατηρούσε απόλυτα όμως το σοβαρό του ύφος.
"Η κόρη μου μερικές φορές πραγματικά είναι πολύ αφηρημένη"ψιλογέλασε η μητέρα της που δεν είχε ιδέα τι διαδραματιζόταν εκεί μπροστά στα μάτια της.
Η Μαρία αναγνώρισε το ιδιαίτερο εξώφυλλο, διάβασε το όνομα της Αλίκης στον τίτλο και ήξερε πλέον πως το βιβλίο είχε όλες τις απαντήσεις που χρειαζόταν.
Ευχαρίστησε ουδέτερα κι εκείνη και έπειτα ο Αλέξης αφού χαιρέτησε τις δύο γυναίκες προχώρησε και βγήκε από την αυλή, βαδίζοντας κάτω από τον ζεστό ήλιο που είχε και πάλι κυριαρχήσει στον ουρανό.
Η Μαρία προσπάθησε να διατηρήσει τη ψυχραιμία της και να μη προδώσει τη ταραχή και την ανυπομονησία της.Απομάκρυνε όλες τις αρνητικές σκέψεις που στριφογύριζαν στο μυαλό της και μάντευαν την απόρριψη που θα δεχόταν και με μια δικαιολογία άφησε τη μητέρα της και πάλι στο σαλόνι και βιαστικά έτρεξε, με το βιβλίο χωμένο κάτω από τη μασχάλη της, να χωθεί στο μπάνιο.
Το μπάνιο ήταν το μόνο μέρος που θα μπορούσε να διαπιστώσει ανενόχλητη την αντίδραση του Αλέξη στο ραβασάκι της και έτσι κλείδωσε τη πόρτα και άνοιξε το βιβλίο με καρδιοχτύπι.
Προς στιγμήν πίστεψε πως ο Αλέξης είχε απλώς επιστρέψει το χαρτάκι της χωρίς να δώσει καμία απάντηση αλλά όταν πρόσεξε το χαρτί που ήταν στριμωγμένο ανάμεσα στις σελίδες, διαπίστωσε πως δεν ήταν το δικό της σημείωμα.
Ο Αλέξης της είχε απαντήσει.Ένιωσε το αίμα της να χτυπάει στο μέσο του λαιμού της σαν δεύτερη καρδιά και έπιασε το μήνυμα του Αλέξη με τρεμάμενα χέρια.
"Κυριακή στις 8 στο εκκλησάκι του Αγίου Νικολάου στο Λαμπερό.
Ανυπομονώ"
Η Μαρία διάβασε ξανά και ξανά το μήνυμα, χάιδεψε με τα μάτια της τα προσεχτικά, φροντισμένα γράμματα και έμεινε λίγο παραπάνω στη τελευταία λέξη του.Ώστε λοιπόν και εκείνος την σκεφτόταν όπως κι εκείνη..Είχε αισθανθεί κάτι,δεν ήταν μόνο στο δικό της μυαλό.
Δεν είχε ιδέα που ήταν το εκκλησάκι που της έγραφε και ευχήθηκε να βρει τρόπο να ρωτήσει χωρίς να κινήσει υποψίες μα τίποτα πια δεν την ένοιαζε.Το μυαλό της ήταν ήδη στη Κυριακή που ερχόταν.
YOU ARE READING
Τα φτερά του έρωτα
ChickLitΜια ντροπαλή βιβλιοπώλης, ένα παλιό γράμμα και μια ιστορία αγάπης από το παρελθόν που οδηγεί τη πρωταγωνίστρια μας σε μυστικά που δε φανταζόταν αλλά και σε έναν έρωτα που δε περίμενε.