Χτές ξαναπήγα στο πάρκο που συνηθίζες να μου λες να συναντιόμαστε. Είχα την ελπίδα πως θα είσαι εκεί, είχα ανάγκη να σε δω να μυρίσω το άρωμά σου. Δεν ήσουν εκεί αλλά εγώ έκατσα ελπίζοντας πως θα περασεις. Έκατσα στο ίδιο παγκακι που καθόμασταν παντα μαζι, είχα ανάγκη να θυμηθώ πως ηταν. Αλλά δεν ήταν το ίδιο κάτι έλειπε, εσυ έλειπες δεν ήσουν εκεί δεν ήσουν κοντά μου. Μου είχες πει δεν θα ξανά έφευγες, αλλά δεν έγιναν έτσι τα πραγματα. Αποφάσισες ότι δεν γίνεται να είμαστε μαζί. Και εγώ σε ρωτάω γιατί; Τι άλλαξε ; Είμασταν καλά εσυ ο ίδιος το είπες. Λοιπόν τι άλλαξε μέσα σε δυό μόνο μέρες; Πως μπήκε κάποια άλλη στην καρδιά και επέλεξες να με βγάλεις από μέσα της;
Πίστευα πως ένιωθες όπως εγώ.Κάθε φορά που με φιλουρες ενοιωθα όλο μου το κορμί να λιώνει, κάθε φορά που άγγιζες το σώμα μου σταματουσε η ίδια μου η αναπνοή. Πες μου δεν ένιωθες το ίδιο ;
Μην με ρωτήσεις γιατί γράφω για σένα, ούτε εγώ ξερω. Ίσως είναι ένας τρόπος να σε νοιώθω κοντά μου. Αλλά γιατι εχω αυτή την ανάγκη; Δεν θα έπρεπε να σε αναζητώ αλλά να σε αποφευγω. Ίσως έτσι θα ήταν καλύτερα δεν θα πόναγα τόσο.
Μάλλον βιαστικά να γράψω για σενα. Ο πονος μου είναι ακόμα νωπός. Ίσως να ξαναγράψω για σένα όταν μειωθεί αυτή η ανεξήγητη ανάγκη μου για σένα.
Μέχρι τότε θα περιμενω .