κεφάλαιο 2ο

6 1 0
                                    

Με ανοιχτό το στόμα, έκλεισα την πόρτα και τον ακολούθησα.
"Πώς με βρήκες;" ρώτησα χωρίς περιστροφές.
"Ξέρω ότι δε θα με πιστέψεις αλλά ήταν τυχαίο" αποκρίθηκε και μου χάρισε ένα χαμόγελο. Παρατήρησα ότι οι κυνόδοντες του ήταν ελαφρώς πιο μυτεροί, τον έκαναν να μοιάζει εξωπραγματικό. "Φυσικά και δε το πιστεύω" απάντησα υψώνοντας λίγο την φωνή μου. "Πρώτα με πετυχαίνεις δήθεν τυχαία στο στενό και τώρα ξανά τυχαία στο χώρο της δουλειάς μου; Νομίζω υποτιμάς τη νοημοσύνη μου."
"Μιλάω ειλικρινά" μου είπε. "Διάλεξα εσένα επειδή άκουσα τα καλύτερα."
Τον κοίταξα σκεπτική. Τέτοια σύμπτωση πια; "Επιπλέον, εαν θυμάσαι το ραντεβού είχε κλειστεί καιρό πριν" συμπλήρωσε. Και είχε δίκιο. Θυμόμουν μία γυναίκα να κλείνει ραντεβού για κάποιον Άρη Μακρίδη, όμως ποτέ δεν μίλησα με τον ίδιο.
Ξεφύσησα και προχώρησα ως το γραφείο μου. Άνοιξα την ατζέντα μου και έκανα ότι ψάχνω το όνομά του. "Να υποθέσω ότι είστε ο κύριος Άρης Μακρίδης" είπα με βαριά καρδιά.
"Κι εσύ η δεσποινίς Εβελίνα Θεοτοκάτου."
"Κυρία" απάντησα, "πείτε μου, σε τι μπορώ να φανώ χρήσιμη;"
"Κυρία; Μα δε βλέπω κάποιο δαχτυλίδι" το πρόσωπο του ήταν τώρα σκεπτικό καθώς παρατηρούσε τα δάχτυλα μου. "Η προσωπική μου ζωή θεωρώ ότι δεν είναι χρήσιμη για την διεκπεραίωση καμία εργασίας. Οπότε θα σας παρακαλέσω, εμ, να μπείτε στο ψητό;" απάντησα εκνευρισμένη από το θράσος του. Δε χρειάζομαι έναν σύζυγο να ανήκω για να είμαι κυρία. Νεάτερνταλ.
Κάθισα στο γραφείο εκνευρισμένη. "Λοιπόν;" ρώτησα καθώς  παρέμενε σιωπηλός και η ώρα έτρεχε, όπως και τα ραντεβού.
"Διαθέτω ένα σπίτι στα προάστια των Χανίων. Θα ήθελα να κάνω μία ανακαίνιση καθώς το σπίτι είναι ερείπιο. Θέλω να γίνει η μόνιμη κατοικία μου γι' αυτό και σκέφτηκα να ζητήσω τη γνώμη ενός ειδικού." Είπε γρήγορα και έπειτα έριξε το σώμα του στην πλάτη της καρέκλας στην οποία και είχε κάτσει όσο μιλούσε.
"Θα πρέπει να επισκεφτώ το οίκημα." είπα. "Θα χρειαστώ επίσης κάποια χαρτιά από την πολεοδομία, κάποια πιστοποιητικά ιδιοκτησίας και φυσικά την παρουσία σας και τη γνώμη σας. Η δουλειά μου βασίζεται στην μελέτη των αναγκών του κάθε πελάτη ξεχωριστά." Συμπλήρωσα σαν να έλεγα ποιηματάκι. Αυτός ο άνθρωπος μου προκαλούσε νευρικότητα και ήθελα να ξεκουμπιστεί όσο το δυνατόν γρηγορότερα.
"Πότε θα σε ξαναδώ;" ρώτησε. Τον κοίταξα λοξά. "Εμ, εννοώ, πότε θα σε ξαναδώ ώστε να ρίξεις μία ματιά στο σπίτι. Ξέρεις, λόγω δουλειάς. Και μόνο." συμπλήρωσε. Κλείσαμε ένα ραντεβού για δύο μέρες αργότερα την ίδια ώρα.
"Ήταν χαρά μου, κυρία Θεοτοκάτου." Είπε καθώς μου έδινε το χέρι του. Έδωσα το δικό μου σε μία γρήγορη χειραψία. "Ελπίζω να έχουμε μία αρκονική συνεργασία, κύριε Μακρίδη." απάντησα απλά. Το κουδούνι ήχησε στα αυτιά μου κάνοντας και τους δύο να γυρίσουμε προς το μέρος της πόρτας. "Το επόμενο ραντεβού" είπα με νόημα. "Ώρα να πηγαίνω, δε θα ήθελα να σας καθυστερήσω" ευτυχώς το έπιασε το νόημα και λίγα λεπτά αργότερα βρισκόταν μακριά από το γραφείο μου αλλά κι από εμένα.
Γύρισα σπίτι μου εξαντλημένη. Η μέρα μου ήταν γεμάτη και στα κενά ενδιάμεσα στα ραντεβού βρέθηκα κολλημένη σε μία οθόνη να φτιάχνω σχέδια, να απαντώ μέιλ και να παίρνω τηλέφωνα. Ίσως θα έπρπε να σκεφτώ σοβαρά το ενδεχόμενο μίας γραμματέα.
Έβαλα τις πιτζάμες μου και σωριάστηκα στον καναπέ. Άφησα το κορμί να ηρεμήσει για λίγο. Η στιγμή δεν κράτησε πολύ. Ο ήχος κλήσης μου  γέμισε το δωμάτιο και η καρδιά μου σφιχτηκε. Ήταν πολύ αργά για τηλεφωνήματα και κάτι τέτοια συνήθως δεν ήταν για καλό.
Ο αριθμός δεν ήταν αποθηκευμένος στο κινητό μου. Σκέφτηκα να αγνοήσω την κληση,  τελευταία στιγμή όμως, το σήκωσα.
"Παρακαλώ;"
"Κυρία Θεοτοκάτου;" η καρδιά μου έχασε έναν χτύπο.
"Ποιός είναι;" ρώτησα κι ας είχα καταλάβει.
"Άρης Μακρίδης" απάντησε. "Θα ήθελ.." τον σταμάτησα λέγοντας του "Κύριε Μακρίδη, δε ξέρω πως βρήκατε τον αριθμό μου όμως είναι πολύ αργά και το γραφείο είναι κλειστό αυτή τη στιγμή. Για οποιαδήποτε πληροφορία καλέστε στο σταθερό του γραφείου, 8 το πρωί με 8 το βράδυ. Καληνύχτα σας!" Και έτσι απλά του το έκλεισα στη μούρη!

Εξαπατώντας Την ΑγάπηTempat cerita menjadi hidup. Temukan sekarang