Κεφάλαιο 18

856 75 10
                                    

Πεταχτήκαμε κι οι δυο όρθιοι απο το κρεβάτι. Τι έγινε? Το ξυπνητήρι αυτό έγινε. Φαίνεται η μαμά μου η ο Λάζαρος έφερε το κινητό μου επάνω κι αυτό χτύπησε για να ξυπνήσουμε. Δευτέρα σήμερα. Σηκωθήκαμε με τα κεφάλια μας να κουδουνίζουν. Ο Νίκος παραπατούσε απο την νύστα. Εγώ κοιμόμουν ακόμα όρθια. Έκλεισα το ξυπνητήρι κι έπεσα πάλι για ύπνο.

" Μα καλά τι κάνεις? Δεν είναι η ώρα τώρα για να πέσεις για ύπνο. Σήκω ντύσου, πάμε κάτω να φάμε για να φύγουμε!" Κάτσε θα φύγουμε μαζί? Τέλεια!!!!

Σηκώθηκα άρον άρον κι άρχισα να ντύνομαι. Εκείνος γύρισε το βλέμμα του αλλού, πήρε τα ρούχα του κατακόκκινος κι έφυγε απο το δωμάτιο κι πήγε στο μπάνιο. Μα καλά τι έπαθε τέλος πάντων? Ντύθηκα κι κατέβηκα κάτω. Ο Νίκος ήταν ήδη καθισμένος στο τραπέζι κι έτρωγε. Ο Λάζαρος καθόταν δίπλα του κι διάβαζε την εφημερίδα του. Η μαμά μου έκατσε κι εκείνη δίπλα του.

"Άντε παιδάκι μου κάτσε να φας κι εσύ." μου λέει η μητέρα μου.

Ο Λάζαρος σήκωσε τα μάτια του απο την εφημερίδα.

"Καλημέρα" λέει με ένα χαμόγελο στα χείλη του.

"Καλημέρα" λέω με χαρούμενη διάθεση κι του ανταπέδωσα το χαμόγελο. Κοίταξα τον Νίκο καθώς πήρα μια φέτα ψωμί με μαρμελάδα κι μερέντα. Μιάμ!

Απέφυγε να με κοιτάξει. Ακόμα πρωί είναι, θα είναι η ιδέα μου. Μέτα τα χθεσινά δεν μπορώ να τον βγάλω απο το μυαλό μου. Ήταν τόσο γλυκός αυτές τις μέρες!!!

Ο Λάζαρος μας κοίταξε κι τους δυο, ξερόβηξε κι είπε.....

"Χθες έτσι όπως κοιμόσασταν αγκαλίτσα ήσασταν τόσο χαριτωμένοι. Μου αρέσει που λέτε ότι δεν τα πάτε κι καλά. Θα γίνεται τα τέλεια αδέρφια!"

Τι στον......???

"Λάζαρε εσύ έφερες το κινητό μου επάνω?" λέω πνιγμένη απο την φέτα που έτρωγα. Την ίδια αντίδραση είχε κι ο Νίκος.

"Ναι. Ξέρω ότι έχεις βάλει το κινητό σου να χτυπάει κάθε πρωί όταν έχεις σχολείο. Είδα ότι ήταν παρατημένο στον καναπέ κι στο έφερα." Γιατί δεν το πετούσες καλύτερα? Θα ήμασταν όλοι πιο ήσυχοι...

"Ευχαριστώ." λέω χαμογελώντας. Πάλι καλά που δεν κατάλαβε τον λόγο που ήμασταν αγκαλιά... Φιου την γλίτωσα.... Όχι λάθος την γλιτώσαμε.

Αφού φάγαμε σηκωθήκαμε, πήραμε τις τσάντες μας κι φύγαμε. Από την ώρα που ξεκινήσαμε δεν μου έχει μιλήσει καθόλου η κοιτάξει. Μα καλά τι έχει?

"Νίκο τι έχεις?" του λέω ανήσυχη. Δεν απαντάει. Μόνο συνεχίζει να περπατάει.

"Νίκο πες μου τι έχεις!" του λέω πιο δυνατά κι απαιτητικά. Γύρισε κι με κοίταξε με το ψυχρό του βλέμμα. Καιρό είχα να το δω κι μπορώ να πω ότι δεν μου έλειψε καθόλου. Η έκφραση του ουδέτερη.

"Νίκο...." ξεκίνησα να μιλήσω κι δεν με άφησε.

"Δεν θέλω να μου μιλάς η να με πλησιάζεις!" λέει ψυχρά. Πέφτω απο τα σύννεφα. Πως είναι δυνατόν να το λέει αυτό μετά απο όσα περάσαμε?

"Νίκο εχθές μου είπες ότι με αγαπάς κι αν τα λες όλα αυτά για να με προστατεύσεις τότε-"

"Καμία σχέση!" φωνάζει δυνατά κι κάνω ένα βήμα πίσω τρομαγμένη.

"Άπλα θα είσαι ένα εμπόδιο στα πόδια μου, μέχρι να λυθεί το όλο θέμα με τον Πέτρο κι εμένα." Άουτς!

"Τελικά είσαι κι πολυ μαλάκας!" του λέω κι τρέχω. Δάκρυα έπεφταν απο τα μάτια μου χωρίς να μπορώ να τα συγκρατήσω. Έφτασα στο σχολείο.

Έκατσα μόνο 5 ώρες. Κι εγώ δεν ξέρω πως άντεξα τόσο έτσι όπως ήμουν

Είπα ότι ήμουν άρρωστη για να πάρω άδεια κι έφυγα. Η ψυχολογία μου είχε τα χάλια της. Δεν θα του ξαναμιλήσω ποτέ! Το μόνο που ξέρει είναι πως να με πληγώνει κι μετά να μου λέει συγγνώμη κι να μου δείχνει το ηλίθιο του χαμόγελο κι να νομίζει ότι όλα έφτιαξαν με αυτή του την πράξη!

Καθώς προχωρούσα κοιτώντας το πάτωμα χτύπησα κάποιον.

"Συγγνώμη." λέω αφηρημένη χωρίς να κοιτάξω ποιος είναι. Ο άγνωστος με πιάνει το χέρι όταν τον προσπέρασα. Το πρόσωπο του συνάντησε το δικό μου.

"Πέτρο...." ήταν το μόνο που μπόρεσα να πω. Με φόρα η γροθιά του είχε χτυπήσει με δύναμη επάνω στο στομάχι μου κι εγώ λιποθύμησα....

Σ'αγαπω!Where stories live. Discover now