08.Η επίθεση των δράκων

32 6 1
                                    

Τα χαράματα ένας παράξενος θόρυβος τρομοκράτησε όλους τους κατοίκους της Φεγγαρόπετρας, ήταν τόσο βροντερός που κάθε άνθρωπος στη μικρή πόλη τον άκουσε. Ο Ραφαέλ ανακάθισε στο κρεβάτι και έριξε μια ματιά γύρω του, ήταν ακόμα σκοτεινά ίσα-ίσα, διέκρινε τα αντικείμενα στο δωμάτιο του. Μετά, αντήχησε ένα άγριο μούγκρισμα και έπειτα ακολουθούσε ένα δεύτερο. Τρομαγμένος από τον ήχο, σηκώθηκε από το κρεβάτι και πλησίασε κατά το παράθυρο. Κοίταξε έξω περιμένοντας να δει αυτό που το προκάλεσε, αλλά στο κομμάτι ουρανού που έβλεπε δεν υπήρχε τίποτα. Ήταν σίγουρος πως το εκκωφαντικό μούγκρισμα προέρχονταν από ένα δράκο.

Ο Ραφαέλ με κινήσεις βιαστικές φόρεσε τα ρούχα του και όρμησε έξω από το δωμάτιο του. Κατέβηκε τα σκαλοπάτια τρέχοντας, διέσχισε το μικρό σαλόνι και ξεκλείδωσε την πόρτα. Όταν βγήκε έξω στο λιθόστρωτο δρόμο σήκωσε το βλέμμα του ψηλά στον ουρανό. Τότε το είδε. Ήταν ένα μεγάλο μαυριδερό πλάσμα που πετούσε ψηλά στον ουρανό. Η εκπληκτική όρασή του είχε πιάσει την τραχιά επιδερμίδα των φολίδων του, σκληρές σαν την ανώμαλη επιφάνεια μιας πέτρας. Στην επιφάνεια τους ήταν προσκολλημένοι λίθοι που γυάλιζαν στην αντανάκλαση του φωτός. Το μεγαλόσωμο θηρίο έφθανε τα δεκαπέντε μέτρα και με βλέμμα μοχθηρό κοίταζε τη γη. Δεν ήταν μόνος του, μαζί του ήταν ένας ακόμα δράκος, ήταν πολύ πιο νέος από τον πρώτο και τα ζωηρά κίτρινα μάτια του κοιτούσαν την πόλη με επιθυμία για καταστροφή.

Ο Ραφαέλ οπισθοχώρησε μερικά βήματα πίσω και μπήκε μέσα στο σπίτι. Δεν μπορούσε να αντιμετωπίσει αυτά τα θηρία, ήταν σίγουρος πως θα κατέστρεφαν τη Φεγγαρόπετρα. Πήρε μια βαθιά ανάσα με τη σκέψη να μη πανικοβληθεί, κάποιο τρόπο θα έβρισκαν για να αντιμετωπίσουν τους δράκους. Αποφάσισε να περάσει από το σπίτι της αδελφής του και με τον Νικήτα να αποφασίσουν τι θα κάνουν.

Ανέβηκε τρέχοντας τα σκαλοπάτια και πήγε στο δωμάτιο του, άνοιξε το μπαούλο που είχε κρυμμένο το σπαθί του. Το πήρε στα χέρια του και ύστερα έφυγε τρέχοντας για το σπίτι της Ερμιόνη. Στον δρόμο έβλεπε τον πανικό που επικρατούσε στην πόλη, όλοι οι άνθρωποι είχαν αναστατωθεί από τα άγρια μουγκρητά των δράκων. Οι περισσότεροι κοίταζαν τον ουρανό από τα παράθυρα τους, μα οι πιο γενναίοι είχαν βγει έξω στα κατώφλια των σπιτιών τους. Όταν έφτασε στο σπίτι της Ερμιόνης χτύπησε την πόρτα, περίμενε αρκετά λεπτά μέχρι τελικά να του ανοίξει ο Νικήτας. Ήταν άσπρος σαν το πανί και κοίταζε τον Ραφαέλ σαν χαμένος.

Οι Άρχοντες των Ανέμων: Ο δωδέκατος ΝάρντουενNơi câu chuyện tồn tại. Hãy khám phá bây giờ