Nosferatou
''Κάποτε ξυπνούσα και στο μυαλό μου γινόντουσαν συναυλίες ολόκληρες. Τώρα απλώς ξυπνάω. Κάποτε άνοιγα το παράθυρο και άκουγα μέτρα ελλειπτικά και παρτιτούρες απ'του κόσμου τα ωδεία. Τώρα αφήνω το πατζούρι κλειστό. Κάποτε τα βράδια στο σκοτάδι ξαναγεννιόμουν απ'τις στάχτες μου με ένα μολύβι ξύλινο και ένα χαρτί τσαλακωμένο. Τώρα απλώς φοβάμαι το φώς. Αναλώνομαι και αλλοιώνομαι. Έσβησα, χάθηκα. Ήμουν τελικά και εγώ από εκείνα τα εφήμερα που κάποτε κορόιδευα και έδιωχνα μακριά μου. Μα τώρα, πώς μακριά από μένα να τρέξω; Στη συνήθεια θα βουλιάξω, δίχως ανάσα. Να ξεχαστώ. Να πλανηθώ έτσι όπως χρόνια μισούσα. Και ως λιποτάκτης πίσω να γυρίσω. Σε μια ζωή που υπάρχει με μέσα τεχνητά. Πόσες ψυχές στην εντατική συνάντησες σήμερα; Είδα και τη δική σου κάπου εκεί. Της προσέφερα ένα βάζο με λουλούδια και ένα σχοινί. Έκατσα και τη χάζευα ώρα πολύ καθώς στο λαιμό της το τύλιγε. Τη βοήθησα να το σφίξει και ύστερα στα μάτια την αγνάντευα καθώς πνιγόταν. Της έβαλα και δυο λουλούδια απ'το βάζο στα μαλλιά. Ήταν όμορφη, θυμάμαι. Γιατί το έκανες αυτό;. Επειδή σ'αγαπάω...''