Χαρμολύπη
Χαρμολύπη · θηλυκό. ( χάρμα + ο + λύπη ) Η συνύπαρξη χαράς και λύπης. «Έρως ανίκατε μάχαν.» έγραψε ο Σοφοκλής στο παγκοσμίως φήμης έργο του «Αντιγόνη». Ωστόσο, σε αυτή την εκδοχή, ο βασανιστικά γλυκός έρωτας υπερνικείται από μυστικά, φόβους και ενοχές του παρελθόντος. Πασχίζοντας απεγνωσμένα να ξεχάσει όσα τον βασανίζ...