Τα μαύρα παπούτσια του Καστιελ αντηχούσαν στο κρύο πλακάκι του νοσοκομείου. Ανοίγοντας ελαφρώς την πόρτα μπαίνει μέσα. Αν η καρδιά του μπορούσε να βγάλει εναν ήχο εκείνη την στιγμή θα ήταν αυτός του σπάσιμο ενός γυαλιού. Ή ίσως αυτός όταν σκίζεις ένα χαρτί. Απότομο, δυνατό, αποκρουστικό. Τα χεριά του λούστηκαν με κρύο ίδρωτα και τα γόνατα του έτρεμαν. Ράγισε καθώς την έβλεπε τυλιγμένη με μηχανήματα , καλώδια που μόνο αυτά την κρατάνε ζωντανή. Και αυτός να κάθεται και να κοιτάει σαν μαλακας. Να μην μπορεί να κάνει τίποτα. Και όταν τον ρωτήσουν άμα ένιωθε κάτι για εκείνη. Να απαντήσει όχι. Να απαντήσει όχι και να θυμηθεί την δυσφορία που ένιωθε στο στήθος του όταν ανάπνεε μακριά της. Τον λαιμό του να ζεσταίνεται όταν έμπαινε στο δωμάτιο. Και τον κόμπο στο στομάχι του όταν περνούσε από διπλά του. Όποτε όχι. Γιατί πολύ άπλα ένιωθε τα πάντα για εκείνη. XX THERE IS NO DESTIEL ( AS A SHIP, BECAUSE I WILL SPREAD DESTIEL BROMANCE EVERYWHERE ) IN THIS FANFICTION XXAll Rights Reserved