Τα φώτα έκλεισαν απότομα και μαύρο σκοτάδι απλώθηκε παντού. Ο δυνατός ήχος όλων των πορτών που κλείνουν ήχησε ξαφνικά.* Τώρα πια δεν υπάρχει τρόπος διαφυγής. Είμαστε χαμένοι.* Τ. Αργήσαμε. Ε. Τι εννοείς? Δεν καταλαβαίνω. Τ. Θα σε πάρουν μακριά μου και εμένα θα με σκοτώσουν! Ε. Γιατί να σε σκοτώσουν? Τ. Γιατί... πφφ..δεν μπορώ να στο πω τώρα. Βρες μια κρυψώνα και κρύψου. Ε. Εσύ? Τ. Κάτι θα βρω εγώ. Κρύψου εσύ γρήγορα! {...} Ενώ ήμουν βυθισμένη σε έναν βαθύ ύπνο ένας δυνατός ήχος με ξύπνησε. Σηκώθηκα και ο ήχος σταμάτησε. Ξανάρχισε και αυτή τη φορά προσπάθησα να καταλάβω από που ερχόταν. Ήταν από το μπαλκόνι. Είχαμε αφήσει την μπαλκονόπορτα ανοιχτή. Πήγα και την έκλεισα. Μετά πήγα να ξανά ξαπλώσω στο κρεβάτι αλλά ένιωσα κάποιον πίσω μου. Γύρισα απότομα μα δεν ήταν κάνεις. Άκουγα βήματα, πολλά βήματα να έρχονται προς τα μένα. Κοίταγα μία το πάτωμα και μία γύρω μου για να δω αν υπάρχει κανείς. Αλλά μάταια. Δεν έβλεπα κανέναν. Αισθανόμουν πως τα πόδια μου είχαν κοπεί... Ποιος ήταν; Περίληψη του βιβλίου στο πρώτο κεφάλαιο. Ελπίζω να σας αρέσει...η ιστορία είναι ολοκληρωμένη.