Ήξερε πως η πτώση θα πονούσε, μα όσες ιστορίες και αν είχε ακούσει δεν ήταν προετοιμασμένη για αυτό που θα ένιωθε. Ο πόνος ήταν αφόρητος, έσκιζε το δέρμα και τρυπούσε τα κόκαλα της. Δεν ούρλιαξε όμως, δεν άφησε κανέναν ήχο να βγει από τα χείλη της. Δεν σκεφτόταν, είχε αδειάσει το μυαλό της από κάθε σκέψη και ο πόνος είχε ξεθωριάσει. Είχε καταφέρει να διαχωρίσει το μυαλό από το σώμα. Μα αυτό που δεν ήξερε ήταν πως αυτή η πτώση θα ήταν η αιτία για μία σειρά γεγονότων που θα σημάδευαν και την ζωή της και την ψυχή της.