Το παιχνίδι παίζεται με δύο παίχτες, Βανούλα μου.
"Τι να κάνουμε" λέω στενάχωρα και ξεφυσάω. "Άλλες έχουν το όνομα και άλλες την χάρη" της ανταποδίδω ενώ τα υπόλοιπα παιδιά φτύνουν το ποτό τους.
Την επόμενη στιγμή που πάει να μιλήσει την διακόπτω.
"Αλλά κοίτα να δεις που έχουμε κάτι κοινό" λέω με ένα ειρωνικό χαμόγελο, "και εγώ θέλω να μάθω κάτι για σένα, να για παράδειγμα" της λέω χρησιμοποιώντας την ίδια τακτική που χρησιμοποίησε και αυτή.
"Από που προέρχεται η προσωπικότητα σου;" κάνω μια παύση " απ' τα σκουπίδια" ρωτάω και πίνω το ποτό μου.
Είπες κάτι Βανούλα μου;
Σηκώνεται τσαντισμένη και φεύγει απ' το τραπέζι.
"Χάρη μας έκανες" μουρμουρίζω στον εαυτό μου αλλά δυστυχώς κάποιος το άκουσε.
"Μ' αρέσει όταν γίνεσαι άγρια" λέει ο Αλέξης αισθησιακά δίπλα στο αυτί μου και νιώθω στιγμιαία τα χείλια του να ακουμπάνε τον λαιμό μου.