Κάθε χρώμα στην μίζερη ζωή του είχε ξεθωριάσει εδώ και καιρό. Τίποτα δεν είχε νόημα. Η ζωή του ήταν απαίσια. Μα ποτέ δεν παραπονιόταν για αυτό. Γιατί ήξερε πως είχε κάνει κάτι κακό. Κάτι ανεπίτρεπτο. Τα κρατούσε όλα μέσα του και τα έθαβε βαθιά, για να μην βγουν στην επιφάνεια. Μέχρι που μπήκε απρόσμενα στην ζωή του εκείνη και ξαφνικά όλα ήταν πιο εύκολα. Ήταν ενοχλητική. Μα αυτό ήταν που τον μάγεψε σε εκείνη. Ήταν απλά εκφραστική με τον κόσμο. Ανοιχτή Και όλα ήταν καλά μαζί της. Μέχρι που η ξεθωρια ήρθε πίσω. Και εκείνος χανόταν μέσα στο γκρίζο. Στον καπνό του τσιγάρου του. Ούτε καν η ζωντάνια της δεν κατάφερε να τον σώσει από τον μεγαλύτερο εχθρό του. Τον ίδιο του τον εαυτό.