Είναι ένας νεαρός ζωγράφος ο οποίος μένει σε μία ετοιμόρροπη κλασική μονοκατοικία, κληρονομιά του μακαρίτη θείου του. Δίχως κάτι άλλο να γεμίζει την ζωή του, γεμίζει τις ανιαρές μέρες του κλειδωμένος στο μικρό εργαστήρι με ένα πινέλο στο χέρι και ένα μπουκάλι ουίσκι στο άλλο, αδειάζοντας το τελευταίο πιο γρήγορα από ό,τι γεμίζει τους πίνακες του. Μα αυτή η μακροχρόνια κατάχρηση και αυτοκαταστροφή θα ξεπεράσει τα όρια του και θα τον φέρει κοντά στον θάνατο. Aλλά, ένα αναπάντεχο πρόσωπο θα του θυμίσει πως η ζωή δεν είναι παρά ένας άδειος καμβάς και τα χρώματα τα επιλέγουμε και τα βάζουμε εμείς οι ίδιοι.
- Τι? Κάποιος μου κάνει πλάκα τώρα. Μαμά πες μου ότι δεν είναι αυτός που θέλετε να με παντρεψετε..
- Γιατί μικρή λίγος σου πέφτω?
- Θα έλεγα τι είναι μικρό τώρα αλλά έχε χάρη
- Έτσι μιλάς στον αντρουλη σου?
- Δεν είσαι αντρουλης μου και δεν πρόκειται να γίνεις
- Θα το δούμε αυτό μωρό μου
Αλέξανδρος και Ελπίδα μια ιστορία με αγαπη, προβλήματα και πολλα πολλά κρύα αστεία. Πάρτε κουβέρτα εγώ προειδοποίησα
🚫Don't copy the story🚫