Καλοκαίρι του εβδομήντα και η Λήδα είναι δώδεκα χρονών. Μόλις τέλειωσε την έκτη δημοτικού και έδωσε εισαγωγικές στο γυμνάσιο. Γύρω της και εντός της όλα αλλάζουν. Έρχεται αντιμέτωπη με αλήθειες και την εφηβεία σε μια Ελλάδα που απλώνει το χέρι προς την Δύση και τραγουδάει τραγούδια Ιταλικά του Αλ Μπάνο και Γαλλικά και Αμερικάνικα, αλλά από την άλλη στενάζει στους θερινούς σινεμάδες με τα βάσανα της Τουρκάλας Χούλιας Κότσιγιτ.
Για πρώτη φορά συναντά Συμπαντικές Έννοιες όπως Θάνατος, Αιωνιότητα, Αυτοπροσδιορισμός.
Το καλοκαίρι της μετάβασης, από παιδί γίνεται γυναίκα, τραγουδάει πολύ, χορεύει πιότερο, ερωτεύεται, με την παρέα της πάνε ποδηλατάδες στο δάσος έξω από την πόλη και περιμένει την πρώτη μέρα που θα βγει απ το κουκούλι της, όμορφη πεταλούδα έτοιμη να γευτεί τους χυμούς του αύριο.
Η Λήδα, στο βιβλίο ενυπάρχει διττή. Ζει και εκφράζεται στις σελίδες του μυθιστορήματος, και σαν παιδί/έφηβη και σαν ενήλικας.
Η Λήδα εκείνο το καλοκαίρι ερωτεύεται, αγαπάει και χάνει την μεγάλη αγάπη στην στροφή του τρένου... Ή μήπως όχι;
ΤΟ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ ΥΠΑΡΧΕΙ ΚΑΙ ΣΕ ΕΝΤΥΠΗ ΜΟΡΦΗ, ΣΥΝΟΔΕΥΕΤΑΙ ΑΠ