Αντιφασιστική Ποίηση στους Δρόμους των Παρισίων.
Φθινόπωρο ήδη! - Μα γιατί να νοσταλγούμε έναν ήλιο αιώνιο, όταν έχουμε επωμιστεί την ανακάλυψη της θεϊκής διαύγειας, - μακριά από ανθρώπους που επιμένουν εποχή την εποχή να πεθαίνουν.
Φθινόπωρο. Η βάρκα μας υψωμένη μες την ακίνητη ομίχλη επιστρέφει τώρα προς το λιμάνι της μιζέριας, την αχανή πόλη στον ουρανό στιγματισμένη απ' τη φωτιά και τη λάσπη. Τα κουρέλια τριμμένα, μουσκεμένο απ' τη βροχή το ψωμί, η μέθη, οι χιλιάδες που με σταύρωσαν έρωτες! Ποτέ δε θα πεθάνει αυτό το βαμπίρ, βασίλισσα χιλιάδων ψυχών και χιλιάδων κορμιών που θε να κριθούνε! Ξαναβλέπω τον εαυτό μου φαγωμένο το δέρμα από τη λάσπη και την πανούκλα, γεμάτα σκουλήκια τα μαλλιά κι οι μασχάλες και πιο παχιά ακόμα σκουλήκια μες στην καρδιά, ανάμεσα σ' αγνώστους χωρίς ηλικία και δίχως αισθήματα... Θα μπορέσω επιτέλους ήσυχος να πεθάνω... Οι φρικτές αναμνήσεις! Εξασκώ τη μιζέρια.
Και να τρέμω το χειμώνα, η εποχή της ανάπαυσης.
Α. Ρεμπώ
Ένα ήσυχο χωριό.
Έξι καινούργιοι έφηβοι από την Αθήνα.
Και μια κοπέλα που προσπαθεί να ξεχάσει.
Η Στεφανία δεν ζητούσε πολλά αυτό το καλοκαίρι. Μόνο λίγη ησυχία. Αντί για αυτό, βρέθηκε μπλεγμένη σε τσακωμούς, αναμολόγητα συναισθήματα και μυστικά που δεν λέγονται εύκολα.
Όλα ξεκίνησαν με έναν τυχαίο καβγά.
Αλλά κάποια πράγματα δεν είναι τυχαία.
και κάποιοι δεν είναι αυτοί που φαίνονται.
Αυτό το καλοκαίρι θα την αλλάξει,
Ίσως για πάντα.