Η Βασιλική Καστρινάκη, μία γυναίκα από την Κρήτη, ορφανή, χωρίς κανέναν δικό της, παλεύει να σταθεί στα πόδια της, με το παιδί της, μετά τη δολοφονία του καταπιεστικού και βίαιου συζύγου της. Στο πλευρό της έχει, όπως πάντα, τον παιδικό της έρωτα, και ξαδελφό του συζύγου της, τον Μαθιό Σταματάκη.
Σ ένα χωριό, όπου η βεντέτα μεταξύ Σταματακηδων και Βρουλακηδων αναζωπυρώνεται, ένα μυστικό της γιαγιάς Ρηνιως Βρουλακη, που ζει χρόνια κρατημένο επτασφράγιστο, κινδυνεύει να αποκαλυφθεί.
Όταν ξεσπάσει το κακό, τίποτα δεν θα μπορέσει να μείνει κρυφό πια, και η Βασιλική έντρομη θα έρθει αντιμέτωπη με την ανακάλυψη της πραγματικής της ταυτότητας, την ώρα που οι Σταματάκηδες, έκπληκτοι, θα συνειδητοποιήσουν ότι έβαλαν στην οικογένεια τους τον χειρότερο εχθρό τους. Η Καλλιόπη Σταματάκη θα την κυνηγήσει λυσσαλέα, ενώ ταυτόχρονα θα ορκίσει τους γιους της να πάρουν εκδίκηση...
Πέρασε το χέρι του μέσα από τα μαλλιά του και ύστερα άφησε το βάρος του να στηριχθεί επάνω στην κολώνα που υπήρχε δίπλα του.
Φαινόταν τόσο σίγουρος για τον εαυτό του, που με έκανε να θέλω να του κατεβάσω την μούρη στο πάτωμα, αλλά την δεδομένη χρονική στιγμή, είχε δίκιο.
Έπρεπε να βρούμε έναν τρόπο να ξεφύγουμε από αυτή την συνθήκη που απειλούσε να φέρει τα πάνω κάτω στις ζωές και των δύο μας.
-"Να και κάτι σωστό που είπες για μια φορά. Συμφωνώ απόλυτα. Έχεις σκεφτεί κάτι;"τον ρώτησα και τον είδα να γνέφει καταφατικά.
-"Θα έρθεις να μείνεις μαζί μου για λίγο καιρό τουλάχιστον, θα προσποιηθούμε ότι τα βρήκαμε, θα αρχίσουμε να κάνουμε παρέα για λίγο καιρό, να βγαίνουμε μαζί και όταν θα έχουν πειστεί ότι έχουμε γίνει φιλαράκια, θα ζητήσεις να μείνεις στο πατρικό μου ή να βρεις ένα δικό σου σπίτι στην Αβάνα. Δεν πρόκειται να αρνηθούν και έτσι θα μπορέσουμε να ξεφορτωθούμε ο ένας τον άλλον πολύ πιο σύντομα."