...Δεν είχε καταλάβει πόση ώρα περπατούσε, όταν έφτασε σε ένα μικρό ποτάμι όπου τελείωνε ο δρόμος. Τα νερά του ήταν καταγάλανα και τόσο καθαρά που μπορούσες να διακρίνεις ακόμα και τα μικρά ψαράκια που κολυμπούσαν κατά μήκος του ρεύματος. Η Μαρίζα δρόσισε το πρόσωπο της με λίγο νερό από το ποτάμι και ήταν έτοιμη να γυρίσει πίσω όταν άκουσε έναν μικρό κρότο, σαν πετάρισμα φύλλων. Κοίταξε στην απέναντι όχθη του ποταμού και αυτό που αντίκρισε την έκανε να πισωπατήσει.. Ήταν ένας τεράστιος μαύρος λύκος που την κοίταζε με τα κατακίτρινα μάτια του. Καθώς η φωνή της λογικής αντηχούσε μέσα στο κεφάλι της προειδοποιώντας την, λέγοντας της να φύγει, η κοπέλα παρέμενε εκεί, με τα πόδια καρφωμένα στο έδαφος ανίκανη να αντιδράσει. Το βλέμμα του είχε μια παράξενη επίδραση πάνω της, ένιωθε σαν να απλώνονταν αόρατα σχοινιά και να την τραβούσαν προς το μέρος του...Todos los derechos reservados