Σε μια μικρή πόλη της ελληνικής επαρχίας, η καθημερινότητα κυλούσε ήρεμα, σχεδόν μηχανικά. Οι δρόμοι γνώριμοι, τα βλέμματα μετρημένα, και οι διαφορές - πολιτισμικές, κοινωνικές - πάντα υπήρχαν, αλλά δεν λέγονταν φωναχτά. Οι τσιγγάνοι ζούσαν στην άκρη της πόλης, με τις δικές τους παραδόσεις και ρυθμούς. Οι Έλληνες, στο κέντρο, πίστευαν πως ήξεραν καλύτερα. Μέχρι που τέσσερις έρωτες άρχισαν να σπάνε σιγά σιγά τα στεγανά.
Η Έλενα και ο Πάνος γνωρίστηκαν στο λύκειο. Ο Πάνος, γιος τσιγγάνου εργολάβου, είχε μάθει να μην φαίνεται "πολύ τσιγγάνος". Μιλούσε καθαρά, ντυνόταν απλά, δεν έκανε φασαρία. Ήταν αυτό που λέμε "προσαρμοσμένος".
Η Έλενα , ρομαντική, τον ερωτεύτηκε βαθιά. Αλλά οι δυσκολίες δεν άργησαν να έρθουν. Ο πατέρας της τον ήθελε "εργάτη, όχι γαμπρό". Εκείνος πήγε να δουλέψει σε άλλη πόλη, για να της αποδείξει πως μπορεί να της προσφέρει τα πάντα.
Τι γίνεται όμως όταν αυτός γυρίσει?
Μετά τις ανατροπές του πρώτου βιβλίου, η Βαλ επιστρέφει στην καθημερινότητά της, αλλά όχι η ίδια. Η συμπεριφορά της έχει αλλάξει, πιο δυναμική, πιο ειρωνική και έτοιμη να αντιμετωπίσει κάθε πρόκληση που θα της έρθει. Η στήριξη των δύο καλύτερών της φίλων, της Μαντ και της Ρείνα, την βοηθά να αναδείξει την καινούργια της δύναμη και να μην φοβάται να σταθεί απέναντι στον κόσμο που την έχει πληγώσει.
Ο Αξελ, από την άλλη, συνεχίζει να είναι παγιδευμένος στις αντιφάσεις του. Αν και προσπαθεί να κρύψει τα συναισθήματά του για τη Βαλ, προσποιείται πως είναι δεσμευμένος με την επικίνδυνη Λιονα, με σκοπό να την προστατεύσει από τις κινήσεις της, ακόμα και αν αυτό τον φέρνει σε μια συνεχόμενη σύγκρουση με τον εαυτό του.
Όταν οι δρόμοι τους διασταυρώνονται ξανά, οι εκρηκτικές συναισθηματικές εντάσεις γίνονται αδύνατον να ελεγχθούν. Ο Αξελ προσπαθεί να κρατήσει τον κόσμο του και τη Βαλ μακριά από τη Λιονα, αλλά η παλιά σπίθα ανάμεσα σε εκείνον και τη Βαλ καίει πιο δυνατά από ποτέ, αλλά με τον καιρό να μην μπορεί να αντισταθεί στα συναισθήματα του με αποτέλεσμα και η Βαλ να μην μπορεί να καταπιέζε