Ποτέ δεν πίστευα ότι θα άλλαζα, οτι θα μπορούσα να γίνω κατι "μεγαλύτερο" και ασυνήθιστο, κατι που οι περισσότεροι άνθρωποι που και μόνο στην σκέψη, θα έτρεμαν απο τον φόβο και απλά θα παρακαλούσαν να μπορέσουν να νιώσουν για ακόμα λίγο την ζεστασιά και την ασφάλεια που τους παρέχει το φως, κατι που εγω έχασα... Όταν πέφτει η νύχτα και το φεγγάρι παίρνει την θέση του ήλιου, όταν ο ουρανός παίρνει το χρώμα της ψυχής μου μαζί με τις μικρές σπίθες ελπίδας που φωλιάζουν στην καρδιά μου οποτε τον βλέπω... κατοικούν εκεί για να μου θυμίζουν που και που οτι είμαι ζωντανή και νιώθω...- το μισώ αυτο- , να είμαι εξαρτημένη, αλλά μου αρέσει... Δεν ανήκω εδώ μα τα σωθικά μου καίνε κάθε φορά που με αγγίζει...-τον αγαπώ- ..αλλά απαγορεύεται να λέω αυτή τη λέξη .. δν υπάρχει στο λεξιλογειο του... αλλά κάθε φορά που με κοιτάει με αυτά τα σμαράγδι μάτια που πετάνε φλόγες και νομίζω ότι φλέγεται κάθε κύτταρο του σώματος μου, νιώθω οτι εδώ είναι το "σπίτι μου" , τυλιγμένη στις φλόγες του..
<<Θα προστατεύουμε την οικογένεια για πάντα, ότι κι αν συμβεί>>, ψιθύρισε τρυφερά στο αυτί και η αγκαλιά που την έκανε, ισοδυναμούσε με όλες εκείνες που είχε στερηθεί τόσα χρόνια.
Έμεινε ακίνητη για την απόλαυση... Όχι μόνο την αγκαλιά, αλλά και την στιγμή. Μακάρι να διαρκούσε για πάντα. Μακάρι όλα να ήταν διαφορετικά... Γιατί τότε και εκείνη, δεν θα χρειαζόταν να μπει σε αυτό το δίλημμα... Τι θα επέλεγε άραγε; Το όμορφο ψέμα, που της έδωσε ηρεμία; Ή την σκληρή αλήθεια, που θα έφερνε σε όλους την λύτρωση;