Κι εκείνη τη μέρα σαν κάτι να άλλαξε μέσα μου... Σταμάτησα να νομίζω πως όλα είναι μάταια και ανούσια. Είδα εκείνους τους ανθρώπους να ζουν μες τη φτώχεια και την εξαθλίωση, μικρά παιδία να αργοπεθαίνουν σωματικά και ψυχικά και ντράπηκα που τόσο καιρό παραπονιόμουν για την "αρρώστια" και όσα μου είχαν συμβεί. Θεε μου πόσο ντράπηκα! Τον κοίταξα στα μάτια και μου ανταπέδωσε το βλέμμα. Κατάλαβε τι ήθελα να πω. Κατάλαβα τι ήθελε να πει. Είπαμε τα πάντα χωρίς να βγάλουμε μιλιά. Συνέχισε να με κοιτάει επίμονα.
"Τι; Γιατί με κοιτάς;", είπα με ύφος περιπαικτικό.
"Τα μάτια σου είναι φτιαγμένα από θάλασσα. Ολόκληροι ωκεανοί κρύβονται εκεί μέσα.", ειπε χαιδεύοντάς μου απαλά το πρόσωπο.
Χαμογέλασα. Κάτι πήγα να πω, αλλά με σταμάτησε.
"Κατάλαβα και κάτι άλλο σήμερα, κάτι τρομακτικό και μαγικό ταυτόχρονα. Κατάλαβα ότι έτσι ξαφνικά, όλο μου το σύμπαν συμπυκνώθηκε σ' ένα ζευγάρι μάτια. Τα δικά σου. Είμαι εθισμένος στα μάτια σου."
Ήξερα ότι η σκιά του με ακολουθούσε παν τού.
Ένιωθα τον κίνδυνο να με πλησιάζει, αλλά δεν ήξερα τι πραγματικά σημαίνει κίνδυνος, μέχρι που παγιδεύτηκα στα δίχτυα του αδίστακτου μαφιόζου που έκρυβε τον διάβολο που είχε μέσα του κάτω από ακριβά κουστούμια και πράσινα μάτια.
_________
Βιβλίο 3 | Interconnected Standalone