"Άσε-" πήγε να πεί τη στιγμή που πλησίασα τα χείλη μου στα δικά της. Το χέρι μου ακούμπησε διστακτικά το μάγουλό της. Δεν τραβήχτηκε. Αλλά δεν ανταποκρίθηκε. Απομακρύνθηκα λίγο μετά, και κοίταξα τα παπούτσια μου από αμηχανία. "Τα μπερδεύεις όλα τόσο πολύ. " είπε και άρχισε πάλι να κλαίει. "Γιατί;;" ρώτησα αδυνατώντας να καταλάβω. Δεν μίλησε για πολλή ώρα. "Μέχρι το τέλος των διακοπών μας μαζί, μου φερόσουν σαν...σαν... Τόσο τέλεια. Όμως από τότε που γυρίσαμε από τις Χριστουγεννιάτικες διακοπές μου φέρεσαι σαν αναίσθητος ηλίθιος. " είπε δυνατά. Δεν καταλαβαίνει... "Δεν καταλαβαίνεις!!!" Δύο έφηβοι, γνωρίζονται από μικροί, σπάνια μιλάνε, όμως μία μέρα αυτό αλλάζει. Μία ερώτηση από τον γιό του, κάνει τον Δημήτρη να σκεφτεί, να θυμηθεί. Την αγάπη του. Τι συνέβη;; Γειά σας, αυτή δεν είναι η πρώτη μου ιστορία, αλλά είναι η καλύτερη μέχρι τώρα πιστεύω. Είναι μικρή, το πολύ δέκα κεφάλαια, αλλά ετοιμάζω κι άλλες. Θα χαιρόμουν πολύ αν σχολιάζατε κιόλλας που και που. Ελπίζω να σας αρέσει.