Αυτή ήταν η ευκαιρία μου! Θα ταξίδευα στην Νέα Υόρκη για μια νέα αρχή. Για μια νέα ζωή. Ήμουν μπροστά στο πλοίο έτοιμη να επιβιβαστώ μαζί με άλλους διακόσιους χιλιάδες επιβάτες.
Οι ουρές για την επιβίβαση ήταν πέντε. Εγώ πήγα προς την τρίτη. Στήθηκα στην ουρά και περίμενα να έρθει η σειρά μου. Δύο σειρές παραδίπλα παρατήρησα έναν νεαρό γύρω στα 24, έναν χρόνο μεγαλύτερό μου δηλαδή. Τον κοίταξα από πάνω μέχρι κάτω. Ήταν ψηλός και γυμνασμένος. Τα χέρια του φαίνονταν δυνατά. Όταν τα μάτια μου έφτασαν στο πρόσωπό του χάθηκαν στην ομορφιά των δικών του. Ήταν μεγάλα και καστανά, στο χρώμα της σοκολάτας. Όσο πιο πολύ τα κοιτούσα τόσο περισσότερο βυθιζόμουν μέσα τους. Σαν να είχαν κάτι οικείο. Σαν να-
«Συγγνώμη δεσποινίς, με ακούτε;» είπε ο ελεγκτής των εισιτηρίων ξυπνώντας με από τις σκέψεις μου.
«Εεε; Τι μου είπατε;»
«Σας ζήτησα να μου δώσετε το εισιτήριό σας» μου απαντάει.
«Ναι, ναι. Φυσικά. Μισό λεπτό.» του λέω και ανοίγω την τσάντα να βρω το εισιτήριο.
Αφού του το έδωσα μου είπε πως ήμουν στην καμπίνα με αριθμό 272 και μου έδωσε οδηγίες για να φτάσω εκεί. Ήμουν στο τέταρτο κατάστρωμα από τα πέντε του πλοίου, κοντά στο σαλόνι 18.
Πριν μπω μέσα κοίταξα για μια τελευταία φορά προς το μέρους του νεαρού που είχα δει πριν αλλά εκείνος δεν ήταν πουθενά.
Αρχικά πέρασα από την ρεσεψιόν για να πάρω το κλειδί του δωματίου μου και μετά αποφάσισα να ρίξω μια ματιά στο πλοίο. Ήταν τεράστιο και πάρα πολύ ακριβά επιπλωμένο. Οι τοίχοι ήταν στο χρώμα ενός απαλού μπεζ με διάφορους πίνακες στηριγμένους στους διαδρόμους. Οι καναπέδες στα σαλόνια ήταν κατάλευκοι με επιχρυσώσεις στα μπράτσα και στις πλάτες τους. Οι καρέκλες με τον ίδιο τρόπο σχεδιασμένες και σε απόλυτη συμμετρία γύρω από τα διάφανα τραπέζια με τις ασημένιες βάσεις. Κόσμος πολύς καθόταν και μιλούσε. Άνθρωποι όλων των κοινωνικών τάξεων. Πλούσιοι και φτωχοί. Μαύροι και λευκοί. Ογκώδεις και μικροκαμωμένοι. Όλοι μαζεμένοι σε ένα μέρος.
Όταν μπήκα στο ασανσέρ του πρώτου καταστρώματος, πάτησα το κουμπί για τον τέταρτο και περίμενα να κλείσουν οι πόρτες. Έπαιζε μια χαλαρή μουσική. Μότσαρτ θα έλεγα πως ήταν. Ίσως και Μπετόβεν. Λίγο πριν φτάσει στον τέταρτο, το ασανσέρ σταμάτησε στον τρίτο. Μόλις άνοιξαν οι πόρτες μπήκε μέσα το τελευταίο άτομο που περίμενα να δω. Ήταν εκείνος ο νέος. Τα μάτια μας συναντήθηκαν και ήταν σαν να σταμάτησε ο χρόνος για μερικά δευτερόλεπτα.
YOU ARE READING
Καμπίνα 272
RomanceΟι περισσότεροι επιβάτες ήταν στις καμπίνες τους ή κοιμόντουσαν στους καναπέδες των σαλονιών. Λίγοι ήταν ακόμα ξύπνιοι. Έτσι περπάτησα σιγά μέχρι τις σκάλες για να κατέβω στο από κάτω κατάστρωμα. Καθώς περπατούσα άκουγα μια απαλή μουσική πιάνου να μ...